Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Χίλιες και μια νύχτες


Οι Χίλιες και μία νύχτες είναι συλλογή ιστοριών και παραμυθιών από τη Μέση Ανατολή και τη Νότια Ασία που συγκεντρώθηκαν και αποδόθηκαν στα αραβικά κατά τη διάρκεια της Ισλαμικής Χρυσής Εποχής. Είναι επίσης γνωστή ως Αραβικές νύχτες ή Παραμύθια της Χαλιμάς.

Το έργο συγκεντρώθηκε κατά τη διάρκεια πολλών αιώνων από διάφορους συγγραφείς, μεταφραστές και μελετητές σε όλη τη Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Οι ρίζες των ίδιων των ιστοριών ανιχνεύονται πίσω στην αρχαία και μεσαιωνική αραβική, περσική, ινδική, τουρκική, αιγυπτιακή και μεσοποταμιακή παράδοση και λογοτεχνία. Ειδικότερα, πολλές ιστορίες προέρχονται από την παράδοση της εποχής των Χαλιφάτων ενώ άλλες προέρχονται από την Περσία, έχοντας εισάγει και ορισμένα ινδικά στοιχεία.

Αυτό που είναι κοινό σε όλες τις εκδόσεις της συλλογής είναι η αρχική ιστορία-πλαίσιο με τον Σαχριάρ που σημαίνει "βασιλιάς" ή "ηγεμόνας" και τη Χαλιμά. Μερικές εκδόσεις περιέχουν μόνο μερικές εκατοντάδες ιστορίες/νύχτες, ενώ άλλες περιλαμβάνουν 1.001 ή και περισσότερες.

Μερικές ιστορίες, και ιδιαίτερα "Ο Αλαντίν και το Μαγικό Λυχνάρι", "Ο Αλί Μπαμπά και οι Σαράντα Κλέφτες" και ο "Σεβάχ", αν και είναι σχεδόν γνήσια παραδοσιακά παραμύθια της Μέσης Ανατολής, δεν αποτελούσαν μέρος των αραβικών εκδόσεων αλλά ενσωματώθηκαν στη συλλογή από τον Αντουάν Γκαλάν και άλλους ευρωπαίους μεταφραστές.

Οι "Χίλιες και Μία Νύχτες" αποτελούν ένα από τα πιο δημοφιλή στο δυτικό κόσμο έργα της αραβικής λογοτεχνίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο πρωτοποριακός και πλούσιος ποιητικός λόγος, οι ψαλμωδίες, τα τραγούδια, οι θρήνοι, οι ύμνοι, οι προσευχές, οι επικλήσεις, οι γρίφοι και τα σχόλια που παρέχονται από τους χαρακτήρες των ιστοριών είναι μοναδικά στην αραβική έκδοση της συλλογής. Μερικά είναι σύντομα όσο μία γραμμή, ενώ άλλα εκτείνονται σε δεκάδες γραμμές.

Στην Ελλάδα, η συλλογή αυτή έγινε περισσότερο γνωστή με τον τίτλο Παραμύθια της Χαλιμάς εκ του ονόματος της παραλλαγής που τιτλοφορούταν στην Αίγυπτο. Κατά το 18ο αιώνα, στην Αίγυπτο η δημοφιλής αυτή συλλογή κυκλοφορούσε σε βιβλίου που περιείχε μόνο την κεντρική ιστορία περιλαμβάνοντας τέσσερις ή πέντε νύχτες και στην οποία όλα τα περσικά ονόματα είχαν αντικατασταθεί με αραβικά. Έτσι, το όνομα της ηρωίδας Σεχραζάτ αντικαταστάθηκε με το αραβικό Χαλιμά μπιντ Σαάντ Αλ Αχιάλι, κόρη του σεβαστού Αχιάλι. Στην πρώτη ελληνική έκδοση, ο εκδότης προτίμησε το αραβικό όνομα να ταιριάζει καλύτερα (ως φωνηεντόληκτο) για τα ελληνικά δεδομένα και παρουσίασε την συλλογή αυτή με ηρωίδα τη Χαλιμά. Αργότερα όμως στην Ελληνική Οπερέτα το ίδιο έργο παρουσιάσθηκε με το όνομα Σεχραζάτ.

