Οργανική Χημεία ονομάζεται ο κλάδος της Χημείας ο οποίος μελετά τη δομή, τις ιδιότητες, τη σύνθεση, τις αντιδράσεις και την παραγωγή των ενώσεων του άνθρακα που περιλαμβάνουν τους υδρογονάνθρακες και τα παράγωγά τους.
Ο Τζονς Τζάκομπ Μπερζέλιους (Jöns Jacob Berzelius), εισήγαγε τον όρο «Οργανική Χημεία» το 1807, για τη μελέτη των χημικών ενώσεων που προέρχονται από βιολογικές πηγές.
Ο Γιενς Γιάκομπ Μπερζέλιους (Jöns Jakob Berzelius, 20 Αυγούστου 1779 – 7 Αυγούστου 1848) ήταν Σουηδός χημικός. Εργάστηκε πάνω στη σύγχρονη τεχνική της χημικής σημειογραφίας και μαζί με τον Τζον Ντάλτον, τον Αντουάν Λωράν Λαβουαζιέ και τον Ρόμπερτ Μπόιλ θεωρείται πατέρας της σύγχρονης χημείας
Πριν από το 19ο αιώνα, οι χημικοί γενικά πίστευαν ότι οι χημικές ενώσεις που λαμβάνονταν σε ζωντανούς οργανισμούς είναι τόσο πολύπλοκες που δεν μπορούσαν να συντεθούν τεχνητά από τους ανθρώπους. Σύμφωνα με την αρχή του βιταλισμού, η οργανική ύλη ήταν εφοδιασμένη με μια (μυθώδη) «ζωική δύναμη». Έτσι, ονόμασαν αυτές τις ενώσεις οργανικές και κατεύθυναν τις έρευνές τους στις ανόργανες ενώσεις, που φαινόταν πιο εύκολες στο να μελετηθούν.
Η δομή του μορίου του μεθανίου, της απλούστερης οργανικής ένωσης.
Κατά το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα, οι επιστήμονες άρχισαν, σταδιακά, να καταλαβαίνουν ότι και οι οργανικές ενώσεις μπορούσαν να συντεθούν σε ένα χημικό εργαστήριο. Πιο συγκεκριμένα, γύρω στο 1816 ο Μισέλ Χεβρέλ (Michel Chevreul) άρχισε να φτιάχνει και να μελετάει σαπούνια από διάφορα λίπη και βάσεις. Ακόμη, διαχώρισε τα διάφορα (οργανικά) οξέα ώστε, σε συνδυασμό με βάσεις, να δίνουν σαπούνια.
Αφού όλες αυτές οι ενώσεις είναι διαφορετικές μεταξύ τους, απέδειξε με αυτόν τον τρόπο ότι ήταν δυνατό να γίνουν τεχνητά χημικές αντιδράσεις σε οργανικές ενώσεις (όπως τα λίπη), παράγοντας νέες οργανικές ενώσεις, χωρίς τη χρήση ζωντανών οργανισμών και της «ζωικής» τους δύναμης.
Το 1828 ο Φριέντριχ Βόχλερ (Friedrich Wöhler) ισομερείωσε το θεωρούμενο ως ανόργανη ένωση κυανικό αμμώνιο (NH4CNO) σε οργανική ουρία (H2NCONH2), ένα συστατικό της ουρίνης. Παρ' όλο που ο Βόχλερ ήταν πάντα προσεκτικός και ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι διέψευσε τη θεωρία του βιταλισμού, στην πραγματικότητα τα πειράματά του αυτό ακριβώς έκαναν και γι' αυτό αποτέλεσαν ένα σημείο καμπής.
Το 1856 ο Γουΐλιαμ Χένρυ Πέρκιν (William Henry Perkin), προσπαθώντας να παραγάγει κινίνη, κατά λάθος παρήγαγε ένα οργανικό βερνίκι, που έγινε γνωστό ως το «μωβ του Πέρκιν». Το τελευταίο είχε τεράστια οικονομική επιτυχία, και έτσι η κατά λάθος ανακάλυψή του αύξησε απότομα το ενδιαφέρον για την οργανική χημεία.
Η κρίσιμη «επανάσταση» για την οργανική χημεία ήταν το θέμα της χημικής δομής, που αναπτύχθηκε ανεξάρτητα και ταυτόχρονα από τους Φρέντριχ Αυγκούστ Κεκουλέ (Friedrich August Kekulé) και Άρτσιμπαλ Σκοττ Κούπερ (Kekulé and Archibald Scott Couper in 1858) το 1858. Και οι δυο επιστήμονες πρότειναν ότι τα τετρασθενή άτομα του άνθρακα μπορούσαν να συνδέονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα ανθρακικό δίκτυο, και οι λεπτομερείς δομές των ατομικών δεσμών τους μπορούσαν να διακριθούν με επιδέξιες ερμηνείες κατάλληλα επιλεγμένων χημικών αντιδράσεων που οι ενώσεις δίνουν.
3D τύπος ουρίας, της πρώτης οργανικής ένωσης που συνθέθηκε εργαστηριακά από ανόργανη.
Η Ιστορία της Οργανικής Χημείας συνεχίστηκε με την ανακάλυψη του πετρελαίου και του διαχωρισμού του σε κλάσματα διύλισης, σύμφωνα με το εύρος των σημείων βρασμών τους. Η μετατροπή διαφορετικών τύπων ενώσεων ή διαφορετικών ενώσεων με διάφορες χημικές μεθόδους, που δημιουργήθηκαν αρχικά για τη χημεία του πετρελαίου, γέννησαν τελικά στη γέννηση της πετροχημικής βιομηχανίας, που επιτυχημένα κατασκεύασε τεχνητό καουτσούκ, διάφορα οργανικά παράγωγα, διάφορα πρόσθετα πετρελαίου βελτίωσης των ιδιοτήτων του, και φυσικά διάφορα πλαστικά.
Η φαρμακευτική βιομηχανία άρχισε την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να παράγεται η ακετυλοσαλικυλικό οξύ (περισσότερο γνωστό ως «ασπιρίνη») στη Γερμανία από την εταιρεία Bayer. Η πρώτη φορά που ένα φάρμακο συστηματικά βελτιώθηκε ήταν η ασφεναμίνη (Salvarsan). Ο Πωλ Έχρλιχ (Paul Ehrlich) και η ομάδα του εξέτασε πολλά από τα παράγωγα της επικίνδυνης τοξικής ατοξύλης και η ένωση με τον καλύτερο συνδυασμό θεραπευτικής αποτελεσματικότητας και τοξικότητας επιλέχθηκε για παραγωγή.
Παρόλο που τα πρώιμα παραδείγματα οργανικών αντιδράσεων και εφαρμογών τους ήταν συχνά ευνοϊκή περισσότερο κατά τύχη, το δεύτερο ήμισυ του 19ου άρχισε να γίνεται μάρτυρας πολύ συστηματικής μελέτης των χημικών ενώσεων.
Ο Τζονς Τζάκομπ Μπερζέλιους (Jöns Jacob Berzelius), εισήγαγε τον όρο «Οργανική Χημεία» το 1807, για τη μελέτη των χημικών ενώσεων που προέρχονται από βιολογικές πηγές.
Ο Γιενς Γιάκομπ Μπερζέλιους (Jöns Jakob Berzelius, 20 Αυγούστου 1779 – 7 Αυγούστου 1848) ήταν Σουηδός χημικός. Εργάστηκε πάνω στη σύγχρονη τεχνική της χημικής σημειογραφίας και μαζί με τον Τζον Ντάλτον, τον Αντουάν Λωράν Λαβουαζιέ και τον Ρόμπερτ Μπόιλ θεωρείται πατέρας της σύγχρονης χημείας
Πριν από το 19ο αιώνα, οι χημικοί γενικά πίστευαν ότι οι χημικές ενώσεις που λαμβάνονταν σε ζωντανούς οργανισμούς είναι τόσο πολύπλοκες που δεν μπορούσαν να συντεθούν τεχνητά από τους ανθρώπους. Σύμφωνα με την αρχή του βιταλισμού, η οργανική ύλη ήταν εφοδιασμένη με μια (μυθώδη) «ζωική δύναμη». Έτσι, ονόμασαν αυτές τις ενώσεις οργανικές και κατεύθυναν τις έρευνές τους στις ανόργανες ενώσεις, που φαινόταν πιο εύκολες στο να μελετηθούν.
Η δομή του μορίου του μεθανίου, της απλούστερης οργανικής ένωσης.
Κατά το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα, οι επιστήμονες άρχισαν, σταδιακά, να καταλαβαίνουν ότι και οι οργανικές ενώσεις μπορούσαν να συντεθούν σε ένα χημικό εργαστήριο. Πιο συγκεκριμένα, γύρω στο 1816 ο Μισέλ Χεβρέλ (Michel Chevreul) άρχισε να φτιάχνει και να μελετάει σαπούνια από διάφορα λίπη και βάσεις. Ακόμη, διαχώρισε τα διάφορα (οργανικά) οξέα ώστε, σε συνδυασμό με βάσεις, να δίνουν σαπούνια.
Αφού όλες αυτές οι ενώσεις είναι διαφορετικές μεταξύ τους, απέδειξε με αυτόν τον τρόπο ότι ήταν δυνατό να γίνουν τεχνητά χημικές αντιδράσεις σε οργανικές ενώσεις (όπως τα λίπη), παράγοντας νέες οργανικές ενώσεις, χωρίς τη χρήση ζωντανών οργανισμών και της «ζωικής» τους δύναμης.
Το 1828 ο Φριέντριχ Βόχλερ (Friedrich Wöhler) ισομερείωσε το θεωρούμενο ως ανόργανη ένωση κυανικό αμμώνιο (NH4CNO) σε οργανική ουρία (H2NCONH2), ένα συστατικό της ουρίνης. Παρ' όλο που ο Βόχλερ ήταν πάντα προσεκτικός και ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι διέψευσε τη θεωρία του βιταλισμού, στην πραγματικότητα τα πειράματά του αυτό ακριβώς έκαναν και γι' αυτό αποτέλεσαν ένα σημείο καμπής.
Το 1856 ο Γουΐλιαμ Χένρυ Πέρκιν (William Henry Perkin), προσπαθώντας να παραγάγει κινίνη, κατά λάθος παρήγαγε ένα οργανικό βερνίκι, που έγινε γνωστό ως το «μωβ του Πέρκιν». Το τελευταίο είχε τεράστια οικονομική επιτυχία, και έτσι η κατά λάθος ανακάλυψή του αύξησε απότομα το ενδιαφέρον για την οργανική χημεία.
Η κρίσιμη «επανάσταση» για την οργανική χημεία ήταν το θέμα της χημικής δομής, που αναπτύχθηκε ανεξάρτητα και ταυτόχρονα από τους Φρέντριχ Αυγκούστ Κεκουλέ (Friedrich August Kekulé) και Άρτσιμπαλ Σκοττ Κούπερ (Kekulé and Archibald Scott Couper in 1858) το 1858. Και οι δυο επιστήμονες πρότειναν ότι τα τετρασθενή άτομα του άνθρακα μπορούσαν να συνδέονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα ανθρακικό δίκτυο, και οι λεπτομερείς δομές των ατομικών δεσμών τους μπορούσαν να διακριθούν με επιδέξιες ερμηνείες κατάλληλα επιλεγμένων χημικών αντιδράσεων που οι ενώσεις δίνουν.
3D τύπος ουρίας, της πρώτης οργανικής ένωσης που συνθέθηκε εργαστηριακά από ανόργανη.
Η Ιστορία της Οργανικής Χημείας συνεχίστηκε με την ανακάλυψη του πετρελαίου και του διαχωρισμού του σε κλάσματα διύλισης, σύμφωνα με το εύρος των σημείων βρασμών τους. Η μετατροπή διαφορετικών τύπων ενώσεων ή διαφορετικών ενώσεων με διάφορες χημικές μεθόδους, που δημιουργήθηκαν αρχικά για τη χημεία του πετρελαίου, γέννησαν τελικά στη γέννηση της πετροχημικής βιομηχανίας, που επιτυχημένα κατασκεύασε τεχνητό καουτσούκ, διάφορα οργανικά παράγωγα, διάφορα πρόσθετα πετρελαίου βελτίωσης των ιδιοτήτων του, και φυσικά διάφορα πλαστικά.
Η φαρμακευτική βιομηχανία άρχισε την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να παράγεται η ακετυλοσαλικυλικό οξύ (περισσότερο γνωστό ως «ασπιρίνη») στη Γερμανία από την εταιρεία Bayer. Η πρώτη φορά που ένα φάρμακο συστηματικά βελτιώθηκε ήταν η ασφεναμίνη (Salvarsan). Ο Πωλ Έχρλιχ (Paul Ehrlich) και η ομάδα του εξέτασε πολλά από τα παράγωγα της επικίνδυνης τοξικής ατοξύλης και η ένωση με τον καλύτερο συνδυασμό θεραπευτικής αποτελεσματικότητας και τοξικότητας επιλέχθηκε για παραγωγή.
Παρόλο που τα πρώιμα παραδείγματα οργανικών αντιδράσεων και εφαρμογών τους ήταν συχνά ευνοϊκή περισσότερο κατά τύχη, το δεύτερο ήμισυ του 19ου άρχισε να γίνεται μάρτυρας πολύ συστηματικής μελέτης των χημικών ενώσεων.