Στις 22 Φεβρουαρίου 1944, 650 άνθρωποι στάλθηκαν στο Άουσβιτς στοιβαγμένοι σε δώδεκα τρένα για εμπορεύματα. Μόνο ο Πρίμο Λέβι και δύο άλλοι επέζησαν, έπειτα από παραμονή ενός έτους, πριν την απελευθέρωσή τους από τον ρωσικό στρατό τον Ιανουάριο του 1945.
Στο στρατόπεδο ο Λέβι παρατηρεί τα πάντα, θα θυμηθεί τα πάντα, θα αφηγηθεί τα πάντα: το στρίμωγμα στους κοιτώνες· τους συντρόφους που ανακάλυπταν το πρωί νεκρούς από την πείνα και το κρύο· τους εξευτελισμούς και την καθημερινή εργασία, κάτω απ’ τα χτυπήματα των «Κάπος»· τις περιοδικές «επιλογές» όπου ξεχώριζαν τους αρρώστους από τους υγιείς, για να τους στείλουν στο θάνατο· τους απαγχονισμούς για παραδειγματισμό· τα τρένα γεμάτα Εβραίους και τσιγγάνους, που οδηγούνταν με την άφιξή τους στα κρεματόρια…
Κι όμως, στην αφήγηση αυτή κυριαρχεί η πλέον εντυπωσιακή αξιοπρέπεια· καμία εκδήλωση μίσους, καμία υπερβολή, καμία εκμετάλλευση των προσωπικών ταλαιπωριών, αλλά ένας ηθικός προβληματισμός πάνω στον πόνο, εξυψωμένος από ένα όραμα ζωής.
Το Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος, γραμμένο το 1947, θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέμα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μα και μία από τις πλέον συγκλονιστικές μαρτυρίες των καιρών μας. Στην Ιταλία από τη δεκαετία του ’60 διδάσκεται στα σχολεία.
Το βιβλίο του Λέβι είναι μια καταγραφή του πώς ο άνθρωπος διαλύεται μέχρι το ακρότατο σημείο.Όπως ο Philip Roth σημειώνει στο παράρτημα του βιβλίου ”«η περιγραφή και η ανάλυση {…} του γιγαντιαίου βιολογικού και κοινωνικού πειράματος, έργου των Γερμανών {…} για τους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος μπορεί να υποστεί μεταβολές, να αποσυντεθεί ή να χάσει τις χαρακτηριστικές του ιδιότητες, όπως μια ουσία η οποία μετατρέπεται στη διάρκεια χημικής αντίδρασης. Το “Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος” διαβάζεται σαν Απομνημονεύματα ενός θεωρητικού της Ηθικής Βιοχημείας, ο οποίος χρησιμοποιείται με τη βία σαν δείγμα ανθρώπινου οργανισμού στο πιο άγριο εργαστηριακό πείραμα».
20 Φεβρουαρίου 1944, σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Μόντενα της Ιταλίας. Οι Γερμανοί ανακοινώνουν ότι όλοι οι Εβραίοι που έχουν συλληφθεί, λόγω της καταγωγής τους φυσικά, θα αναχωρήσουν για ένα ταξίδι δεκαπέντε ημερών.
Όλοι ανεξαιρέτως. Και παιδιά και γυναίκες και άρρωστοι. Μέσα σε αυτούς βρίσκεται και ο συγγραφέας Primo Levi, Ιταλοεβραίος χημικός. Στο βιβλίο αυτό, το οποίο διδάσκεται στην Ιταλία από τη δεκαετία του ‘60, περιγράφονται οι φρικιαστικές καταστάσεις που έζησε ο ίδιος στο Άουσβιτς, όπως ίσως σε κανένα άλλο βιβλίο μέχρι σήμερα.
Στο τραίνο επιβιβάζονται εξακόσια πενήντα «κομμάτια», στριμωγμένοι σε δώδεκα σφραγισμένα βαγόνια εμπορευμάτων. Μένουν για τέσσερις μέρες δίχως νερό. Αφού διασχίσουν Αυστρία, Τσεχία, Πολωνία αποβιβάζονται από το τραίνο και με ένα φορτηγό μεταφέρονται σε ένα γυμνό θάλαμο. Είναι νύχτα και η παγωνιά θερίζει. Βγάζουν όλα τους τα ρούχα, κουρεύονται σύριζα και ξυρίζονται με πολλά κοψίματα. Τα παπούτσια τους πετάγονται και αντικαθίστανται με κάποια ξυλοπάπουτσα αληθινό μαρτύριο για τα πόδια. Σύντομα άπαντες θα κουτσαίνουν, άλλοι θα πέφτουν κάτω και αρκετοί δε θα τολμούν να τα βγάλουν μην ξανανοίξουν οι πληγές.
«Σπρώχνω βαγόνια, σκάβω με το φτυάρι, εξαντλούμαι στη βροχή, τρέμω στο κρύο. Δεν αισθάνομαι πλέον το σώμα για δικό μου. Η κοιλιά μου έχει πρηστεί, τα μέλη μου είναι αδύνατα και ξερά σαν ξύλα, το πρόσωπό μου πρησμένο το πρωί και βαθουλωμένο το βράδυ. Σε μερικούς κιτρίνισε το δέρμα, σε άλλους είναι γκρίζο. Αν δεν ιδωθούμε για 3-4 μέρες, μετά δύσκολα αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον».
Ψάχνουν σύρμα για να δέσουν τα ξυλοπάπουτσα, κουρέλια για να τυλίξουν τα πόδια τους, παλιόχαρτα για να βάλουν κάτω απ’ τα λιγοστά ρούχα τους και καλώδια για τιράντες. Η θερμοκρασία φτάνει μέχρι και τους -20 βαθμούς. Γνωρίζουν ότι μέσα στο χειμώνα οι επτά στους δέκα θα πεθάνουν από το κρύο.
«Ο γέρο Κουν προσεύχεται. Ευχαριστεί το Θεό γιατί γλίτωσε από την επιλογή. Δεν ξέρει ότι την επόμενη φορά θα είναι η σειρά του… Εάν ήμουν Θεός, θα έφτυνα στη γη την προσευχή του».
Με μια επώδυνη επέμβαση ξαναβαφτίζονται για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Χαράσσεται με βελόνα στο αριστερό τους μπράτσο ένας αριθμός. Το μαρτύριο έχει ήδη ξεκινήσει. Χαστούκια, γροθιές στο στομάχι, μαστιγώματα, και αυτά μόνο για αρχή. Σύντομα θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι προτιμότερος ο ξυλοδαρμός από την κούραση. Από το πρώτο, δύσκολα θα πεθάνεις.
«Δίπλα μας στέκει μια ομάδα Ελλήνων, αυτοί οι φοβεροί και αξιοθαύμαστοι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης, αποφασισμένοι να ζήσουν».
Για τον ύπνο, το νέο στρατόπεδο διαθέτει εκατόν σαράντα οκτώ κουκέτες υπερβολικά πυκνά τοποθετημένες. Κοιμούνται ανά δύο. Ο καθένας ακουμπάει το κεφάλι του στα πόδια κάποιου άλλου. Κοιμούνται με τα ρούχα τους, ακόμα και αν είναι βρεγμένα από το χιόνι, για να μην τους τα κλέψουν. Κατά τη διάρκεια της ημέρας προσπαθούν να αποφεύγουν τις άσκοπες κινήσεις, για να μην ακουμπάει όλο το σώμα στα μουσκεμένα και παγωμένα ρούχα.
Ο Κλάουσνερ μού δείχνει τον πάτο της καραβάνας του. Εκεί που οι άλλοι χάραξαν το νούμερό τους ή το όνομά τους, αυτός έγραψε: “Μην προσπαθείς να καταλάβεις”.
Το νερό που τους δίνουν είναι ελάχιστο. Οι κρατούμενοι προσπαθούν να ξεδιψάσουν με την υπερβολικά αραιωμένη και αηδιαστική σούπα. Κάποιοι πουλάνε το πουκάμισό τους και μένουν γυμνοί ή αφαιρούν τη χρυσή επικάλυψη των δοντιών τους, για μια μερίδα ψωμί.
«Στην ελεύθερη ζωή λέμε συχνά ότι ο άνθρωπος είναι ανικανοποίητος: όχι γιατί είμαστε ανίκανοι για την απόλυτη ευτυχία, αλλά γιατί αγνοούμε την πολύπλοκη φύση της απόλυτης δυστυχίας».
Μέσα σε αυτά προστίθενται η εξαντλητική εργασία, οι ψείρες και το μαρτύριο της τουαλέτας. Όσοι χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία ελαστικών, είναι συνεχώς εκτεθειμένοι στη ναφθυλαμίνη (χημικό προϊόν μεγάλης τοξικότητας). Σύντομα, το καμένο δέρμα του προσώπου τους θα αρχίσει να ξεκολλάει σε μεγάλα κομμάτια, σα λέπια.
Στα αποχωρητήρια, στα λουτρά, δείχναμε ο ένας στον άλλο το θώρακα, τους γλουτούς, τους μηρούς, και οι σύντροφοι μάς καθησύχαζαν: “Μείνε ήσυχος, δεν είναι η σειρά σου.”
Οι ψύλλοι και οι ψείρες είναι συνηθισμένα πλέον. Η οστρακιά, ο τύφος και η διφθερίτιδα θερίζουν. Στο αναρρωτήριο λίγοι παραμένουν για πάνω από δύο εβδομάδες και κανείς πάνω από δύο μήνες. Μέσα σ’ αυτά τα χρονικά όρια πρέπει να θεραπευτεί ή να πεθάνει. Με την πάροδο αυτού του διαστήματος οδηγούνται στο θάλαμο αερίων. Οι στάχτες τους από τα κρεματόρια χρησιμοποιούνται σα λίπασμα στους αγρούς, ενώ η παρακολούθηση των απαγχονισμών είναι υποχρεωτική για όλους, κάτω από το σκληρό φως του προβολέα και υπό τις κραυγές των μελλοθάνατων.
Η επιλογή θα γίνει σήμερα. Το ποσοστό ήταν επτά τοις εκατό στο σύνολο και τριάντα πέντε τοις εκατό στους αρρώστους. Στο Μπίρκεναου, η καμινάδα του Κρεματορίου καπνίζει εδώ και δέκα μέρες… Ξαφνικά αντήχησε η καμπάνα και τότε καταλάβαμε ότι έφτασε η ώρα.
Τη νύχτα της 18ης Ιανουαρίου 1945 οι κρατούμενοι πληροφορούνται ότι όλοι οι υγιείς (περίπου είκοσι χιλιάδες πλέον) θα αναχωρήσουν για μία πορεία είκοσι χιλιομέτρων, μέσα στα χιόνια. Ορισμένοι με μόνο ένα πουκάμισο, κάποιοι άλλοι δίχως ούτε αυτό. Σχεδόν στο σύνολό τους «χάθηκαν» στη διάρκεια αυτής της πορείας. Η εκκένωση του στρατοπέδου του Άουσβιτς γίνεται με τρομερά γρήγορους ρυθμούς. Ο Levi μαζί με άλλα οκτακόσια άτομα θα παραμείνει στο αναρρωτήριο, λόγω οστρακιάς. Σύντομα τα ρώσικα αεροπλάνα θα ξεκινήσουν τους βομβαρδισμούς. Τα τζάμια έσπαζαν, τα παραπήγματα φλέγονταν. Οι Γερμανοί εξαφανίστηκαν.
Οι οκτακόσιοι παραμένοντες ξεκινούν τον τραγικό απολογισμό. Χωρίς νερό και φως πλέον, όντας βαριά άρρωστοι οι περισσότεροι, προσπαθούν να συνειδητοποιήσουν την τραγική κατάσταση. Οι άρρωστοι σέρνονται με τους επιδέσμους να κρέμονται. Κάποιοι λιώνουν το χιόνι σε αυτοσχέδια δοχεία ενώ άλλοι ψήνουν στα κάρβουνα των ερειπίων τις λιγοστές σάπιες πατάτες που βρήκαν.
Σύντομα δε θα γνωρίζεις αν ο διπλανός σου είναι ακόμα ζωντανός. Πρέπει να τον σκουντήσεις. Τα πτώματα διαφέρουν από τους υπόλοιπους γιατί είναι άκαμπτα από το κρύο. Ο ετοιμοθάνατος Σμόγκι τους λέει: «Έχω μια μερίδα ψωμί κάτω από το στρώμα μου. Μοιραστείτε την, εγώ δε θα ξαναφάω». Κανένας δε μίλησε και κανένας δεν άγγιξε το ψωμί.
Τα συρματοπλέγματα είναι κομμένα πλέον. Η λέξη «επιστροφή» αρχίζει να τριγυρίζει στο μυαλό τους. Φοβισμένα…
«Εάν μέσα απ’ τα στρατόπεδα θα μπορούσε να δραπετεύσει ένα μήνυμα και να φτάσει στους ελεύθερους ανθρώπους θα ήταν αυτό: Προσπαθήστε να μην υποστείτε στο σπίτι σας αυτό που έχει επιβληθεί σε μας εδώ».
«Με το ηθικό σθένος και τη διανοητική ισορροπία ενός Τιτάνα του 20ού αιώνα, αυτός ο μικρόσωμος, επιμελής, αθόρυβος χημικός ανέλαβε σταθερά να υπενθυμίζει τη γερμανική κόλαση στη Γη, να τη σκεφτεί συστηματικά και να προβληματιστεί και μετά να την αποδώσει σε μια κατανοητή, διαυγή και σεμνή πρόζα» έγραψε ο σπουδαίος αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ. Το 1947 ο Λέβι θα παντρευτεί τη Λουτσία Μορπούνιο, με την οποία θα αποκτήσει δύο παιδιά.
Στις 11 Απριλίου 1987 ο Πρίμο Λέβι έπεσε από την εσωτερική σκάλα της τριώροφης οικίας του στο Τορίνο και βρήκε ακαριαίο θάνατο. Η επίσημη εκδοχή ήταν αυτοκτονία, λόγω και της χρόνιας κατάθλιψης από την οποία υπέφερε. Οι φίλοι του, όμως, απέρριψαν την εκδοχή της αυτοκτονίας, υποστηρίζοντας ότι ο θάνατός του οφειλόταν σε ατύχημα. Και βασίζουν την άποψη τους αυτή στο γεγονός ότι τις προηγούμενες μέρες είχε επισκεφθεί τον γιατρό του και παραπονιόταν για ζαλάδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου