Η άρρηκτα συνδεδεμένη σχέση μεταξύ ανθρωπίνων συγκινησιακών ανταποκρίσεων και σώματος αποδεικνύει το γεγονός ότι η μουσική ήταν άμεσα συσχετισμένη με την ιατρική από τότε που έχουμε στοιχεία για τον κόσμο μας.
Παρόλα αυτά από τη στιγμή (αρχές του 19ου αι. μ.Χ.) που άρχισε η αλματώδης εξέλιξη στην επιστήμη και την τεχνολογία, άρχισε και να απομακρύνεται η ιατρική από τις φιλοσοφικές της αρχές σχετικά με τη θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής. Έτσι δεν είναι παρά τον επόμενο αιώνα (20ο) πουεπιστρέφει η χρήση της μουσικής στα νοσοκομεία.
Παρόλα αυτά από τη στιγμή (αρχές του 19ου αι. μ.Χ.) που άρχισε η αλματώδης εξέλιξη στην επιστήμη και την τεχνολογία, άρχισε και να απομακρύνεται η ιατρική από τις φιλοσοφικές της αρχές σχετικά με τη θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής. Έτσι δεν είναι παρά τον επόμενο αιώνα (20ο) πουεπιστρέφει η χρήση της μουσικής στα νοσοκομεία.
Για τους πρωτόγονους λαούς, η ασθένεια οφειλόταν σε μαγικές, υπερφυσικές δυνάμεις (Sigerist, 1944) ή σε ανυπακοή σε νόμους και ταμπού. Η μουσική, ο χορός, τα φωνητικά, τα τραγούδια και τα πρωτόγονα μουσικά όργανα θεωρούνταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στο να «εξορκιστεί» η ασθένεια και να επουλωθούν πληγές.
Στην κλασική αρχαιότητα, η ασθένεια οφειλόταν σε δυσαρμονία ανάμεσα στην ψυχή και το σώμα. Η μουσική θεωρείτο ένα είδος θεϊκής αποκάλυψης (Steiner, 1987), με θεαματικές ιδιότητες στο να επαναφέρει την αρμονία και να αποκαθιστά την υγεία.
«κάθε ύπαρξη ύλης, έμψυχης και άψυχης, οφείλεται στις ποικίλες μορφές σύνθεσης των τεσσάρων στοιχείων της φύσης: γη, νερό αέρας, φωτιά». Στα ιατρικά ιστορικά, τα στοιχεία αυτά αναλογούν στα τέσσερα στοιχεία του σώματος: «αίμα, φλέγμα, κίτρινη χολή και μαύρη χολή», τα οποία με τη σειρά τους αναλογούν σε: «θερμότητα, κρύο, ξηρότητα και υγρασία».
Οι προαναφερθείσες θεωρίες είχαν μια απόλυτη αντιστοιχία με τη θεωρία μουσικής κατά τον 16ο αιώνα μ.Χ.: τα τέσσερα στοιχεία της μουσικής – μπάσο, τενόρο, άλτο και σοπράνο- αντιστοιχούν στα τέσσερα στοιχεία της φύσης, καθώς και στις τέσσερις ψυχοπαθολογίες που προαναφέρθηκαν. Αυτά τα τέσσερα μουσικά στοιχεία θεωρούνταν την εποχή εκείνη ότι δημιουργούν αίσθηση ολοκληρωμένης αρμονίας και συνήχησης. Έτσι την εποχή εκείνη η έννοια της αρμονίας έχει το νόημα της σύνδεσης διαφορετικών μεταξύ τους στοιχείων, όπως στη φύση, στο ανθρώπινο σώμα, έτσι και στη μουσική. Οι γιατροί της εποχής χρησιμοποιούσαν τη μουσική στη θεραπεία προληπτικά, ως τρόπο ενίσχυσης του ανοσοποιητικού συστήματος, προκειμένου να αντισταθεί ο άνθρωπος στις απειλητικές επιδημίες της εποχής (Carapetyan, 1948).
Αν όμως ο ασθενής αναζητά αναδιαμόρφωση εαυτού, τρόπου ζωής και ουσιαστικό νόημα στη ζωή του με διαχρονικά αποτελέσματα, τότε θα χρειαστεί να συμμετέχει σε μουσικοθεραπευτική διαδικασία.
(www.voices.com- www.musictherapy.org - Tomaino, 1998; Dileo, 1999; Δρίτσας, 2003; Le Roux-BouicBester, 2007).
Μουσικοθεραπεία
Ο άνθρωπος με τις εκδηλώσεις του σώματός του, τις ιδέες του, τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του και τις συγκινήσεις του ως φωνή της συνείδησής του ή/ και του ασυνειδήτου, είναι πολύ-ρυθμικός, συμφωνικός και πολυφωνικός. Στην πορεία του προς αυτοπραγμάτωση εμπλέκεται σε ανάλογες σχέσεις και μπορεί να χρειαστεί βοήθεια με την έννοια της θεραπείας. Τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσει είναι δυνατό να εκδηλωθούν με τη μορφή διαταραχών σε διανοητικό, συναισθηματικό, σωματικό, διαπροσωπικό ή/ και κοινωνικό επίπεδο, επηρεάζοντας ολόκληρη την ύπαρξή του. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκαν τα σχετικά καινούργια (19ος-20ος αι.) επαγγέλματα της ψυχολογίας και της ψυχοθεραπείας.
Ένας από τους πολυπληθείς ορισμούς που υπάρχουν για την ψυχοθεραπεία έχει αποδοθεί με σαφήνεια από τον Wolberg (1967:3): «Η μεταχείριση με ψυχολογικά μέσα των προβλημάτων συναισθηματικής φύσης (τα οποία εκδηλώνονται ως διαταραχές σκέψης, συναισθήματος, συμπεριφοράς και σχέσης), όπου ένα εκπαιδευμένο άτομο εγκαθιδρύει μια επαγγελματική σχέση με έναν ασθενή με τον στόχο απαλλαγής, ρύθμισης, ή καθυστέρησης των υπαρχόντων συμπτωμάτων… μεσολαβώντας στα διαταραγμένα πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς και προωθώντας θετική ανάπτυξη προσωπικότητας».
Η μουσική ως ανθρωπίνος οργανωμένος ήχος, λόγω της πολυδιάστατης φύσης της, ακόμα και από την πρώτη μορφή ανθρώπινης ύπαρξης στη γη, αποτελεί πολύτιμο βοηθητικό μέσο, διότι εμπεριέχει και εκφράζει την πανανθρώπινη ανάγκη για αυτοανάπτυξη και αυτοπραγμάτωση μέσα από μουσική διασύνδεση με άλλους ανθρώπους πέρα από προσωπικές, διαπροσωπικές και διαπολιτισμικές διαφορές (Aigen, 2005).
Ο όρος «μουσική ως θεραπεία» εμφανίζεται αρχικά στη μουσικοθεραπευτική εργασία των Nordoff & Robbins (1965) και αργότερα της Bonny (1978) στην «Καθοδηγημένη Φαντασία και Μουσική» (Guided Imagery and music). Στην έρευνά του για τα αυτοσχεδιαστικά μοντέλα μουσικοθεραπείας, ο Bruscia (1987: 9) επιχειρεί να προσδιορίσει τους όρους «μουσική ως θεραπεία» και «μουσική στη θεραπεία»: «…όταν χρησιμοποιείται ως θεραπεία, η μουσική λειτουργεί ως πρωταρχικό ερέθισμα … για τη θεραπευτική αλλαγή του πελάτη….η έμφαση δίνεται στην άμεση σχέση του πελάτη με τη μουσική, με τον θεραπευτή να βοηθά στη διαδικασία ή στη σχέση όταν χρειάζεται….(Αντίθετα) όταν χρησιμοποιείται στη θεραπεία, η μουσική δεν είναι ο πρωταρχικός ή ο μοναδικός θεραπευτικός παράγοντας, αλλά χρησιμοποιείται περισσότερο προκειμένου να διευκολύνει τη θεραπευτική αλλαγή μέσω μιας διαπροσωπικής σχέσης ή μέσα σε μια άλλη θεραπευτική μορφή».
Όλα τα πρότυπα μουσικοθεραπείας που υπάρχουν μέχρι σήμερα χρησιμοποιούν τη μουσική και με τις δύο αυτές κλινικές προσεγγίσεις (μουσική στη και ως θεραπεία), παρόλο που δίνεται ιδιαίτερη έμφαση περισσότερο στη μία από την άλλη, ανάλογα με τον κλινικό προσανατολισμό του προτύπου μουσικοθεραπείας. Κανένας μουσικοθεραπευτής δεν χρησιμοποιεί αποκλειστικά ένα πρότυπο. Όλοι διαμορφώνουν τη δική τους προσέγγιση λειτουργώντας επιλεκτικά (Bruscia, 1987, 1998; Aigen, 2005). Τα δύο ρεύματα συμφωνούν στην ψυχοδυναμική φύση της θεραπευτικής σχέσης και επεξεργάζονται θέματα μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης, ανάλογα με την προσέγγισή τους. Ο Aigen (1998:81) αναφέρει ότι
«…Είναι ευθύνη του μουσικοθεραπευτή να καθορίσει ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να βοηθήσει τον πελάτη του... Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό για τον μουσικοθεραπευτή να μπορεί να κινείται σε πλούσια γκάμα διαφορετικών προσεγγίσεων, έτσι ώστε να βοηθά τους πελάτες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο».
Εφόσον ο άνθρωπος ζει εκτός από τον υλικό κόσμο και σε άλλες συνειδησιακές καταστάσεις, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η μουσική μιλά σε όλους τόσο άμεσα και ουσιαστικά. Η μουσική μπορεί να πάρει θέση πλακούντα μια και ξεχωρίζει από τις άλλες τέχνες διότι το αρχέτυπο της προέλευσής της βρίσκεται στον προλεκτικό και άυλο κόσμο (Steiner, στο: Ψαλτοπούλου, 2005), και έτσι μπορεί να ενθαρρύνει την άμεση σύνδεση με το συνειδητό και το ασυνείδητο. Και όπως ο πλακούντας του κάθε ανθρώπου είναι μοναδικός, έτσι και στη μουσικοθεραπεία δημιουργείται μέσα στη μουσικοθεραπευτική σχέση αυτή η μοναδική μουσική για τον κάθε άνθρωπο στην κάθε μοναδική στιγμή της μουσικοθεραπευτικής διαδικασίας και υπόσχεται αναδιαμόρφωση εαυτού (Ψαλτοπούλου, 2006β).
Αυτό είναι που κάνει τη μουσικοθεραπεία μια ιδιαίτερα κατάλληλη προσέγγιση σε ανθρώπους με χρόνιες παθήσεις. Μέσα από τη σχέση στη μουσικοθεραπεία (Ψαλτοπούλου, 2006 α,β), μπορούμε να βρούμε το πλαίσιο για την αναζήτηση της εσωτερικής μας επιθυμίας και να πλησιάζουμε ολοένα και πιο κοντά στην αλήθεια μας. Το πλαίσιο αυτό έχει ως βάση τον «καθρέφτη»8 μέσα στη δημιουργική διαδικασία του κλινικού αυτοσχεδιασμού (Ψαλτοπούλου, 2004, 2005, 2006β), όπου ο μουσικοθεραπευτής καθρεφτίζει μουσικά το «μουσικό παιδί» («music child», Nordoff & Robbins, 1977), τη μοναδική αυτή μουσική του πελάτη του, με θετικό βλέμμα και αποδοχή προς την προσωπική του επιλογή για τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής του και τη βαθιά του επιθυμία:
για ποιότητα ζωής - βασισμένη στη βιωμένη αίσθηση εαυτού -,
για δημιουργικότητα - ύψιστη μορφή ψυχικής υγείας -,
καθώς και για αυτοπραγμάτωση.
Όσο τα συναισθήματα εξωτερικεύονται και μορφοποιούνται μέσα από τη μουσική και τον συμβολικό λόγο, τόσο ο άνθρωπος καταφέρνει να μετατοπίζει τις σκέψεις του από την ασθένεια και τις συνέπειές της στο να είναι ο αληθινός και δημιουργικός εαυτός του. Έτσι προχωρά σε επίπεδα αυτονομίας και δημιουργικότητας που φαίνονταν αδιανόητα αρχικά. Όσο ζει μια αξία σε αυτό που κάνει ανακαλύπτει κανάλια επικοινωνίας και τρόπους μεταγραφής τους στη μουσική γλώσσα, στον συμβολικό λόγο, και αυτό οδηγεί σε ένα ξαλάφρωμα ψυχής και πολύ συχνά σε μείωση της εικόνας του συμπτώματος. Στη θέση του αρχικού φόβου για τη ζωή έρχεται η επιθυμία και η λαχτάρα για μια ζωή με νόημα και ουσιαστική απόλαυση. Έτσι μετακινείται ο άνθρωπος σε μια πιο υγιή θέση απέναντι στο ψυχοσωματικό του σύμπτωμα.
Μια θεραπεία, όπως η μουσικοθεραπεία, η οποία εστιάζεται στη διαδικασία, όπως ακούγεται και βιώνεται ζωντανά κάθε στιγμή σε ουσιαστικό χρόνο ανθρώπινης- αυθεντικής σχέσης θυμίζει την ίδια τη ζωή. Με τη συνετή παρουσία ενός αυθεντικού – δημιουργικού μουσικοθεραπευτή μπορεί ο άνθρωπος να είναι αυθεντικός και δημιουργικός και να οδηγηθεί στην αυτοπραγμάτωση. Έτσι η χρόνια πάθηση παύει να αποτελεί ταυτότητα και να προσδιορίζει αποκλειστικά τον τρόπο ζωής του ασθενούς. Γίνεται η αφορμή για να ανακαλύψει την ψυχική του υγεία και τις βαθιά κρυμμένες ικανότητές του για αναδιαμόρφωση εαυτού.
Τι είναι η μουσικοθεραπεία;
Σύμφωνα με την American Music Therapy Association (AMTA, 2005): «Μουσικοθεραπεία είναι η κλινική και βασισμένη σε αποδείξεις χρήση μουσικών παρεμβάσεων προκειμένου να καλυφθούν εξατομικευμένοι στόχοι μέσα σε μια θεραπευτική σχέση, από επαγγελματία καταρτισμένο, ο οποίος έχει αποφοιτήσει από αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα μουσικοθεραπείας.» (www. Musictherapy.org) Η ίδια πηγή αναφέρει και κάποιες λάθος απόψεις που εκφράζονται κατά καιρούς για τη μουσικοθεραπεία:
Ο πελάτης ή ασθενής πρέπει να έχει γνώσεις μουσικής για να ωφεληθεί από τη μουσικοθεραπεία.
Υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο στυλ ή κάποια συγκεκριμένη μουσική που είναι πιο θεραπευτική από τις άλλες.
Οι προτιμήσεις, οι συνθήκες και η ανάγκη για θεραπεία του ατόμου, καθώς και οι στόχοι για τη θεραπεία του βοηθούν στον προσδιορισμό της μουσικής που θα χρησιμοποιήσει ο μουσικοθεραπευτής.
Ακριβώς λόγω της πολύπλοκης σύνθεσής της (επιστήμη, τέχνη, διαπροσωπική σχέση) είναι πάρα πολύ δύσκολο να δοθεί ένας επαρκής ορισμός για τη μουσικοθεραπεία. Η καθεμία παράμετρος από την οποία αποτελείται είναι ήδη αρκετά πολύπλοκη. Ιδίως στην έννοια της τέχνης και της θεραπείας τα όρια παραμένουν ακόμη και μέχρι σήμερα ασαφή (Bruscia, 1989).
Σε αυτά που συμφωνούν όλοι οι μουσικοθεραπευτές είναι ότι:
Ο πελάτης ή ασθενής δεν χρειάζεται καμία γνώση μουσικής.
Όλα τα είδη μουσικής μπορεί να έχουν θεραπευτική αξία για τον ασθενή. Δεν υπάρχουν συνταγές.
Η μουσικοθεραπεία δίνει έμφαση στη θεραπευτική διαδικασία που δημιουργείται στην τριμερή σχέση θεραπευτή - πελάτη - μουσικής.
Ο μουσικοθεραπευτής δημιουργεί μαζί με τον πελάτη αυτή τη μοναδική μουσική για τη θεραπεία του και χρησιμοποιεί ένα ευρύ φάσμα εμπειριών που προκύπτουν από τη μουσική αλληλόδραση (αυτοσχεδιασμό, σύνθεση, κ.ά).
Πρόκειται για ολόπλευρη προσέγγιση του ανθρώπου με έμφαση στην αφύπνιση της δημιουργικότητάς του.
Εφόσον η διαπροσωπική σχέση παίζει ουσιαστικό ρόλο, πρόκειται για μορφή ψυχοθεραπείας και διέπεται από τις αντίστοιχες δυναμικές (Bruscia, 1998).
Σε κάθε περίπτωση ο μουσικοθεραπευτής από την εκπαίδευσή του ακόμα υποχρεούται να βρίσκεται σε προσωπική θεραπεία και να λαμβάνει εποπτεία (Ψαλτοπούλου, 2006β).
Ως μορφή ψυχοθεραπείας η μουσικοθεραπεία μπορεί να είναι συμπεριφοριστικής κατεύθυνσης, ουμανιστικής-υπαρξιστικής, transpersonal ή αναλυτικής. Ο μουσικοθεραπευτής είναι δηλαδή ψυχοθεραπευτής και έχει την ευθύνη να καθορίσει τον καλύτερο τρόπο για να βοηθήσει τον πελάτη του. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να κινείται σε πλούσια γκάμα διαφορετικών προσεγγίσεων, να είναι δηλαδή εκλεκτικός θεραπευτής. Η μουσικοψυχοθεραπεία σε ασθενείς με χρόνιες παθήσεις μπορεί να λειτουργήσει ως:
Βασική παρέμβαση με σεβασμό στην ιατρική αγωγή,
Στηρικτική παρέμβαση στην ιατρική αγωγή,
Ισότιμη παρέμβαση με την ιατρική αγωγή.
Έτσι ο μουσικοθεραπευτής μπορεί μέσα στο μουσικο-ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο να χρησιμοποιήσει τη μουσική και με τρόπους που χρησιμοποιείται για παράδειγμα στη:
Μουσική Ειδική Αγωγή: κλινική έμφαση στην κάλυψη στόχων για μαθησιακές ανάγκες (κινητικής, αισθητηριακής αντιληπτικότητας κ.ά.),
Μουσική Ιατρική: κλινική έμφαση στα οργανικά συμπτώματα (ανακούφιση πόνου, ρύθμιση αρτηριακής πίεσης, αναισθησία κ.ά.),
Μουσική και Ηχοθεραπευτική: κλινική έμφαση στην αποκατάσταση αρμονίας του σώματος (ηχητικός συντονισμός σώματος, ηχο-μασάζ κ.ά.),
Οικολογική-Κοινωνική μουσικοθεραπεία: κλινική έμφαση στο περιβάλλον που ζει ο άνθρωπος (νοσοκομείο, ίδρυμα κ.ά.),
Ηλεκτρονική MIDI μουσικοθεραπεία,
Παρηγορητική μουσικοθεραπεία στα τελευταία στάδια ζωής του ανθρώπου,
Προληπτική μουσικοθεραπεία: ποιότητα ζωής,
Χρήση μουσικής για βελτίωση στον λόγο, στην κίνηση, στη μνήμη και για αντιμετώπιση πόνου,
Θεραπεία με εκφραστικές και δημιουργικές τέχνες.
Υπάρχουν δύο είδη μουσικο–ψυχοθεραπείας:
Μουσικο-ψυχοθεραπεία βαθιάς κατανόησης του εαυτού: Ο μουσικοθεραπευτής χρησιμοποιεί τις μουσικές εμπειρίες και τις σχέσεις που διαμορφώνονται μέσα σε αυτές με σκοπό να αποκτήσει ο πελάτης του μεγαλύτερη κατανόηση του εαυτού του και της ζωής του, έτσι ώστε να οδηγηθεί στις απαραίτητες ψυχολογικές αλλαγές.
Μεταμορφωτική μουσικο–ψυχοθεραπεία: Ο μουσικοθεραπευτής χρησιμοποιεί τις μουσικές εμπειρίες και τις σχέσεις που διαμορφώνονται μέσα σε αυτές με σκοπό να οδηγήσει τον πελάτη του σε μεταμορφωτικές εμπειρίες, οι οποίες συμπληρώνουν ή είναι ανεξάρτητες από οποιαδήποτε κατανόηση του εαυτού, που έχει προέλθει μέσα από λεκτική επικοινωνία.
Δηλαδή, η μουσική η ίδια είναι η θεραπεία.
Συγκίνηση
Οι Kleinginna & Kleinginna (1981:355) έχουν εντοπίσει 92 ορισμούς για την έννοια της συγκίνησης σε διάφορες πηγές. Βασισμένοι στη συγκεκριμένη έρευνα παραθέτουν τον εξής ορισμό: «Η συγκίνηση είναι ένα πολυσύνθετο σύνολο αλληλεπιδράσεων μεταξύ υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων, δια μέσου νευρικών/ορμονικών συστημάτων, που μπορεί α) να γίνει αφορμή για συναισθηματικές εμπειρίες, όπως συναισθήματα διέγερσης, ευχαρίστησης/δυσαρέσκειας, β) να προκαλέσει γνωστικές διαδικασίες σχετικές με ικανότητες αντίληψης, εκτίμησης και προσδιορισμού «ετικέτας», γ) να ενεργοποιήσει εκτεταμένες σωματικές συνθήκες διέγερσης και δ) να οδηγήσει σε συμπεριφορά η οποία είναι συνήθως, αλλά όχι πάντα, εκφραστική, με συγκεκριμένη κατεύθυνση και προσαρμοστική».
Θα μπορούσαμε όμως να δηλώσουμε ότι η μουσική από τη φύση της είναι συγκίνηση ή συναίσθημα;
Οι περισσότεροι ερευνητές (Nordoff & Robbins, 1977; Bruscia, 1987; Amir, 1990; Aigen, 1991, 1998; Hesser, 1995; Bunt, 2001; Sloboda-Juslin, 2001; Ψαλτοπούλου, 2004) φαίνεται να συμφωνούν στο ότι η μουσική είναι αναπαράσταση της «δυναμικής μορφής» της συγκίνησης, και όχι συγκεκριμένων συγκινήσεων ή συναισθημάτων, καθώς «κάποιες μουσικές φόρμες μπορούν να ερμηνευτούν εξίσου καλά και ως χαρούμενες και ως λυπητερές» (Langer 1951: 202). Αυτό συμβαίνει γιατί όταν οι ερευνητές μιλούν για μουσικές συγκινήσεις φαίνεται να αναφέρονται περισσότερο στη θεωρία του Stern (1985) σχετικά με τις «ζωτικές συγκινήσεις» (vitality affects) και όχι τόσο σε συγκεκριμένες συγκινήσεις ή συναισθήματα.
Πρόκειται για χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την ένταση, το σχήμα, το περίγραμμα και την κίνηση μιας συγκίνησης ή/και οποιασδήποτε μορφής έκφρασης και συναισθήματος, όπως π.χ. συμβαίνει στο προλεκτικό στάδιο επικοινωνίας μητέρας-βρέφους. Περιγράφονται καλύτερα με όρους μουσικούς όπως: crescendodiminuendo κ.λπ.
Σε σχετική έρευνα των Bunt-Pavlicevic (Sloboda-Juslin, 2001:184-185) αναφέρονται οι παράμετροι που χρησιμοποιήθηκαν από μουσικοθεραπευτές για την αποκωδικοποίηση των βασικών συναισθημάτων που προκύπτουν από συγκεκριμένα μουσικά σχήματα. Για παράδειγμα:
Χαρούμενο τέμπο και ρυθμός: γρήγοροι ρυθμοί, με ροή και σταθερό παλμό – έντονα ζωηρά και παρεστιγμένα ρυθμικά σχήματα,
Τονικό ύψος και μελωδία: υψηλή περιοχή μουσικής έκτασης και ανοδικές μελωδίες,
Τονικότητα και αρμονία: μείζονες τονικότητες, καθαρά δομημένες αρμονίες,
Χροιά και ύφος: φωτεινά χρώματα και με πολύ staccato,
Επίπεδο έντασης: όχι μεγάλες αλλαγές, κυρίως σε μεσαία περιοχή,
Φραστική, άρθρωση και δομή: ευκρινής, προβλέψιμη, με ποικιλία άρθρωσης,
Μη-λεκτική επικοινωνία: χαμόγελα, ελεύθερη σωματική κίνηση, ρυθμικό χτύπημα ποδιού, ρυθμική ταλάντωση σώματος, παλαμάκια, υπερυψωμένη θέση σώματος χωρίς εμφανή ένταση, λάμψη ματιού,
Άλλες παράμετροι: αίσθημα εγκατάλειψης, επικοινωνία σε υψηλά ενεργειακά επίπεδα, κάλυψη πολιτισμικών προσδοκιών σχετικά με το ότι κάποιος αισθάνεται χαρούμενος.
Χρησιμοποιώντας παρόμοιες παραμέτρους, οι Bunt-Pavlicevic συνεχίζουν την αποκωδικοποίηση και σε συναισθήματα λύπης, τρυφερότητας, θυμού και φόβου, καθώς συμπεραίνουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να περιγράψει με «γενικό» τρόπο την αίσθηση ή/και το συναίσθημα που ακούγεται στη μουσική, χωρίς όμως να είναι σε θέση να το ορίσει με σαφήνεια (Sloboda-Juslin, 2001:190-191).
Τα ψυχοθεραπευτικά πρότυπα μουσικοθεραπείας διαφοροποιούνται και ανάλογα με τη θέση που παίρνουν στο ζήτημα της σχέσης μουσικής-συγκίνησης. Για παράδειγμα, οι ψυχοδυναμικές και ουμανιστικές προσεγγίσεις θεωρούν ότι η μουσική είναι σύμβολο ασυνείδητων συγκινήσεων και συναισθημάτων και χρησιμοποιείται ως «όχημα» για την έκφραση αυτών, οδηγώντας σε εμπειρίες κάθαρσης. Οι μουσικοκεντρικές προσεγγίσεις θεωρούν ότι παρόλο που το συγκινησιακό στοιχείο είναι παρόν στη μουσική, η μουσική εμπειρία είναι κάτι περισσότερο από «συμβολοποίηση» συγκινήσεων και εμπειρία κάθαρσης. Οι μουσικοκεντρικοί θεραπευτές πιστεύουν ότι η μουσική εμπειρία (στη μουσικοθεραπεία) αναπαριστά ήδη τη μεταμόρφωση της συγκινησιακής ενέργειας -δηλαδή έχει ήδη προκύψει η θεραπεία- εφόσον η ενέργεια αυτή έχει ήδη χρησιμοποιηθεί μέσα στη μουσική εμπειρία προκειμένου ο άνθρωπος να εμπλακεί σε κοινωνική, δημιουργική δραστηριότητα (Aigen, 2005).
Σε κάθε προσέγγιση ο μουσικοθεραπευτής καλείται να δημιουργήσει μαζί με τον πελάτη του αυτήν τη μοναδική μουσική, η οποία στην προκειμένη περίπτωση ονομάζεται κλινική μουσική, με σκοπό να τον βοηθήσει να προχωρήσει στην αφύπνιση της δημιουργικότητάς του και στην πορεία του προς αυτοπραγμάτωση. Το αν αυτή η μουσική κρίνεται ως χαρούμενη ή λυπητερή έχει να κάνει με το προσωπικό βίωμα του πελάτη στη στιγμή, ο οποίος μπορεί να εκφράζει (μουσικά) οδυνηρά συναισθήματα και συγχρόνως να βιώνει βαθιά χαρά και ικανοποίηση λόγω του ότι τη στιγμή αυτή δημιουργεί, απελευθερώνει εγκλωβισμένη συγκινησιακή ενέργεια, μεταμορφώνεται και μοιράζεται κάτι που έχει ιδιαίτερο νόημα για αυτόν με έναν θεραπευτή σε επίπεδο αυθεντικής πρωτογενούς έκφρασης, εμπλεκόμενος σε λειτουργικό θεραπευτικό κοινωνικό δεσμό.
Νευροεπιστήμη Ψυχοθεραπείας
Στη βιβλιογραφία των νευροεπιστημών ψυχοθεραπείας αποδεικνύεται ότι οι νευρολογικές αλλαγές, με την έννοια εγκαθίδρυσης νέων νευρολογικών διόδων, προκύπτουν όταν μέσα στη ψυχοθεραπευτική διαδικασία αγγίζονται συγκεκριμένα πεδία του ψυχισμού, τα οποία διεγείρουν διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου και οδηγούν στην αναδόμησή τους. Η μουσικο-ψυχοθεραπεία διευκολύνει στη δημιουργία και ανάπτυξη νέων νευρολογικών διόδων στις ακόλουθες περιοχές του εγκεφάλου:
1. «Επίπεδα μέτριας διέγερσης μεγιστοποιούν την ικανότητα των δικτύων (νευρολογικών) για επεξεργασία και σύνθεση ιδεών. Η ροή των συναισθημάτων κατά τη διάρκεια της θεραπείας αντανακλά την υποβόσκουσα ύπαρξη νευρολογικών ρυθμικών σχημάτων ανάπτυξης και αλλαγής» (Cozolino, 2002:62). Όσο δηλαδή ο ασθενής έρχεται σε επαφή με συναισθήματά του (απωθημένα και μη) τόσο διεγείρεται συναισθηματικά και σωματικά. Η ιδιότητα της μουσικής να διεισδύει σε άμυνες σωματικές και διανοητικές καθιστά τη διαδικασία πιο άμεση από λεκτικές παρεμβάσεις, καθώς και λιγότερο απειλητική.
2. Η ενσυναισθητική σχέση μουσικοθεραπευτή-πελάτη συμβάλλει ουσιαστικά στη βελτίωση νευρολογικής πλαστικότητας και συνοχής. «Η ενεργοποίηση αυξητικών επιπέδων διέγερσης, σε συνδυασμό με αίσθηση ασφάλειας, διευρύνει την ικανότητα του ανθρώπου να διαχειριστεί τον συναισθηματικό του κόσμο. Η αίσθηση ασφάλειας, σε συνδυασμό με ενθουσιασμό και απελευθέρωση από άγχος, μέσα από την ενσυναισθητική σχέση παρέχει το συγκινησιακό υπόβαθρο για εμπειρίες ζωντάνιας και αυθόρμητης έκφρασης» (Cozolino, 2002:192). Αυτό συμβαίνει ακριβώς λόγω του ότι ο μουσικοθεραπευτής, παίζοντας μουσική για τον πελάτη αλλά και μαζί του, συντονίζοντας τη μουσική του με την έκφραση του πελάτη του, συμμετέχοντας στη σχέση ενεργά και εκφραζόμενος και ο ίδιος με αυθεντικότητα, δημιουργεί μια σχέση πιο κοντά στη φύση των ανθρώπινων σχέσεων και απευθύνεται στο υγιές κομμάτι του πελάτη του και όχι στο παθολογικό (σε αντίθεση με λεκτικές θεραπείες).
3. Οι νευρώνες ενεργοποιούνται και διασυνδέονται καθώς ο πελάτης εμπλέκεται ταυτόχρονα σε σωματική κίνηση, συναισθηματική και νοητική έκφραση, παίζοντας μουσικό όργανο και τραγουδώντας ενώ την ίδια στιγμή σκέφτεται και αισθάνεται.
4. Κατά τη διάρκεια της μουσικοψυχοθεραπευτικής διαδικασίας, ο πελάτης καλείται να μιλήσει, είτε πριν την επαφή του με τη μουσική, είτε κατά τη διάρκεια (ως μορφή ελεύθερου συνειρμού), είτε μετά. Η λεκτική έκφραση (Cozolino, 2002) θεωρείται η «μήτρα» που «υποστηρίζει τη σύνθεση πολλαπλών νευρολογικών δικτύων» και οδηγεί σε νευρολογική και ψυχολογική ανάπτυξη. Ο Siegel (1999) υποστηρίζει ότι το να διηγείται κανείς ιστορίες βοηθά στη γεφύρωση και σύνθεση νευρολογικών δικτύων και στην παρούσα στιγμή αλλά και διαχρονικά, ενισχύοντας ιδιαίτερα τη μνήμη.
➤ Αλ-Κίντι: Ηθική, κοσμολογία και οι θεραπευτικές ιδιότητες της μουσικής
➤ Αλ-Κίντι: Ηθική, κοσμολογία και οι θεραπευτικές ιδιότητες της μουσικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου