To 1856, o Κάρολ γνωρίστηκε με τον νέο πρύτανη του κολεγίου του, τον Χένρυ Λίντελ, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Chist Church με την οικογένειά του, αποτελούμενη από τη σύζυγό του και τρεις κόρες, μεταξύ αυτών και η Άλις Λίντελ.
Ο Κάρολ συνδέθηκε στενά με την οικογένεια και ειδικότερα με τη μητέρα και τα τρία παιδιά.
Ο Κάρολ συνδέθηκε στενά με την οικογένεια και ειδικότερα με τη μητέρα και τα τρία παιδιά.
Το 1862, κατά τη διάρκεια μίας εκδρομής, προκειμένου να διασκεδάσει τα παιδιά, ο Κάρολ τους διηγήθηκε μία ιστορία που θα αποτελούσε τη βάση για την μετέπειτα συγγραφή του πιο δημοφιλούς λογοτεχνικού του έργου.
Όταν η Άλις Λίντελ ζήτησε από τον Κάρολ να καταγράψει την ιστορία αυτή, εκείνος της παρουσίασε αργότερα, το Νοέμβριο του 1864, ένα χειρόγραφο με τον τίτλο Alice's Adventures Under Ground (Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη γη).
Νωρίτερα, είχε παρουσιάσει το ημιτελές χειρόγραφο στους αδελφούς Μακμίλαμ, του ομώνυμου εκδοτικού οίκου, από τους οποίους είχε γίνει θερμά δεκτό. Το έργο εκδόθηκε τελικά το 1865 με τον τίτλο Alice's Adventures in Wonderland (Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων), με εικονογράφηση του Σερ Τζον Τένιελ, και είχε σημαντική εμπορική απήχηση, προσδίδοντας μεγάλη φήμη στον Λιούις Κάρολ.
Θεωρείται εν γένει πως ο χαρακτήρας της Αλίκης είναι βασισμένος στην Άλις Λίντελ, ωστόσο ο ίδιος ο Κάρολ, αργότερα διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου στηρίζεται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο.
Νωρίτερα, είχε παρουσιάσει το ημιτελές χειρόγραφο στους αδελφούς Μακμίλαμ, του ομώνυμου εκδοτικού οίκου, από τους οποίους είχε γίνει θερμά δεκτό. Το έργο εκδόθηκε τελικά το 1865 με τον τίτλο Alice's Adventures in Wonderland (Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων), με εικονογράφηση του Σερ Τζον Τένιελ, και είχε σημαντική εμπορική απήχηση, προσδίδοντας μεγάλη φήμη στον Λιούις Κάρολ.
Θεωρείται εν γένει πως ο χαρακτήρας της Αλίκης είναι βασισμένος στην Άλις Λίντελ, ωστόσο ο ίδιος ο Κάρολ, αργότερα διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου στηρίζεται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο.
Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων (Alice's Adventures in Wonderland) είναι ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας παιδικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για κλασικό έργο παιδικής και φανταστικής λογοτεχνίας του Βρετανού συγγραφέα και μαθηματικού Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον, περισσότερο γνωστού με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ, που κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση το 1865.
Περιγράφει με λεπτή φαντασία και παιδικό αυθορμητισμό τις περιπέτειες ενός κοριτσιού, της Αλίκης, η οποία μετά την πτώση της σε μία λαγότρυπα, περιπλανιέται σε ένα φανταστικό κόσμο. Η ιστορία χαρακτηρίζεται από έντονα στοιχεία αλληγορίας, μέσα από τα οποία, ο Κάρολ καυτηριάζει γεγονότα και αντιλήψεις της εποχής του.
Το βιβλίο αναφέρεται πιο συχνά με τον συντομότερο τίτλο Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, ο οποίος τελικά καθιερώθηκε, κυρίως μέσω της χρήσης του σε μεταγενέστερες κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές μεταφορές του έργου. Την εποχή του θανάτου του Κάρολ, ήταν το πιο δημοφιλές βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας στην Αγγλία, ενώ μέχρι το πρώτο μισό του 20ου αιώνα αποτελούσε ίσως το διασημότερο βιβλίο του είδους του στον κόσμο.
Στο φανταστικό Σύμπαν της Χώρας των Θαυμάτων, υπάρχουν αλληγορικοί συμβολισμοί ως προς τον κόσμο της επιστήμης.
Έχοντας αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης, η συνήθης ερμηνεία του έργου αναγνωρίζει την Αλίκη ως εκπρόσωπο της καταπιεσμένης παιδικής ηλικίας κατά τη Βικτωριανή εποχή.
Η φανταστική εξιστόρηση του Κάρολ λειτουργεί, εν μέρει, με στόχο την κριτική της Βικτωριανής κοινωνίας και των Αγγλοσαξονικών νοοτροπιών, εκφράζοντας παράλληλα τη φιλοσοφία της λογοτεχνίας του, εξετάζοντας πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ανθρώπου όταν παύουν να υφίστανται οι παγιωμένοι κανόνες που την καθορίζουν.
Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. Ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, η Αλίκη, μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές γίνονται στόχοι χλευασμού.
Το έργο ερμηνεύεται επίσης ως μια ενδελεχής έρευνα των συστημάτων της κοινωνικής συμπεριφοράς, της λογικής και της γλώσσας.
Υποστηρίζεται ότι μέρος του κειμένου μπορεί να εκτιμηθεί και κατανοηθεί περισσότερο από ενήλικους αναγνώστες, ειδικότερα η σάτιρα και οι συμβολισμοί του έργου.
Υποστηρίζεται ότι μέρος του κειμένου μπορεί να εκτιμηθεί και κατανοηθεί περισσότερο από ενήλικους αναγνώστες, ειδικότερα η σάτιρα και οι συμβολισμοί του έργου.
Κοινή θέση αποτελεί το γεγονός πως ο Κάρολ επιχειρεί συχνά να παρωδήσει άλλα λογοτεχνικά έργα που απευθύνονται σε παιδιά ή με αντικείμενο την παιδική ηλικία.
Παράλληλα, δεν λείπουν και αναφορές σε έργα για ενήλικους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ιδέα των ομιλούντων λουλουδιών που θεωρείται πως βασίζεται στο ποίημα Maud (1855) του Άλφρεντ Τένισον.
Παράλληλα, δεν λείπουν και αναφορές σε έργα για ενήλικους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ιδέα των ομιλούντων λουλουδιών που θεωρείται πως βασίζεται στο ποίημα Maud (1855) του Άλφρεντ Τένισον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου