Το 1808, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών δημιουργήθηκε με τη βοήθεια του Κολλεγίου Ιατρών του Λονδίνου, με σκοπό να προτρέψει τον κόσμο στον εμβολιασμό (G.Davey – Smith, Dan-iel Dorling and Mary Shaw, 2001, σσ. LIX). Το 1834 ορίζεται μια επιτροπή που θα εποπτεύει τη τήρηση του Νόμου, με γραμματέα τον Ε. Τσάντγουικ ο οποίος εξετάζει τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της Βρετανίας (Fraser,2003,σ.45,47,48,49,56, G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ. LXI, parliament.uk).
Ο Edwin Chadwick στο έργο του Report on the sanitary conditions of the labouring population of Great Britain, μας παρουσιάζει τις άθλιες συνθήκες ζωής των κατοίκων της Βρετανίας. Το κείμενο του αναφέρθηκε στην Επιτροπή Υγείας υπό πρωθυπουργία Earl Gray το 1832. Το 1834 γίνεται νόμος (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ.45)
Το 1840 δόθηκε σε όλο το έθνος η δυνατότητα δωρεάν εμβολιασμό από το κράτος. Απαγορεύτηκε η μαθητεία σε οποιοδήποτε παιδί κάτω των 16. Η αναφορά της Επιτροπής στην οποία ήταν γραμματέας ο Τσαντγουικ περιγράφει τις άθλιες συνθήκες ζωής στις περιοχές των εργοστασίων και προτείνει να ληφθούν μέτρα για την πρόληψη των μολυσματικών ασθενειών (και έτσι έχουμε και το έργο του Τσάντγουικ το 1842). Τρία χρόνια μετά γίνεται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός σε νεογέννητα μέχρι τον τέταρτο μήνα, χωρίς όμως κάποιος να ελέγχει αν κάτι τέτοιο τηρείται.
Ένα χρόνο μετά η Επιτροπή για την Υγειονομική Περίθαλψη των φτωχών προτείνει να επεκταθούν οι ιατροφαρμακευτικές παροχές στους φτω-χούς. Αργότερα, το 1855, γίνεται για πρώτη φορά αναφορά στην εργατική θνησιμότητα από τη Registrar General (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ. LXIV).
Το 1864 οι αρμόδιες Επιτροπές κατέληξαν σε κάποια μέτρα. Αρχικά, η υποχρεωτική εξέτα-ση στις ιερόδουλες, η απασχόληση στο επάγγελμα του καπνοδοχοκαθαριστή από παιδιά κάτω των δέκα ετών με την προϋπόθεση ότι τα αφεντικά τους θα τους παρέχουν προστασία και τέλος κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δε μπορούν να επέμβουν δραστικά παρά τις ανάγκες του λαού (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ. LXV).
Ο Νόμος για την Υγεία του 1864 απαιτούσε τις ντόπιες αρχές να προσλαμβάνουν αρμόδιους, καθήκον των οποίων θα ήταν να φροντίζουν τα απόβλητα να καταλήγουν στους υπονόμους, να υπάρχει διαθεσιμότητα νερού και να αποφεύγονται τα βίαια επεισόδια.
Επίσης σύμφωνα με το νόμο τα συνωστισμένα μέρη θεωρούνταν παράνομα, εκδίδονταν πρόστιμα για τα άτομα με μεταδοτικές ασθένειες όταν βρίσκονταν σε δημόσιους χώρους και τέλος ο νόμος φρόντιζε ώστε οι αρχές να συνάψουν συμβόλαιο με τα νοσοκομεία ώστε να μπορούν να πηγαίνουν οι κάτοικοι.
Ένα χρόνο μετά οι ψηφοφόροι αυξήθηκαν κατά ένα εκατομμύριο. Επιπλέον, παρασχέθηκε νοσοκομειακή περίθαλψη στους άρρωστους και νοητικά διαταραγμένους σε διάφορες τάξεις φτωχών, καθώς μοιράστηκαν και φάρμακα. Ακόμη, είναι η πρώτη φορά που τίθεται το ερώτημα αν θα πρέπει να παρέχεται ιατρική συμβουλευτική σε όλους όσοι εργάζονται ή αν αυτή η παροχή θα συνεχίσει να δίνεται μόνο στους εξαθλιωμένους (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ. LXVI).
Ένα χρόνο αργότερα ο εκφοβισμός, η βία και οι απεργίες θεωρούνται παράνομες. Εξαιτίας της έξαρσης ανεμοβλογιάς γίνεται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός.
Το 1872 θεσμοθετήθηκαν τρεις νόμοι. Ο πρώτος ανέφερε ότι τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο θα πρέπει να υπάρχει ιατρός (με αναγνωρισμένο πτυχίο) και ένας επιθεωρητής με χρέη υπεύθυνου να επιτηρεί πιθανά προβλήματα. Ο δεύτερος απαγόρευε σε όλα τα άτομα κάτω των 12 ετών να απασχολούνται στα ορυχεία. Και ο τελευταίος, περιόριζε τα μέρη στα οποία πωλούταν αλκοόλ, ταυτόχρονα με τη μείωση των ωρών λειτουργίας όσων εξακολουθούσαν να λειτουργούν.
Το 1875 σημειώθηκε ένα σημαντικό βήμα για την δημόσια υγεία και τάξη. Θεσμοθετήθηκε με νόμο η παροχή καθαρού νερού και η πρόληψη μόλυνσης του, η απομάκρυνση των αποβλήτων, η λειτουργικότητα των δρόμων, η επιθεώρηση φαγητού, η πρόληψη βίαιων πράξεων όπως επίσης και η πρόληψη μεταδοτικών ασθενειών. Οι τοπικές αρχές παρείχαν στους φτωχούς νοσοκομειακή περίθαλψη με χρέωση των ασθενών, εξαιρουμένων των εξαθλιωμένων στους οποίους δεν υπήρχε χρέωση, και η παροχή φαρμακευτικής βοήθειας στους φτωχότερους (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σσ. LXVII, LXVIII).
Το 1883 εγκρίθηκε η παροχή προμηθειών στα άτομα που βρίσκονταν σε απομόνωση λόγω μολυσματικής ασθένειας. Στα νοσοκομεία της πρωτεύουσας γίνονται δεκτοί όλοι οι άρρωστοι ανεξάρτητα της οικονομικής τους κατάστασης. Για πρώτη φορά έχουν Επιθεωρητές της Εταιρείας Δημόσιας Υγείας, με πρόεδρο τον Ε. Τσάντγουικ.
Μετά την ανακάλυψη του 1887, ότι η ομίχλη που απλώνεται από τους καπνούς των εργοστασίων είναι το ίδιο θανατηφόρα όπως οι επιδημίες, το 1889 οι ειδικοί εξασκούντες την ιατρική ενημερώνουν τους ιατρούς των περιοχών για τις διάφορες ασθένειες (G.Davey – Smith, Daniel Dorling and Mary Shaw, 2001, σ, LXIX).
Λόγω των επιδημιών, το 1891 ελήφθησαν τα μέτρα για την αντιμετώπιση των ασθενειών. Επιτρέπονταν μετά από έγκριση της Κυβέρνησης να ασκείται η ιατρική, μόνο από ιατρούς με εγκε-κριμένο από το κράτος δίπλωμα ή με προηγούμενη πολυετή εμπειρία. Σημαντική επίσης τα χρόνια εκείνα είναι η συνεισφορά τοπικών ευγενών και ευεργετών οι οποίοι ίδρυαν νοσοκομεία (hospitals, όπου μπορούν να περιγραφούν και ως φιλοξενητήρια ανήμπορων –οικονομικά- ασθενών) και στα οποία εδύναντο να προσέρχονται προστατευόμενοί τους (συνήθως κάτοικοι κοινοτήτων και χωριών της περιοχής υπό την εποπτεία των ευγενών) για τους οποίους οι ευγενείς πλήρωναν μία φιλανθρωπικής μορφής συνδρομή.
Τα ‘hospitals’ αυτά συχνά-πυκνά στην αρχική τους φάση δεν προσέφεραν ιδιαίτερες ιατρικές υπηρεσίες, κάτι που σταδιακά βελτιώθηκε και εξελίχθηκαν σε θεραπευτήρια ‘infirmaries’, μαζί και με την πρόοδο τής ιατρικής επιστήμης, ενώ και η εξασφάλιση πόρων για την λειτουργία τους αποκτούσε σιγά-σιγά περισσότερο δημόσιο χαρακτήρα. (Abel-Smith 1964, Dikeos 2011, Δικαίος 2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου