Ὁ Παπατσώνης γεννιέται δύο περίπου χρόνια πρίν ἀπό τόν Καρυωτάκη (Ἰανουάριος τοῦ 1895) καί προέρχεται ἀπό γνωστή οἰκογένεια προκρίτων καί ὁπλαρχηγῶν τῆς ἐπανάστασης, (Καρυωτάκης καί Παπατσώνης θά κάνουν τίς ἴδιες σπουδές στήν Ἀθῆνα καί θά πάρουν τό πτυχίο τους τήν ἴδια περίπου χρονιά).
Ὅπως καί ὁ Σεφέρης, ἔτσι καί ὁ Παπατσώνης θά κάμει ἀξιοζήλευτη καριέρα στό Δημόσιο τῆς ἐποχῆς. Προσλαμβάνεται στό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν ἀμέσως μετά τό τέλος τῶν σπουδῶν του καί θά μείνει ἐκεῖ σαράντα χρόνια, ἀντίθετα μέ τόν Καβάφη δέν θά ἰδεῖ τήν δουλειά του ὡς ἀγγαρεία ὑποχρεωτική γιά τήν ποιητική του ἐπιβίωση, μά θά φτάσει σέ ὑψηλά ἀξιώματα προτοῦ συνταξιοδοτηθεῖ. Τά πολλά ταξίδια καί ἀσχολίες μᾶλλον θά τόν ὑποχρεώσουν, (ὅπως καί τόν Σεφέρη) νά παραμείνει σχετικά ὀλιγογράφος, ἰδιαίτερα σέ ὅτι ἀφορᾶ τά κριτικά του σημειώματα.
Στά γράμματα θά ἐμφανιστεῖ νωρίς μέ κάποια σκόρπια ποιήματα σέ στίχο ἔμμετρο, ὅμως ἤδη ἀπό τό 1920, (κυρίως μέ τό ποίημα Beata Beatrix, ἡ εὐτυχής Βεατρίκη δηλαδή, τό μοναδικό δικό του πού θά συμπεριλάβει ὁ Ἄγρας στήν ἀνθολογία του «Οἱ νέοι», τό 1922) θά ξεκινήσει νά γράφει σέ στίχο ἐλεύθερο μέ τρόπο συστηματικό. Ἀπό τοῦτο καί μόνο διεκδικεῖ μιά πρωτοπορεία. Σύμφωνοι, ἀλλά μέ μία διαφορά – κανείς τότε δέν τήν ἀναγνώρισε, κανείς δέν τήν ὑποστήριξε καί κανείς δέν τήν ἀποδέχθηκε.
Ἡ περιβόητη γενεά τοῦ 30 εἴτε ἀγνοει, εἴτε ἐκφράζεται μέ τόν πιό χλιαρό καί ἄνοστο τρόπο γιά τόν Παπατζώνη. Ὁ δέ Καραντώνης, χαρακτηρίζει τά ποιήματα τοῦ Παπατσώνη στό βιβλίο του «Ὁ ποιητής Γιῶργος Σεφέρης» ὡς προϊόντα «ἀσυναρτησίας καί παραληρήματος…» – ἡ κρίση αὐτή ὑπάρχει μόνο στήν πρώτη ἔκδοση τοῦ βιβλίου καί… ἐξαφανίζεται στίς ἐπανεκδόσεις.
Ὁ Ἄγρας εἶναι συγκρατημένος, δέν ἐκφράζει θετική κρίση, ἀλλά οὔτε καί ἀρνητική, καθώς, ὡς ὁ πλέον ἀμερόληπτος τῆς γενεᾶς του, γνωρίζει καλά το πόσο εὔκολα ἀστοχεῖ κανείς μπροστά στό νεωτερικό, τό πάθημα τῶν κριτικῶν μέ τόν Καβάφη ἀπέχει ἐλάχιστα.
Τό σύνολο τῶν ὁμοτέχνων, ἀλλά τῶν κριτικῶν, ἀντιμετωπίζει τόν Παπατσώνη ὡς ἀκάτοπτο, ἀόρατο, ἀνύπαρκτο καί στήν καλύτερη περίπτωση ὡς ποιητή δευτέρας ἤ καί τρίτης διαλογῆς.
Σταδιακά, θά ξεκινήσει δειλά μία κάποια ἀναγνώριση, ἡ ὁποία τυπικά θά ἀποκορυφωθεῖ μέ βραβεῖα καί τήν εἴσοδο τοῦ Παπατσώνη στήν Ἀκαδημία το 1967, κάτι πού φυσικά οὐδόλως θά βοηθήσει στήν διάδοση καί κατανόηση τοῦ ἔργου του.
Ὅπως καί ὁ Σεφέρης, ἔτσι καί ὁ Παπατσώνης θά κάμει ἀξιοζήλευτη καριέρα στό Δημόσιο τῆς ἐποχῆς. Προσλαμβάνεται στό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν ἀμέσως μετά τό τέλος τῶν σπουδῶν του καί θά μείνει ἐκεῖ σαράντα χρόνια, ἀντίθετα μέ τόν Καβάφη δέν θά ἰδεῖ τήν δουλειά του ὡς ἀγγαρεία ὑποχρεωτική γιά τήν ποιητική του ἐπιβίωση, μά θά φτάσει σέ ὑψηλά ἀξιώματα προτοῦ συνταξιοδοτηθεῖ. Τά πολλά ταξίδια καί ἀσχολίες μᾶλλον θά τόν ὑποχρεώσουν, (ὅπως καί τόν Σεφέρη) νά παραμείνει σχετικά ὀλιγογράφος, ἰδιαίτερα σέ ὅτι ἀφορᾶ τά κριτικά του σημειώματα.
Στά γράμματα θά ἐμφανιστεῖ νωρίς μέ κάποια σκόρπια ποιήματα σέ στίχο ἔμμετρο, ὅμως ἤδη ἀπό τό 1920, (κυρίως μέ τό ποίημα Beata Beatrix, ἡ εὐτυχής Βεατρίκη δηλαδή, τό μοναδικό δικό του πού θά συμπεριλάβει ὁ Ἄγρας στήν ἀνθολογία του «Οἱ νέοι», τό 1922) θά ξεκινήσει νά γράφει σέ στίχο ἐλεύθερο μέ τρόπο συστηματικό. Ἀπό τοῦτο καί μόνο διεκδικεῖ μιά πρωτοπορεία. Σύμφωνοι, ἀλλά μέ μία διαφορά – κανείς τότε δέν τήν ἀναγνώρισε, κανείς δέν τήν ὑποστήριξε καί κανείς δέν τήν ἀποδέχθηκε.
Ἡ περιβόητη γενεά τοῦ 30 εἴτε ἀγνοει, εἴτε ἐκφράζεται μέ τόν πιό χλιαρό καί ἄνοστο τρόπο γιά τόν Παπατζώνη. Ὁ δέ Καραντώνης, χαρακτηρίζει τά ποιήματα τοῦ Παπατσώνη στό βιβλίο του «Ὁ ποιητής Γιῶργος Σεφέρης» ὡς προϊόντα «ἀσυναρτησίας καί παραληρήματος…» – ἡ κρίση αὐτή ὑπάρχει μόνο στήν πρώτη ἔκδοση τοῦ βιβλίου καί… ἐξαφανίζεται στίς ἐπανεκδόσεις.
Ὁ Ἄγρας εἶναι συγκρατημένος, δέν ἐκφράζει θετική κρίση, ἀλλά οὔτε καί ἀρνητική, καθώς, ὡς ὁ πλέον ἀμερόληπτος τῆς γενεᾶς του, γνωρίζει καλά το πόσο εὔκολα ἀστοχεῖ κανείς μπροστά στό νεωτερικό, τό πάθημα τῶν κριτικῶν μέ τόν Καβάφη ἀπέχει ἐλάχιστα.
Τό σύνολο τῶν ὁμοτέχνων, ἀλλά τῶν κριτικῶν, ἀντιμετωπίζει τόν Παπατσώνη ὡς ἀκάτοπτο, ἀόρατο, ἀνύπαρκτο καί στήν καλύτερη περίπτωση ὡς ποιητή δευτέρας ἤ καί τρίτης διαλογῆς.
Σταδιακά, θά ξεκινήσει δειλά μία κάποια ἀναγνώριση, ἡ ὁποία τυπικά θά ἀποκορυφωθεῖ μέ βραβεῖα καί τήν εἴσοδο τοῦ Παπατσώνη στήν Ἀκαδημία το 1967, κάτι πού φυσικά οὐδόλως θά βοηθήσει στήν διάδοση καί κατανόηση τοῦ ἔργου του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου