Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Μπαλέτο

Το μπαλέτο είναι είδος χορού, με καταγωγή από την Ιταλία του 15ου αιώνα, το οποίο αργότερα εξελίχθηκε στη σκηνική του μορφή, κυρίως στη Γαλλία και τη Ρωσία. Στην πρώιμη μορφή του απουσίαζε η χρήση σκηνικών και λάμβανε χώρα σε μεγάλες αίθουσες συναθροίσεων, όπου οι θεατές καταλάμβαναν τις θέσεις μπροστά και εκατέρωθεν της σκηνής. Έκτοτε έχει εξελιχθεί σε είδος χορού υψηλών τεχνικών απαιτήσεων, με δική του ορολογία και δομική σύσταση. Η μουσική συνοδεία είναι κατά κύριο λόγο από το ρεπερτόριο της κλασικής μουσικής.

Στις απαρχές του μπαλέτου κατά την Ιταλική Αναγέννηση, ο εν λόγω χορός αποτέλεσε χορευτική παράφραση της ξιφασκίας· σύντομα εξήχθη στη γαλλική αυλή της Αικατερίνης των Μεδίκων, ενώ επί Λουδοβίκου ΙΔ΄ τα επί μέρους στοιχεία του καθορίστηκαν από τον Πιέρ Μπωσάν (Pierre Beauchamp).

Το 1661 ιδρύεται ο πρώτος χορευτικός θίασος (το λεγόμενο Corps de ballet), το Μπαλέτο της Όπερας των Παρισίων (Ballet de l'Opéra de Paris), ως παράρτημα στη Βασιλική Ακαδημία Χορού (Académie Royale de la Danse)· στην «καθέλκυση» αυτή οφείλεται και η ευρεία χρήση της γαλλικής γλώσσας στο λεξιλόγιο του μπαλέτου. 

 Τον 17ο αιώνα, στην εποχή του Louis XIV, το μπαλέτο γνώρισε μεγάλη άνθιση, ως ψυχαγωγικό μέσο της Αυλής.

Δεν είναι λοιπόν παράξενο το ότι οι πλειοψηφία της ορολογίας του χορού αποτελείται από γαλλικές λέξεις. Όλοι οι ρόλοι ερμηνεύονταν από άνδρες χορευτές, οι οποίοι μεταμφιέζονταν σε γυναίκες για την ενσάρκωση των γυναικείων ρόλων. Μετά το 1708 το μπαλέτο έγινε προσιτό και στο ευρύτερο κοινό με παραστάσεις που δίνονταν σε θέατρα από άντρες και γυναίκες χορευτές.

Η «απελευθέρωση» του μπαλέτου από την Αυλή σηματοδότησε ριζικές αλλαγές στον χορό. Καθιερώθηκαν οι πέντε κλασσικές θέσεις των πελμάτων, που θέτουν τα θεμέλια για την στάση του σώματος και τις κινήσεις του χορευτή και οι χορευτικές στολές οι οποίες μέχρι τότε ήταν υπερφορτωμένες με διακοσμήσεις, μακριές φούστες και ψηλοτάκουνα παπούτσια, σχεδιάστηκαν από την αρχή έτσι ώστε να επιτρέπουν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων.

Οι άντρες άρχισαν να φορούν κολάν, ενώ οι γυναίκες φορούσαν φούστες με μήκος κάτω από το γόνατο και κολάν. Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια αντικαταστάθηκαν από παπούτσια χωρίς τακούνι, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως τα πρώτα παπούτσια «μπαλαρίνες».

Η πιο γνωστή και δημοφιλής απόχρωση του μπαλέτου είναι αυτή που αναπτύχθηκε την εποχή του Ρομαντισμού (το λεγόμενο Ballet blanc =λευκό μπαλέτο), κατά την οποία το βάρος πίπτει στην κορυφαία του χορού (τη λεγόμενη πρίμα μπαλαρίνα), που ως πρωταγωνιστικός ρόλος αποκλείει την ανάδειξη σχεδόν όλων των άλλων· καλείται να εκτελέσει δύσκολες τεχνικές, που περιλαμβάνουν κατακόρυφη κίνηση στηριζόμενη στα δάκτυλα του ποδιού (en pointe), πιρουέτες και λοιπές ακροβατικές κινήσεις δεξιοτεχνίας, ενώ έχει καθιερωθεί η ένδυσή της με τη λεγόμενη γαλλική τουτού (κοντό φόρεμα από λευκό τούλι που αφήνει εκτεθειμένους τους μηρούς και επιτρέπει έτσι την ελευθερία κινήσεων).

Η εξέλιξη του μπαλέτου περιλαμβάνει τα είδη του εξπρεσιονιστικού και νεοκλασικού μπαλέτου, αλλά και στοιχεία του σύγχρονου χορού.


Τον 18ο αιώνα τέθηκαν για πρώτη φορά οι βασικές αρχές του ballet d'action, από τον Jean Georges Noverre. Έτσι οι παραστάσεις άρχισαν να θυμίζουν θεατρικά έργα, με τους χορευτές να ερμηνεύουν ρόλους παρουσιάζοντας μία ιστορία (συνήθως από την μυθολογία), με μουσική συνοδεία και σκηνικά.
Ακολούθησε η «Ρομαντική περίοδος» του μπαλέτου, κατά την οποία διέπρεψαν κυρίως γυναίκες χορεύτριες (prima ballerina), ενώ οι άντρες αναλάμβαναν «βοηθητικό» ρόλο. Τα μυθολογικά θέματα αντικαταστάθηκαν από ιστορίες αγάπης και παραμύθια, ενώ οι χορευτές άρχισαν να χορεύουν για πρώτη φορά sur les pointes (στις μύτες). Εκείνη την περίοδο εμφανίστηκαν και οι πρώτες tutu (κοντές φούστες από τούλι) που ελευθέρωναν ολόκληρα τα πόδια.

Στον 18ο αιώνα, παρά τις μεταρρυθμίσεις του Ζαν-Ζωρζ Νοβέρ, το μπαλέτο εξέπεσε σε παρακμή στη Γαλλία μετά το 1830, ωστόσο συνεχίστηκε στην Ιταλία, τη Ρωσία και τη Δανία. Επιστρέφει στο ευρωπαϊκό προσκήνιο λίγο πριν τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσω ενός ρωσικού θιάσου, τα περίφημα πλέον Ρωσικά Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιάγκιλεφ· ο εν λόγω θίασος αποτέλεσε καταφύγιο για πολλούς Ρώσους χορευτές, σε μια εποχή που η ανησυχία και η πείνα ήταν σε έξαρση, αποτέλεσμα και της Οκτωβριανής Επανάστασης των Μπολσεβίκων.

Μαζί τους μεταλαμπάδευσαν στη Δυτική Ευρώπη τους χορογραφικούς και υφολογικούς νεωτερισμούς, που άνθιζαν άλλοτε υπό τη βασιλεία των Τσάρων.

Τον 20ό αιώνα, το μπαλέτο αποτελεί μείζονα παράγοντα επιρροής στο πλαίσιο του σκηνικού χορού γενικότερα, και ταυτόχρονα διευρύνει τα υφολογικά του στοιχεία.

Ο Αμερικανός χορογράφος George Balanchine εδραιώνει αυτό που πλέον αναγνωρίζεται ως νεοκλασικό μπαλέτο, ενώ περαιτέρω εξελίξεις περιλαμβάνουν τον σύγχρονο χορό, το μετα-στρουκτουραλιστικό μπαλέτο, όπως κυρίως εκφράζεται μέσα από το έργο του Αμερικανού William Forsythe, ο οποίος εδρεύει στη Γερμανία.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου