Oπως επισημαίνει ο σημαντικός ιστορικός του σοσιαλισμού Donald Sassoon, ο μαρξισμός επικράτησε στους κόλπους του εργατικού κινήματος, κάτι που έτσι κι αλλιώς ισχύει πρωτίστως για την ηπειρωτική Ευρώπη, χάρη στις εκλαϊκευτικές εκδοχές των ερμηνευτών του, μεταξύ άλλων των Karl Kautsky και Auguste Bebel, εξ ου και γίνεται ενίοτε λόγος για «χυδαίο μαρξισμό».
Οι Μαρξ και Ένγκελς συνδέθηκαν με στενή φιλία και έγιναν πολιτικοί σύντροφοι από νεαρή ηλικία, ενώ συμπορεύτηκαν στην υπόθεση του σοσιαλισμού για όλη τους τη ζωή, μέχρι τον θάνατο του Μαρξ το 1883. Το έργο που παρήγαγαν είναι εντυπωσιακό σε έκταση και βάθος ‒μολονότι αυτό είναι ακριβέστερο να ειπωθεί για τον Μαρξ, δηλαδή τον πιο πρωτότυπο, εκλεπτυσμένο και παραγωγικό διανοητή από τους δύο.
Οι Μαρξ και Ένγκελς συνδέθηκαν με στενή φιλία και έγιναν πολιτικοί σύντροφοι από νεαρή ηλικία, ενώ συμπορεύτηκαν στην υπόθεση του σοσιαλισμού για όλη τους τη ζωή, μέχρι τον θάνατο του Μαρξ το 1883. Το έργο που παρήγαγαν είναι εντυπωσιακό σε έκταση και βάθος ‒μολονότι αυτό είναι ακριβέστερο να ειπωθεί για τον Μαρξ, δηλαδή τον πιο πρωτότυπο, εκλεπτυσμένο και παραγωγικό διανοητή από τους δύο.
Υπάρχουν τρεις σημαντικές πηγές που παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση της σκέψης των Μαρξ και
Ένγκελς.
Κατά πρώτον, η προγενέστερη σοσιαλιστική φιλολογία και παράδοση, από την οποία αντλούν μεν
Κατά πρώτον, η προγενέστερη σοσιαλιστική φιλολογία και παράδοση, από την οποία αντλούν μεν
ιδανικά και αξίες, αλλά αναθεωρούν εκ βάθρων, βρίσκοντας ότι υπήρξε ατελέσφορη, αφού δεν κατανόησε τις αιτίες της κοινωνικής ανισότητας και εκμετάλλευσης, κάτι που την εμπόδισε να αναπτυχθεί θεωρητικά και πρακτικά προς την ορθή κατεύθυνση, σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένα, εφόσον δεν ήταν ώριμες οι κοινωνικές συνθήκες και δεν μπορούσε να διαβλέψει την εξέλιξη των πραγμάτων.
Έτσι, για παράδειγμα, οι Ισοπεδωτές εκφράζουν μια αντιδραστική μορφή σοσιαλισμού, καθόσον εξακολουθούν να λειτουργούν με όρους αγροτικής οικονομίας. Αλλά και οι ουτοπικοί σοσιαλιστές εμφανίζονται αφελείς ή συντηρητικοί, στον βαθμό που είτε σκέφτονται με όρους εξιδανικευμένης, αγαθής ανθρώπινης φύσης είτε θεωρούν πως η αστική κοινωνία της εποχής τους επιδέχεται αλλαγές που θα φέρουν την ισότητα και την ευημερία, ενδεχομένως μάλιστα και με τη σύμπραξη των κοινωνικά ευνοημένων, χωρίς να θιγούν τα θεμέλιά της.
Εν προκειμένω, αισθάνονται πιο κοντά στον François-Noël Babeuf, ο οποίος επιχείρησε να δώσει στη Γαλλική Επανάσταση μια σοσιαλιστική κατεύθυνση (και το πλήρωσε με το κεφάλι του – κυριολεκτικά, στην γκιλοτίνα), ακριβώς επειδή, και για τους ίδιους ο σοσιαλισμός μόνον ανατρεπτικός και επαναστατικός μπορεί να είναι.
Έτσι, για παράδειγμα, οι Ισοπεδωτές εκφράζουν μια αντιδραστική μορφή σοσιαλισμού, καθόσον εξακολουθούν να λειτουργούν με όρους αγροτικής οικονομίας. Αλλά και οι ουτοπικοί σοσιαλιστές εμφανίζονται αφελείς ή συντηρητικοί, στον βαθμό που είτε σκέφτονται με όρους εξιδανικευμένης, αγαθής ανθρώπινης φύσης είτε θεωρούν πως η αστική κοινωνία της εποχής τους επιδέχεται αλλαγές που θα φέρουν την ισότητα και την ευημερία, ενδεχομένως μάλιστα και με τη σύμπραξη των κοινωνικά ευνοημένων, χωρίς να θιγούν τα θεμέλιά της.
Εν προκειμένω, αισθάνονται πιο κοντά στον François-Noël Babeuf, ο οποίος επιχείρησε να δώσει στη Γαλλική Επανάσταση μια σοσιαλιστική κατεύθυνση (και το πλήρωσε με το κεφάλι του – κυριολεκτικά, στην γκιλοτίνα), ακριβώς επειδή, και για τους ίδιους ο σοσιαλισμός μόνον ανατρεπτικός και επαναστατικός μπορεί να είναι.
Δεύτερη πηγή αποτελεί η λεγόμενη κλασική πολιτική οικονομία, δηλαδή η κυρίαρχη οικονομική
σκέψη της εποχής, η οποία εκφράζεται «απολογητικά» για τη νέα πραγματικότητα, την οποία συνθέτουν οι θεσμοί του ελεύθερου εμπορίου, της εκβιομηχανισμένης οικονομίας και, κατόπιν, του καπιταλισμού.
Ο Μαρξ, ιδίως, μελετά συστηματικά στοχαστές όπως οι θεμελιωτές της Adam Smith και David Ricardo, στους οποίους ασκεί κριτική, όσον αφορά τις ίδιες τις προϋποθέσεις των θεωριών τους, ή αντλεί από εκείνους ορισμένες ιδέες, όπως η εργασιακή θεωρία της αξίας, τις οποίες ωστόσο αναθεωρεί ριζικά.
Ο Μαρξ, ιδίως, μελετά συστηματικά στοχαστές όπως οι θεμελιωτές της Adam Smith και David Ricardo, στους οποίους ασκεί κριτική, όσον αφορά τις ίδιες τις προϋποθέσεις των θεωριών τους, ή αντλεί από εκείνους ορισμένες ιδέες, όπως η εργασιακή θεωρία της αξίας, τις οποίες ωστόσο αναθεωρεί ριζικά.
Τρίτη πηγή είναι η σκέψη του Georg Wilhelm Friedrich Hegel, η οποία εξακολουθεί να ηγεμονεύει στον γερμανόφωνο χώρο εκείνη την εποχή και η αναμέτρηση με την οποία φαντάζει σχεδόν αναπότρεπτη.
Βεβαίως, οι Μαρξ και Ένγκελς διατυπώνουν στο επίπεδο της φιλοσοφίας της ιστορίας, πεδίο όπου κατεξοχήν επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους σε σχέση με τον Hegel, μια αντίστροφη εκείνου θεώρηση.
Έτσι, απορρίπτουν τον ιδεαλισμό του, αυτό που βρίσκουν ως αθεμελίωτη μεταφυσική σκέψη, στο πλαίσιο του οποίου το πνεύμα ή νους (Geist) υποστασιοποιείται ως εάν να έχει τη δική του ύπαρξη και ζωή, η οποία αναπτύσσεται μέσα από διαφορετικά στάδια εξέλιξης, κατά τα οποία επιλύονται διαλεκτικά οι εγγενείς αντιφάσεις του μέχρι την οριστική αυτοπραγμάτωσή του, που σηματοδοτεί και το τέλος της ιστορίας.
Όμως ενώ, στον αντίποδα του Hegel, ομνύουν στην πρωτοκαθεδρία της ύλης, ταυτόχρονα παραμένουν βαθιά επηρεασμένοι από τον τρόπο σκέψης του και κατεξοχήν από τη διαλεκτική μέθοδό του, την οποία υιοθετούν, αναπτύσσοντάς τη στη δική τους εκδοχή, σύμφωνα με την οποία επίσης η ανθρώπινη ιστορία εξελίσσεται προοδευτικά κατά στάδια και έχει το δικό της, αν και εντελώς διαφορετικό τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου