Πρόεδρος της Δεύτερης Δημοκρατίας εκλέχτηκε ο Λουδοβίκος Ναπολέοντας, που διέλυσε την εθνοσυνέλευση και στέφθηκε αυτοκράτορας το 1852. Τα επεκτατικά του σχέδια τόσο στο στρατιωτικό τομέα όσο και στο διπλωματικό επίπεδο έφεραν τη Γαλλία μπροστά σε νέα οικονομική αδυναμία. Τη στιγμή αυτή διάλεξε το ισχυρό πρωσικό βασίλειο υπό την ηγεσία του Βίσμαρκ για να κηρύξει τον πόλεμο τον Ιούλιο του 1870. Οι ειρηνευτικοί όροι υπήρξαν βαρύτατοι για την Γαλλία, της οποίας ο στρατός κατατροπώθηκε σε τρεις μήνες.
Η δεύτερη αυτοκρατορία καταλύθηκε με το τέλος του γερμανογαλλικού πολέμου και με την προσάρτηση του μεγαλύτερου τμήματος της Αλσατίας και της Λωραίνης στο πρωσικό βασίλειο. Μετά τη συνθήκη του 1871, οι Γάλλοι επαναστάτησαν και ανακήρυξαν ξανά τη Γαλλία δημοκρατία. Οι εργάτες και φιλελεύθεροι του Παρισιού,εγκαθίδρυσαν δική τους εξουσία, τη γνωστή Παρισινή Κομμούνα. Ο στρατός των Βερσαλλιών κατέλυσε την Κομμούνα και με την Τρίτη Δημοκρατία η Γαλλία μπήκε σε νέα περίοδο ανάπτυξης.
Ναπολέων Γ΄
Εξελέγη πρόεδρος της Δεύτερης Γαλλικής Δημοκρατίας (1848-1852) με σημαντική πλειοψηφία. Αργότερα, μάλιστα, τον Δεκέμβριο του 1851 όταν τέθηκε το ζήτημα της δεκαετούς προεδρίας, η έκφραση της λαϊκής γνώμης υπήρξε πανηγυρική.
Τον Ιανουάριο του 1852 δημοσιεύτηκε το νέο Σύνταγμα, αλλά ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ακολουθώντας το σύστημα του Μεγάλου Ναπολέοντα, προχωρούσε προς την κατάκτηση του στέμματος. Δεν είχε περάσει χρόνος και στις 2 Δεκεμβρίου του 1852 με νέα έκκληση στο λαό και συντριπτική πλειοψηφία ανασυστάθηκε η αυτοκρατορία (Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία).
Η αυτοκρατορία του Ναπολέοντα Γ΄ άρχισε με τους καλύτερους οιωνούς. Ο αυτοκράτορας επεδίωξε με κάθε μέσο την αύξηση του κοινωνικού και δημόσιου πλούτου: έστρωσε ολόκληρη τη Γαλλία με σιδηροδρομικές γραμμές, ίδρυσε πολυάριθμα φιλανθρωπικά καταστήματα και έδωσε τεράστια ανάπτυξη στη βιομηχανία και το εμπόριο της χώρας. Ο ίδιος διαπραγματεύτηκε την πρώτη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Αγγλία, η οποία ακολουθήθηκε από παρόμοιες συμφωνίες και με άλλους ευρωπαϊκούς εμπορικούς εταίρους της Γαλλίας. Επίσης εισήγαγε στα δημόσια σχολεία τα πρώτα μαθήματα σύγχρονων γλωσσών, τέχνης, μουσικής και γυμναστικής, ενώ έκανε υποχρεωτική την ιστορία και τη γεωγραφία.
Πολλοί ιστορικοί κατηγορούν τον Ναπολέοντα Γ΄ ότι εισήγαγε στις αστικές και λαϊκές τάξεις την πολυτέλεια της ζωής, από τη μεγάλη ανάπτυξη του πλούτου και το παράδειγμα που έδινε η αυλή. Επίσης τον κατηγορούν ότι επιδίωξε με πολέμους, από τους οποίους η Γαλλία ελάχιστα ωφελήθηκε, να δώσει στην αυτοκρατορία πολεμική αίγλη.
Η αυτοκρατορία βρισκόταν ήδη σε παρακμή. Ο ίδιος ο Ναπολέων ήταν άρρωστος και δεν είχε τη δύναμη ν' αντιταχθεί αποτελεσματικά στην αντίδραση των δημοκρατικών. Ο πόλεμος με την Πρωσία επιζητήθηκε για να αποσπάσει την προσοχή του λαού από την εσωτερική πολιτική. Με τον πόλεμο αυτό σκόπευαν οι Γάλλοι στην κατάκτηση των επαρχιών του Ρήνου. Τον πόλεμο όμως τον επιδίωκε και ο Όττο φον Μπίσμαρκ, ο οποίος είχε πλήρη γνώση της στρατιωτικής ανικανότητας της Γαλλίας όπως και την έλλειψη κάθε συμμαχίας με άλλες δυνάμεις. Έτσι στις 15 Ιουλίου του 1870 κηρύχτηκε ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος.
Ο Ναπολέων Γ΄ τέθηκε επικεφαλής του στρατεύματος, αλλά άρρωστος όπως ήταν δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει. Μετά τις αποτυχίες στη Λωρραίνη και την υποχώρηση στο Μετς, ο Ναπολέων ήθελε να υποχωρήσει στο Παρίσι αλλά φοβόταν επανάσταση και γι' αυτό προτίμησε να προχωρήσει μπροστά με τον στρατηγό Μακ Μαόν. Στις 30 Αυγούστου του 1870 ο αυτοκράτορας έφτασε στο Σεντάν, στο φρούριο του οποίου είχε συγκεντρωθεί ο γαλλικός στρατός. Την επομένη απηύθηνε τον τελευταίο λόγο του στον στρατό και την 1η Σεπτεμβρίου άρχισε η μάχη.
Κατά τη μάχη εκείνη επιτελέστηκαν θαύματα ανδρείας από τους Γάλλους στρατιώτες, που προκάλεσαν τον θαυμασμό των αντιπάλων τους. Αλλά εξαιτίας της κακής διοίκησης, οι Γάλλοι δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στις στρατιές των Πρώσων. Την ίδια μέρα έγινε συνθηκολόγηση, κατά την οποία κατέθεσαν τα όπλα και αιχμαλωτίστηκαν 87.000 άνδρες.
Ο Ναπολέων Γ΄ παρέδωσε το ξίφος του στον βασιλιά Γουλιέλμο Α΄ της Πρωσίας και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στο Ανάκτορο του Βιλχελμσχόε, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου.
Στις 4 Σεπτεμβρίου ξέσπασε επανάσταση στο Παρίσι. Η αυτοκρατορία κατέρρευσε δίνοντας την θέση της στην Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία (1870-1942). Η Γαλλική συνέλευση που συγκλήθηκε στο Μπορντό κήρυξε τον Ναπολέοντα Γ΄ έκπτωτο του θρόνου και υπεύθυνο για τις καταστροφές του πολέμου.
Μετά τη συνθηκολόγηση της ειρήνης, ο Ναπολέων απαλλάχτηκε από την αιχμαλωσία και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία
Η Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία ήταν το σύστημα κυβέρνησης της Γαλλίας από το 1870, με την κατάρρευση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου, μέχρι το 1940 με την ήττα της Γαλλίας από τη Γερμανία στον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν το πρώτο γαλλικό καθεστώς που σταθεροποιήθηκε από το 1789, καθώς μετά τη Γαλλική Επανάσταση η Γαλλία βίωσε μέσα σε 80 χρόνια επτά πολιτικά καθεστώτα: τρεις συνταγματικές μοναρχίες, δύο εφήμερες δημοκρατίες (για δώδεκα και τέσσερα χρόνια) και δύο αυτοκρατορίες.
Claude Monet, La Rue Montorgueil à Paris. Fête du 30 juin 1878 (détail) |
Adolphe Thiers
Ο Αδόλφος Θιέρσος (Adolphe Thiers, 15 Απριλίου 1797 - 3 Σεπτεμβρίου 1877) ήταν Γάλλος πολιτικός και ιστορικός. Διατέλεσε αρχηγός του κράτους στη Γαλλία από το 1871 έως το 1873, ενώ είχε διατελέσει και πρωθυπουργός επί βασιλείας Λουδοβίκου Φιλίππου. Είναι περισσότερο γνωστός για την καταστολή της Παρισινής Κομμούνας κατά την οποία κατόπιν δικών του εντολών, συνελήφθησαν δεκάδες χιλιάδες εργάτες και άλλοι σοσιαλιστές, από τους οποίους 50.000 εκτελέστηκαν, ενώ είχαν σκοτωθεί και 30.000 κατά τη διάρκεια των μαχών..
Παρισινή Κομμούνα
Η Παρισινή Κομμούνα ήταν η εργατική επαναστατική κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε στο Παρίσι μετά την εξέγερση της εθνοφρουράς και των εργατών της πόλης και διήρκεσε από τις 26 Μαρτίου του 1871 μέχρι τις 28 Μαΐου της ίδιας χρονιάς.
Με το τέλος του γαλλοπρωσικού πολέμου το Παρίσι ήταν υπό πρωσική κατοχή. Ο λαός και η εθνοφρουρά του Παρισιού ωστόσο, ενώ είχαν αντέξει πρωτύτερα την πρωσική πολιορκία για έξι μήνες, αρνήθηκαν τη συνακόλουθη πρωσική κατοχή αποκλείοντας τους Πρώσους σε μία μικρή περιοχή του Παρισιού και αστυνομεύοντας τα «σύνορα» της περιοχής αυτής. Η κυβέρνηση της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας με πρόεδρο τον Αδόλφο Θιέρσο (Αντόλφ Τιερ) φοβήθηκε ότι οι εργάτες του Παρισιού θα έπαιρναν τα όπλα της εθνοφρουράς και θα προκαλούσαν τους Πρώσους και έτσι στις 18 Μαρτίου ο Γαλλικός Στρατός μπήκε στο Παρίσι. Η εθνοφρουρά του Παρισιού όμως αρνήθηκε να παραδώσει τα όπλα. Ο στρατός υποχώρησε στις Βερσαλλίες και η κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στις δυνάμεις που κρατούσαν το Παρίσι.
Στις 26 Μαρτίου το Παρίσι εξέλεξε καινούργιο δημοτικό συμβούλιο, με πρόεδρο τον Λουί Ογκίστ Μπλανκί (Louis Auguste Blanqui 1805-1881) που ήταν φυλακισμένος από την κυβέρνηση, και στις 28 Μαρτίου ανακηρύχθηκε η Παρισινή Κομμούνα. Ο στρατός της πόλης αντικαταστάθηκε από πολιτοφυλακή αποτελούμενη από όλους τους πολίτες που μπορούσαν να πολεμήσουν. Η Κομμούνα πήρε σχεδόν αμέσως μέτρα προς εύνοια των εργατών: επέβαλε πάγωμα των τιμών στα ενοίκια κατά τη διάρκεια του πολέμου, απαγόρευσε στα ενεχυροδανειστήρια να πουλούν αγαθά καθώς οι εργάτες αναγκάστηκαν να βάλουν ενέχυρο τα εργαλεία τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, κρατικοποίησε την εκκλησιαστική περιουσία, ανέβαλε την υποχρέωση καταβολής των χρεών, εξίσωσε τους μισθούς των υπαλλήλων και τους επέβαλε ανώτατο όριο και κατήργησε τους τόκους.
Ο στρατός των Βερσαλλιών επιτέθηκε στο Παρίσι στις 2 Απριλίου και από τότε το Παρίσι βρισκόταν υπό συνεχή βομβαρδισμό. Όσοι Κομμουνάροι αιχμαλωτίζονταν εκτελούνταν αμέσως και το πλεονέκτημα του στρατού ήταν τέτοιο ώστε από τα μέσα Απριλίου σταμάτησε κάθε διαπραγμάτευση με το Παρίσι. Το τείχος της πόλης καταλήφθηκε στις 21 Μαΐου, αλλά η σκληρότερη αντίσταση σημειώθηκε στις ανατολικές εργατικές συνοικίες του Παρισιού όπου οι οδομαχίες συνεχίστηκαν για ακόμα οκτώ μέρες, που έμειναν στην ιστορία ως η "Ματωμένη Βδομάδα" (La semaine sanglante). Καθ' όλη την διάρκεια της επέλασης των κυβερνητικών στρατευμάτων θανατώθηκαν πολλοί άμαχοι, και σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές μόνο κατά τη "Ματωμένη Βδομάδα" σκοτώθηκαν 17.000 Παριζιάνοι ενώ άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό σε 30.000. Οι τελευταίοι 147 Κομμουνάροι εκτελέστηκαν το απόγευμα της 28ης Μαΐου στο νεκροταφείο Περ Λασέζ όπου είχαν οχυρωθεί, σε ένα σημείο που σήμερα είναι γνωστό ως Τοίχος των Κομμουνάρων. Οι απώλειες των κυβερνητικών το ίδιο διάστημα ήταν 1.000. Συγκριτικά, την περίοδο της τρομοκρατίας κατά την πρώτη Γαλλική Επανάσταση, που διήρκεσε ενάμιση χρόνο, οι νεκροί ήταν 19.000.
1870 - 1900
Οι γαλλικοί συνταγματικοί νόμοι του 1875 καθόρισαν τη σύνθεση της Τρίτης Δημοκρατίας. Η νομοθετική εξουσία ανατέθηκε σε δύο σώματα: μια Βουλή Αντιπροσώπων, που εκλεγόταν με καθολική ψηφοφορία, και μια Γερουσία, που εκλεγόταν από περιορισμένο αριθμό εκλογέων. Βουλευτές και γερουσιαστές εξέλεγαν από κοινού τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Συζητήσεις για την αποκατάσταση της μοναρχίας κυριαρχούσαν στη θητεία των δύο πρώτων προέδρων της Δημοκρατίας Αντόλφ Τιέρ και Πατρίς ντε Μακ Μαόν, αλλά η σύγχυση ως προς τη φύση αυτής της μοναρχίας και σχετικά με το πρόσωπο που θα έπρεπε να ανεβεί στο θρόνο, η αυξανόμενη υποστήριξη της δημοκρατικής κυβέρνησης από το γαλλικό πληθυσμό και μια σειρά δημοκρατικών προέδρων κατά τη δεκαετία του 1880 απέτρεψαν όλα τα σχέδια για μια μοναρχική αποκατάσταση. Έτσι, η Τρίτη Δημοκρατία, η οποία αρχικά προοριζόταν ως προσωρινή κυβέρνηση, αντ 'αυτού έγινε μόνιμη κυβέρνηση και παρέμεινε για εβδομήντα χρόνια, γεγονός που την καθιστά το μακροβιότερο σύστημα διακυβέρνησης στη Γαλλία μετά την κατάρρευση του Παλαιού Καθεστώτος το 1789.
Η Τρίτη Δημοκρατία είναι επίσης μια περίοδος που χαρακτηρίζεται από μια σειρά κοινωνικών μεταρρυθμίσεων που η κοινωνία επιθυμούσε διακαώς. Στο εξωτερικό δημιουργήθηκαν πολλές νέες γαλλικές αποικίες, μεταξύ των οποίων η γαλλική Ινδοκίνα, η γαλλική Μαδαγασκάρη, η Γαλλική Πολυνησία και μεγάλες περιοχές της Δυτικής Αφρικής, όλες αποκτήθηκαν κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
H πολιτική ζωή ήταν έντονα πολωμένη. Στα αριστερά βρίσκονταν η μεταρρυθμιστική Γαλλία, κληρονόμος της Γαλλικής Επανάστασης. Στα δεξιά υπήρχε η συντηρητική Γαλλία, με ρίζες στην αγροτιά, τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και το στρατό.
Η γαλλική πολιτική της Γ΄ Δημοκρατίας, αν και αρχικά είχε ξεκινήσει με πολλές αμφιβολίες, είχε πλέον εδραιωθεί και μάλλον ευημερούσε. Τα οικονομικά όμως σκάνδαλα, όπως η υπόθεση του Παναμά όπου είχαν εγκαταλειφθεί οι εργασίες διάνοιξης της διώρυγας είχε ως συνέπεια αφενός οι μέτοχοι της εταιρείας να χάσουν τεράστια ποσά, (περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο γαλλικά φράγκα), αφετέρου το Κοινοβούλιο να μη χαίρει καμίας εκτίμησης από τους Γάλλους, εκτός από τους συμμετέχοντες στο καθεστώς. Η δε ηρεμία του εργατικού μετώπου μάλλον αποδείκνυε την απαξίωση παρά την ευημερία.
Στον δε διεθνή χώρο, κατά τη δεκαετία του 1890 και μετά, η Γαλλία είχε αποκαταστήσει την παρουσία της σε αποικιακές επεκτάσεις εξισορροπώντας την συντριπτική ήττα που είχε υποστεί από την Πρωσία το 1870, δεν είχε όμως εκλείψει νέος κίνδυνος από την ασφυκτική γύρω της συμμαχία της Γερμανίας, της Αυστροουγγαρίας και της Ιταλίας. Το γεγονός αυτό σε συνάρτηση με την αποξένωσή της από την Μεγάλη Βρετανία, είχε οδηγήσει την Γαλλία σε μία μυστική συμμαχία με τον τσάρο της Ρωσίας, που όμως ελάχιστη ασφάλεια μπορούσε να παρέχει.
Συνέπεια όλων των παραπάνω και με δεδομένο ότι η Γαλλία δεν είχε παραιτηθεί των αξιώσεών της επί της Λωρραίνης και της Αλσατίας (εδάφη που είχε χάσει και για τα οποία είχε ανεγείρει δύο αλληγορικά αγάλματα), ήταν ο γαλλικός λαός να έχει περιβάλει τον στρατό με μια ιδιαίτερη ιερότητα, ενώ το γενικό επιτελείο να το θεωρεί σεβάσμιο ιερατείο της προστασίας της χώρας, πιστεύοντας ότι κάποια στιγμή αναπόφευκτα νέος πόλεμος θα ξεσπάσει. Έτσι μπορεί να ερμηνευτεί το έντονο ενδιαφέρον των Γάλλων για τον στρατό τους και για καθετί που συνέβαινε σ' αυτόν και ειδικότερα αν άκουγαν για προδοσία ή σύλληψη πράκτορα.
Υπόθεση Ντρέιφους
Στις 15 Οκτωβρίου 1894 ο αξιωματικός του πυροβολικού Άλφρεντ Ντρέιφους συνελήφθη για προδοσία, μία κατηγορία που βασίστηκε σε απλές υποψίες και κυρίως στην εβραϊκή καταγωγή του. Οδηγήθηκε ενώπιον στρατοδικείου και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, σε καθεστώς πλήρους απομόνωσης, στο Νησί του Διαβόλου, στη Γαλλική Γουινέα.
Η υπόθεση πήρε γρήγορα μεγάλες διαστάσεις. Έγινε πολιτικό και ιδεολογικό λάβαρο, δίχασε βαθιά τη Γαλλία, συντάραξε τα θεμέλια της Γαλλικής Δημοκρατίας, και έφερε στο φως δηλητηριώδεις χυμούς που διαπότιζαν το σώμα της γαλλικής κοινωνίας, όπως π.χ. το ανερχόμενο κύμα αντισημιτισμού. Ο στρατός, όταν διαπίστωσε το λάθος, χρησιμοποίησε κάθε μέσο για να το συγκαλύψει.
Στο πλευρό του Ντρέιφους τάχθηκαν προοδευτικοί πολιτικοί, σοσιαλιστές και διανοούμενοι, όπως ο Εμίλ Ζολά, ο οποίος στις 13 Ιανουαρίου του 1898 δημοσίευσε στην εφημερίδα «L' Aurore» μια ανοιχτή επιστολή προς τον πρόεδρο της χώρας, υπό τον τίτλο «Κατηγορώ».
Το κείμενο αυτό αποτέλεσε την κύρια αιτία για την αναψηλάφηση της υπόθεσης, που οδήγησε τελικά στην αθώωση του Ντρέιφους, ο οποίος στις 12 Ιουλίου του 1906 επέστρεψε στο σύνταγμά του, με το βαθμό που είχε πριν από τη μακρόχρονη δικαστική του περιπέτεια.