Άποψη από το Αναγνωστήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Την τελευταία δεκαετία, με το τοπίο στον χώρο του βιβλίου και της πρόσβασης στην πληροφορία να αλλάζει δραματικά (επέλαση της Amazon, ηλεκτρονικά βιβλία, δωρεάν δημόσιο Wi-Fi), βρέθηκαν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: θα έμεναν όπως ήταν, με κίνδυνο να καταντήσουν απολιθώματα μιας εποχής που έχει παρέλθει οριστικά και αμετάκλητα, ή θα προσπαθούσαν να επανεφεύρουν τον εαυτό τους και τον ρόλο τους, κρατώντας το ήδη υπάρχον κοινό τους, αλλά και διεκδικώντας μεγαλύτερο;
«Ήταν μια μάχη για την επιβίωσή μας», όπως δήλωσε πρόσφατα στους New York Times η πρόεδρος της Αμερικανικής Ένωσης Βιβλιοθηκών, Λόιντα Γκαρσία Φέμπο. Η μάχη δόθηκε και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό, όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ιστορικές βιβλιοθήκες εκσυγχρονίστηκαν ώστε να γίνουν πιο ελκυστικές, πιο φιλικές προς τον χρήστη, με νέες υπηρεσίες. Καινούργιες χτίστηκαν –σχεδιασμένες από διάσημους αρχιτέκτονες– και παρέχουν στο κοινό από τρισδιάστατους εκτυπωτές μέχρι στούντιο ηχογραφήσεων και από παιδότοπους μέχρι αίθουσες συσκέψεων για επιχειρηματίες. Αν το ζητούμενο ήταν η διεύρυνση του κοινού, τότε ο στόχος επετεύχθη. Όμως, για ποιο κοινό μιλάμε; Για «παραδοσιακούς» αναγνώστες, για φοιτητές και ερευνητές ή για τουρίστες, μια και σε πολλές πόλεις οι βιβλιοθήκες έχουν πλέον ενταχθεί στα αξιοθέατά τους;
Η Ελλάδα και η Κύπρος ακολούθησαν αυτό το ρεύμα ανανέωσης. Η μετεγκατάσταση της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος από το Βαλλιάνειο Μέγαρο της Πανεπιστημίου στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στις υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις των 22.000 τ.μ. με την υπογραφή του Ρέντσο Πιάνο, ήταν μετάβαση σε μια νέα εποχή καινοτομίας και εξωστρέφειας. Αντιστοίχως, η ολοκαίνουργια Βιβλιοθήκη – Κέντρο Πληροφόρησης «Στέλιος Ιωάννου» του Πανεπιστημίου Κύπρου, έργο του Ζαν Νουβέλ, κόστισε 33 εκατ. ευρώ και απλώνεται σε πέντε επίπεδα συνολικού εμβαδού 15.700 τ.μ.
Σε μια εποχή όπου η γνώση είναι (ολοένα και πιο) ψηφιακή, τι νόημα έχει να δημιουργούνται τέτοιων προδιαγραφών κτίρια; Σε ποιους απευθύνονται; Μήπως, τελικά, οι βιβλιοθήκες αντιμετωπίζονται σήμερα περισσότερο ως τουριστικές ατραξιόν;
«Οι βιβλιοθήκες, ως θεσμοί και ως κτίρια, εκπληρώνουν την αποστολή τους όταν προσελκύουν το κοινό στο οποίο απευθύνονται. Αυτή η επιτυχία τους τις καθιστά τοπόσημα και επισκέψιμα αξιοθέατα. Συχνό λάθος των ανθρώπων που δεν αξιοποιούν τις βιβλιοθήκες είναι ότι τις αντιπαραβάλλουν με την ψηφιακή εποχή, σαν να πρόκειται για αλληλοαποκλειόμενες καταστάσεις. Μάλλον αγνοούν ότι οι σημερινές βιβλιοθήκες είναι υβριδικές, περιλαμβάνουν δηλαδή ψηφιακές συλλογές, ηλεκτρονικές πηγές και, φυσικά, έντυπα (“αναλογικά”) τεκμήρια. Για παράδειγμα, η ΕΒΕ προσφέρει ελεύθερα 250 εκατ. ηλεκτρονικά τεκμήρια και ένα εκατομμύριο έντυπα. Οι βιβλιοθήκες χρειάζονται συνεχώς περισσότερους χώρους, για να δημιουργούν, να φροντίζουν, να οργανώνουν και να προσφέρουν ελεύθερη πρόσβαση σε πληθώρα έντυπων και ψηφιακών συλλογών έγκυρων επιστημονικών τεκμηρίων, τα οποία δεν διατίθενται ελεύθερα στο εκτός βιβλιοθήκης διαδίκτυο», λέει ο κ. Τσιμπόγλου γενικός διευθυντής της ΕΒΕ.
«Ποτέ προηγουμένως η κοινωνία δεν είχε μεγαλύτερη ανάγκη την ύπαρξης μιας βιβλιοθήκης όσο σήμερα», επισημαίνει η κυρία Διομήδη, αναπληρώτρια διευθύντρια της Βιβλιοθήκης «Στέλιος Ιωάννου». «Σήμερα που οι αποστάσεις εκμηδενίζονται, η ανθρώπινη επαφή χάνεται και οι δεσμοί εξασθενούν, ο χώρος της βιβλιοθήκης επιβάλλεται να είναι ελκυστικός, φιλόξενος, επιβλητικός και όμορφος. Να συμβολίζει, αλλά και να ενθαρρύνει τη μάθηση, τη γνώση, τη διάδραση, την κοινωνικοποίηση, καθώς και την αισθητική καλλιέργεια των νέων μας»
Κάλγκαρι, Καναδάς: Στην πόλη που αγαπά τα βιβλία
Οι Καναδοί τη λένε «υπερ-βιβλιοθήκη». Τέσσερις όροφοι 22.000 τ.μ., μία αψίδα στη μία άκρη του κτιρίου, ώστε τα τρένα της προϋπάρχουσας σιδηροδρομικής γραμμής να εξακολουθούν να περνούν από εκεί απρόσκοπτα, σπειροειδείς σκάλες, δύο καφέ, ένας χώρος για εφήβους και ένας για παιδιά, θέατρο 320 θέσεων κ.ά. Η ανέγερσή της κόστισε 250 εκατ. δολάρια. Βρίσκεται στο Κάλγκαρι. Κυρίαρχο υλικό είναι το ξύλο και συγκεκριμένα ο κόκκινος κέδρος, με τον οποίο έχουν επενδυθεί οι τοίχοι, οι σκάλες και τα αναγνωστήρια. Σε αυτά δεν πρόκειται να δει κανείς πινακίδες με την προτροπή «Ησυχία, παρακαλώ»: αυτό είναι αυτονόητο σε μια πόλη στην οποία οι μισοί από τους 1,2 εκατ. κατοίκους έχουν κάρτα μέλους για τη δημόσια βιβλιοθήκη.
Ντόχα, Κατάρ: Γυαλί, μάρμαρο και... μαθήματα πλεξίματος
Ελσίνκι, Φινλανδία: Ωδή στη γνώση και στην αισθητική
Τιαντζίν, Κίνα: Για μια σέλφι στο «Μάτι»
Οι Κινέζοι διαβάζουν πολύ: με πρώτους τους Ινδούς και δεύτερους τους Ταϊλανδούς, έρχονται τρίτοι στη διεθνή κατάταξη, αφιερώνοντας οκτώ ώρες την εβδομάδα στην ανάγνωση και διαβάζοντας κατά μέσο όρο πέντε βιβλία τον χρόνο. Το φουτουριστικό πενταώροφο οικοδόμημα της επαρχίας Τιαντζίν , συνολικού εμβαδού 33.700 τ.μ., με την «αέρινη» κυματιστή οροφή και τη γυάλινη πρόσοψη σχεδιάστηκε από την ολλανδική αρχιτεκτονική εταιρεία MVRDV. Φιλοξενεί περισσότερα από 1,2 εκατ. βιβλία και η τεράστια λευκή σφαίρα που δεσπόζει στην κεντρική αίθουσα –«Μάτι»– είναι το σημείο που συνήθως επιλέγουν οι επισκέπτες για μια εντυπωσιακή σέλφι. Συναγωνίζεται την ταράτσα του κτιρίου, που εξασφαλίζει πανοραμική θέα στην περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου