Ο Καπετάν Άγρας και η ομάδα του στη λίμνη των Γιαννιτσών. |
Υπό τις συνθήκες αυτές πολυάριθμοι κυρίως νεαροί, Έλληνες αξιωματικοί προσφέρθηκαν παραιτούμενοι από τον Ελληνικό Στρατό να τεθούν επικεφαλής των ανταρτικών ομάδων και των επαναστατικών σωμάτων για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού. Τον αγώνα τους συντόνισαν ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Καλαφάτης, ο Ίων Δραγούμης από το προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, ο Λάμπρος Κορομηλάς από το προξενείο της Θεσσαλονίκης και ο δημοσιογράφος Δημήτριος Καλαποθάκης από την Αθήνα.
Άλλοι σημαντικοί Μακεδονομάχοι οπλαρχηγοί ήταν οι: Άρμεν Κούπτσιος, Τέλλος Άγρας, καπετάν Αμύντας (κατά κόσμον Νικόλαος Δουμπιώτης), Μιχαήλ Σιωνίδης, Λουκάς Κόκκινος, Κωνσταντίνος Ρίζος, Γεώργιος Μόδης, Γεώργιος Γιώτας, Κωνσταντίνος Χρήστου, Ευάγγελος Νάτσης, Φιλόλαος Πηχεών, Ιωάννης Ράλλης, Σταύρος Ρήγας, Δούκας Γαϊτατζής, Θεοχάρης Κούγκας, Μανώλης Ξυλούρης-Τζιτζής, Κωνσταντίνος Μαζαράκης, Κωνσταντίνος Γαρέφης, Γεώργιος Παπαστεφάνου, Λαμπρινός Βρανάς, Στέφανος Παπαγάλος, Γεώργιος Δικώνυμος, Χρήστος Βέσκος, Νικόλαος Τσοτάκος, Γεώργιος Ζουρίδης, Χρήστος Δρεμλής, Γεώργιος Σεϊμένης, Αριστείδης Μαργαρίτης, Ζαχαρίας Παπαδάς, Παύλος Κύρου, Γεώργιος Γιαγκλής, Γεώργιος Στρατινάκης, Αριστείδης Κιτράκης, Γεώργιος Κακουλίδης, Νικόλαος Ρόκας, Χρυσόστομος Χρυσομαλλίδης κ.ά.
Όχι μόνον από την Κρήτη αλλά και από τη Μάνη είχε συγκροτηθεί σώμα από μερικές δεκάδες εθελοντές υπό τον Αντώνιο Βλαχάκη (Καπετάν Λίτσα) με οπλαρχηγούς, μεταξύ άλλων, τον Ευάγγελο Μπαϊρακταρέα (Καπετάν Ακίλλα) και τους εξαδέλφους Λεωνίδα και Παναγιώτη Πετροπουλάκη από το Γύθειο. Οι τρεις αυτοί μαζί με άλλους εννέα αγωνιστές είχαν ηρωικό θάνατο σε μάχη κατά Τούρκων και Βουλγάρων στο χωριό Οσνίτσανη (Καστανόφυτο). Σχετικά με αυτή τη μάχη υπάρχει το εξής τραγούδι σε ύφος δημώδες:
Σάββατο βράδυ είμαστε κοντά σε μοναστήρι
Κι’ ο Λίτσας ήταν σκεφτικός κι’ όλο συλλογισμένος
Τους αρχηγούς εκάλεσε και τον Πετροπουλάκη.
Να ετοιμαστούνε τα παιδιά στον πόλεμο να πάμε,
Βουργάρους για να κάψουμε, ταμπούρια για να φάμε.
Τη χαραυγή κινήσαμε και πάμε στην Οσνίτσα,
Άϊντε Λίτσα μου καημένε και στον κόσμο παινεμένε...
Ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν κατά πολύ και ένας αγώνας πρακτόρων. Το Γενικό Κέντρο Αμύνης έστειλε σε διάφορα μέρη ριψοκίνδυνους αξιωματικούς που οργάνωσαν τον αγώνα κατά του Βουλγαρισμού και λειτούργησαν είτε κρυφά ως πράκτορες είτε φανερά ως υπάλληλοι του Ελληνικού Προξενείου. Στην περιοχή της Καβάλας στάλθηκαν ο Στυλιανός Μαυρομιχάλης (Μαυρομάτης), ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος, ο υπολοχαγός Αθανάσιος Μάρκου και ο Μανιάτης ανθυπολοχαγός Λεωνίδας Μπεχράκης (καπετάν Νικήτας).
Σημαντική συνεισφορά στο Μακεδονικό Αγώνα είχαν και πρόσωπα που υπηρετούσαν σε κομβικές θέσεις, όπως ο μικρασιατικής καταγωγής πρωτοσύγκελλος της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης Αιμιλιανός Λαζαρίδης.
Ο Παύλος Μελάς (καθιστός στην πρώτη σειρά) με την ομάδα του |
Μετά το θάνατό του, οι Έλληνες άρχισαν να επικρατούν σε όλη σχεδόν τη Μακεδονία συμπεριλαμβανομένων και των περιοχών στις οποίες η βουλγαρική επιρροή προηγουμένως ήταν τόσο έντονη ώστε να έχει εξελιχθεί σε κράτος εν κράτει (Καστοριά, Φλώρινα και Έδεσσα-Γιαννιτσά).
Στις μνήμες των περισσότερων ο Μακεδονικός Αγώνας συνδέεται με τον αγώνα του Τέλλου Άγρα στη Λίμνη των Γιαννιτσών μέσα από τις συγκλονιστικές αφηγήσεις της Πηνελόπης Δέλτα στο βιβλίο της «Στα Μυστικά του Βάλτου»
Κομιτατζήδες
Κύριοι αντίπαλοι των ελληνικών ενόπλων σωμάτων ήταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες. Το «Μακεδονικό Κομιτάτο» είχε από νωρίς οργανώσει ένα δίκτυο από παραστρατιωτικές ομάδες, οι άντρες των οποίων είχαν επιδοθεί σε ένα όργιο βίας και τρομοκρατίας του ελληνικού και όχι μόνο στοιχείου της Μακεδονίας (ενδεικτικά το 1903, μόνο στη Θεσσαλονίκη είχαν προβεί σε βομβιστικές επιθέσεις κατά της Μητρόπολης και άλλων κτηρίων ελληνικών ιδιοκτησιών, αλλά και στην ανατίναξη του γαλλικού πλοίου Γκουανταλκιβίρ και της Οθωμανικής Τράπεζας).
Ο όρος κομιτατζήδες στη Μακεδονία χρησιμοποιούταν για να χαρακτηρίσει τους εξαρχικούς ελληνικής καταγωγής που μεταστράφηκαν και υπηρετούσαν τους σκοπούς της Βουλγαρίας, διαχωρίζοντάς τους έτσι από τους καθαυτό Βούλγαρους.
Σημαντικά στελέχη των Κομιτατζήδων ήταν ο ιδρυτής τους Γκότσε Ντέλτσεφ (ετιμάτο ως εθνικός ήρωας στη Βουλγαρία μέχρι το 1946 όταν με την αλλαγή της πολιτικής της Βουλγαρίας στο Μακεδονικό, το μουσείο του έκλεισε και τα περιεχόμενα του μαζί με τα οστά του μεταφέρθηκαν στα Σκόπια της νεοϊδρυθείσας ΓΔΜ), ο Αποστόλ Πέτκωφ, ο Νίκολα Κάρεφ, ο Γιάνε Σαντάνσκι κ.α.
Ενόψει της προετοιμασίας της Εξέγερσης του Ίλιντεν (20 Ιουλίου 1903) χρίζονται οι τοπικοί ηγέτες και τέλος του Αυγούστου 1902 πραγματοποιείται στο Σιδηροχώρι Καστοριάς συνάντηση του απεσταλμένου του Τσόντσεφ από το περιβάλλον της βουλγαρικής ανωτάτης αρχής Γιάγκωφ με τους τοπικούς ηγέτες, που δηλώνουν ότι δεν είναι έτοιμοι για μια τέτοια εξέγερση, αντιδρώντας μερικοί και στη βουλγαρική πρωτοβουλία. Ένα μήνα περίπου μετά την εξέγερση καίγονται τα περισσότερα χωριά από τους Οθωμανούς, μερικά ολοσχερώς και τον Οκτώβριο του 1904 σκοτώνεται στη Στάτιστα ο Παύλος Μελάς. Με το κίνημα των Νεότουρκων το 1908 αναστέλλεται κάθε εμπόλεμη δραστηριότητα μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913.
Ως απάντηση στο Βουλγαρικό Μακεδονικό Κομιτάτο δημιουργήθηκε στην Αθήνα το Ελληνικό Μακεδονικό Κομιτάτο. Υπό την προεδρία του Δημητρίου Καλαποθάκη, διευθυντού της εφημερίδας "Εμπρός", και με τη συμμετοχή του Στέφανου Δραγούμη, στρατολογούσε εθελοντές για την υπεράσπιση της Μακεδονίας. Έτσι στα μακεδονικά βουνά παρουσιάστηκαν Έλληνες αγωνιστές απ' όλα τα μέρη της τότε Ελλάδας για την υπεράσπιση του ελληνικού μακεδονικού πληθυσμού.
Ο Μακεδονικός Αγώνας ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς (ειδικότερα στα Κορέστεια) και περί το τέλος του είχε επεκταθεί σ΄ όλη τη σημερινή Μακεδονία, μέχρι και των περιοχών του Μοναστηρίου, Γευγελής, Δοϊράνης κ.λ.π. Σκοπός των αντιπάλων ήταν ο εκφοβισμός ή η εξόντωση των αντίθετων στοιχείων και ο προσεταιρισμός του πληθυσμού προς την Βουλγαρική και την Ελληνική Εκκλησία και εθνικό φρόνημα, δράση η οποία γρήγορα εξελίχθηκε σε αγώνα αλληλοεξόντωσης των εκατέρωθεν ενόπλων τμημάτων.