Οι Χίλιες και Μία Νύχτες στηρίζονται στην κεντρική ιστορία ενός Πέρση βασιλιά, του Σαχριάρ, και της νέας του νύφης. Ο βασιλιάς συγκλονίζεται όταν ανακαλύπτει ότι η γυναίκα του αδελφού του είναι άπιστη και όταν ανακαλύπτει ότι και η δική του γυναίκα ήταν επίσης άπιστη, και μάλιστα με ένα δούλο του παλατιού, την εκτελεί. Όμως ήταν τόσο μεγάλη η πίκρα του και η θλίψη του, ώστε έγινε μισογύνης πιστεύοντας ότι όλες οι γυναίκες είναι ίδιες.

Έτσι, ο βασιλιάς Σαχριάρ άρχισε να παντρεύεται κάθε μέρα και μία παρθένα, την οποία εκτελούσε το επόμενο πρωί ώστε να μην έχει την ευκαιρία να τον ατιμάσει. Τελικά ο βεζίρης, του οποίου το καθήκον ήταν να του βρίσκει παρθένες, δεν μπορούσε πια να του βρει άλλες νύφες.

Η Σεχραζάντ κόρη του βεζίρη, προσφέρεται η ίδια να γίνει η επόμενη νύφη και ο πατέρας της το αποδέχεται απρόθυμα. Τη νύχτα του γάμου τους, η Σεχραζάντ ξεκινάει να αφηγείται στον βασιλιά ένα παραμύθι, το οποίο όμως αφήνει ανολοκλήρωτο. Ο βασιλιάς, θέλοντας ν' ακούσει τη συνέχεια και το τέλος του παραμυθιού, αναγκάζεται να αναβάλει την εκτέλεσή της. Το επόμενο βράδυ, η Σεχραζάντ τελειώνει την αφήγηση του παραμυθιού και αμέσως αρχίζει άλλο, το οποίο αφήνει επίσης ανολοκλήρωτο. Ο βασιλιάς, θέλοντας ν' ακούσει και πάλι τη συνέχεια, αναβάλλει για άλλη μια φορά την εκτέλεση της Σεχραζάντ, κι αυτό συνεχίζεται για 1.001 νύχτες. Το τελευταίο βράδυ, ο βασιλιάς αποφασίζει να της χαρίσει τη ζωή για πάντα κι έτσι η Σεχραζάντ παραμένει βασίλισσα.

Οι ιστορίες ποικίλλουν καθώς περιλαμβάνουν ιστορικές αφηγήσεις, ιστορίες αγάπης, τραγωδίες, κωμωδίες, ποιήματα και διάφορους τύπους ερωτικών ιστοριών. Πολλές ιστορίες απεικονίζουν τζίνια, πιθήκους, μάγους, ταχυδακτυλουργούς και θρυλικές τοποθεσίες, τα οποία συχνά συνυπάρχουν, όχι πάντα ορθολογικά, με πραγματικούς ανθρώπους και γεωγραφικά μέρη.

Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές των ιστοριών περιλαμβάνεται ο ιστορικός Αββασίδης χαλίφης Χαρούν αλ Ρασίντ, ο Μεγάλος Βεζίρης Γιαχία ο Βαρμακίδης και ο ποιητής Αμπού Νουβάς, παρά το γεγονός ότι έζησαν 200 χρόνια μετά την πτώση της αυτοκρατορίας των Σασσανιδών, στης οποίας το ιστορικό πλαίσιο τοποθετείται η κεντρική ιστορία της Σεχραζάντ. Μερικές φορές ένας χαρακτήρας από μία ιστορία της Σεχραζάντ ξεκινάει παρουσιάζοντας έναν άλλον χαρακτήρα να αφηγείται μία δική του ιστορία, κι αυτή η ιστορία μπορεί να περιέχει άλλη μία, δημιουργώντας έτσι μία πλούσια και πολυεπίπεδη αφήγηση...

Οι διάφορες εκδόσεις έχουν και διαφορές στην εξέλιξη (σε ορισμένες η Σεχραζάντ ζητάει χάρη, σε ορισμένες ο βασιλιάς βλέπει τα παιδιά τους και αποφασίζει να μην εκτελέσει τη σύζυγό του και σε άλλες συμβαίνουν διάφορα πράγματα που αποσπούν την προσοχή του βασιλιά) αλλά όλες καταλήγουν με τον βασιλιά να δίνει χάρη στη σύζυγό του και να της χαρίζει τη ζωή.

Τα πρότυπα του αφηγητή γι' αυτό που αποκαλείται κορύφωση της δραματικής στιγμής, φαίνεται να είναι ευρύτερα απ' ό,τι στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ενώ σε πολλές περιπτώσεις η ιστορία διακόπτεται τη στιγμή που ο ήρωας βρίσκεται σε κίνδυνο να χάσει τη ζωή του ή αντιμετωπίζει άλλο μεγάλο πρόβλημα, σε ορισμένα μέρη του πλήρους κειμένου η Σεχραζάντ διακόπτει την αφήγησή της στη μέση μίας αναφοράς αφηρημένων φιλοσοφικών αρχών ή ενός συμπλέγματος σημείων της Ισλαμικής φιλοσοφίας, και σε μία περίπτωση κατά την αναλυτική περιγραφή της ανθρώπινης ανατομίας σύμφωνα με τον Γαληνό -και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις αποδεικνύεται ότι είναι δικαιολογημένη η πεποίθησή της ότι η περιέργεια του βασιλιά για τη συνέχεια θα της χάριζε άλλη μια μέρα ζωής.

Προέλευση: εκδοχές και μεταφράσεις


Το ζήτημα της προέλευσης του έργου είναι εξαιρετικά περίπλοκο και οι σύγχρονοι μελετητές έχουν κάνει πολλές προσπάθειες να βρουν το πως προήλθε το έργο όπως είναι γνωστό σήμερα. Παραμένει άγνωστο το πότε, πού και από ποιους γράφτηκαν οι Χίλιες και μια Νύχτες, καθώς οι εκτεταμένες έρευνες έχουν αποκαλύψει σημαντικό αριθμό χειρογράφων, τα οποία ωστόσο είναι ελλιπή.

Τις δεκαετίες του 1880 και του 1890 πραγματοποιήθηκε μεγάλη μελέτη πάνω στις Χίλιες και μια Νύχτες από διάφορους λόγιους, κατά τη διάρκεια της οποίας προέκυψε μία συναινετική άποψη για την ιστορία του κειμένου. Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι πρόκειται για ένα σύνθετο έργο και ότι οι πρώτες ιστορίες του ήρθαν από την Ινδία και την Περσία.

Κάποια στιγμή, κατά πάσα πιθανότητα στις αρχές του 8ου αιώνα, αυτές οι ιστορίες μεταφράστηκαν στα αραβικά υπό τον τίτλο "Οι Χίλιες Νύχτες". Αυτή η συλλογή αποτέλεσε στη συνέχεια τη βάση του Χίλιες και μια Νύχτες.

Ο αρχικός πυρήνας των ιστοριών ήταν αρκετά μικρός. Κατά την εποχή του χαλιφάτου των Αββασιδών, τον 9ο ή τον 10ο αιώνα, στον αρχικό πυρήνα της συλλογής προστέθηκαν νέες ιστορίες με φόντο τη Βαγδάτη του Χαρούν αλ Ρασίντ. Επίσης, ίσως από τον 10ο αιώνα και μετά, προστέθηκαν στη συλλογή ανεξάρτητες ηρωικές αφηγήσεις και ιστορίες. Αρκετές από τις ιστορίες προέρχονται και από την αρχαία ελληνική μυθολογία και τη βυζαντινή παράδοση.

Από τον 13ο αιώνα και μετά, προστέθηκαν επιπλέον ιστορίες στη Συρία και την Αίγυπτο, πολλές εκ των οποίων δείχνουν την ενασχόληση με το σεξ και τη μαγεία. Μέχρι τον 16ο αι., προστέθηκαν ιστορίες από τις ισλαμικές αντι-Σταυροφορίες και άλλες ιστορίες που έφεραν στη Μέση Ανατολή οι Μογγόλοι, με αποτέλεσμα η συλλογή να μεγαλώσει αρκετά ώστε να καλύψει πλήρως τις 1.001 νύχτες αφηγήσεων που υπόσχεται ο τίτλος του έργου.

Μερικοί μελετητές θεωρούν ότι το έργο έχει ινδική καταγωγή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η συλλογή κάνει χρήση στοιχείων που βρέθηκαν στη σανσκριτική λογοτεχνία, όπως το πλαίσιο κάποιων ιστοριών και οι θρύλοι με ζώα. Η ινδική λαογραφία εκπροσωπείται στη συλλογή από ορισμένες ιστορίες ζώων, οι οποίες αντανακλούν επιρροή από αρχαίους σανσκριτικούς μύθους. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι η επιρροή της ινδικής Πεντατεύχου (Παντσατάντρα) ενώ κοινές ιστορίες επισημάνθηκαν και στις Ιστορίες της Τζατάκα, μία συλλογή 547 βουδιστικών ιστοριών, οι οποίες ως επί το πλείστον έχουν έναν ηθικό σκοπό.

Η πρώτη αναφορά στα παραμύθια της Σεχραζάντ βρίσκεται σε μία αραβική μετάφραση ενός περσικού βιβλίου με τίτλο Οι Χίλιες Ιστορίες. Τον 10ο αιώνα ο Ιμπν αλ-Ναντίμ συνέταξε στη Βαγδάτη έναν κατάλογο βιβλίων (το "Φιχρίστ") και επισήμανε ότι οι Σασσανίδες βασιλιάδες της Περσίας απολάμβαναν βραδιές με παραμύθια και μύθους. Στη συνέχεια ο αλ-Ναντίμ γράφει για τις περσικές Χίλιες Ιστορίες εξηγώντας το πλαίσιο της ιστορίας: ένας αιμοδιψής βασιλιάς σκοτώνει μία σειρά από συζύγους του μετά την πρώτη νύχτα του γάμου τους. Τελικά μία παλλακίδα είχε την ευφυΐα να γλιτώσει λέγοντάς του μία ιστορία κάθε βράδυ, την οποία άφηνε στη μέση μέχρι την επόμενη νύχτα έτσι ώστε ο βασιλιάς να αναβάλει την εκτέλεσή της.

Τον ίδιο αιώνα, ο Αλ-Μασουντί αναφέρεται επίσης στο ίδιο έργο λέγοντας ότι η αραβική μετάφραση ονομάζεται Χίλιες Ψυχαγωγικές Ιστορίες αλλά είναι γενικά γνωστό ως Χίλιες Νύχτες. Καμία φυσική μορφή των Χίλιων Ιστοριών δεν έχει διασωθεί κι έτσι η ακριβής σχέση του έργου αυτού με τις υπάρχουσες αργότερα αραβικές εκδόσεις παραμένει ένα μυστήριο.

Ωστόσο, στα μέσα του 20ου αιώνα η Νάμπια Άμποτ βρήκε ένα έγγραφο με λίγες γραμμές από ένα αραβικό έργο με τον τίτλο Το Βιβλίο της Ιστορίας των Χιλίων Νυχτών, που χρονολογείται από τον 9ο αιώνα. Πρόκειται για το παλαιότερο σωζόμενο απόσπασμα από τις Χίλιες και μια νύχτες.

Η κεντρική ιστορία της Σεχραζάντ από τις Χίλιες και μια νύχτες όπως υφίσταται σήμερα ελήφθη από το περσικό πρωτότυπο. Και διάφορες άλλες ιστορίες έχουν περσική προέλευση, αν και είναι ασαφές το πως μπήκαν στη συλλογή.

Αραβικές εκδόσεις

Η πρώτη αναφορά στην αραβική έκδοση με τον πλήρη τίτλο Χίλιες και μια νύχτες εμφανίζεται στο Κάιρο τον 12ο αιώνα, στα αρχεία ενός Εβραίου βιβλιοπώλη. Ο καθηγητής Ντουάιτ Ρέινολντς περιγράφει τις επόμενες μεταμορφώσεις της αραβικής έκδοσης: "Ορισμένες από τις προηγούμενες περσικές εκδόσεις μπορεί να έχουν διασωθεί μέσω της αραβικής παράδοσης και να έχουν μεταβληθεί έτσι ώστε τα αραβικά μουσουλμανικά ονόματα και τοπωνύμια να αντικατέστησαν τα αντίστοιχα προ-ισλαμικά περσικά, αλλά είναι επίσης σαφές ότι ολόκληροι κύκλοι αραβικών παραμυθιών προστέθηκαν τελικά στη συλλογή και προφανώς αντικατέστησαν τα περισσότερα περσικά στοιχεία.

Ένας τέτοιος κύκλος αραβικών ιστοριών επικεντρώνεται σε μία μικρή ομάδα ιστορικών προσωπικοτήτων από τη Βαγδάτη του 9ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένου του χαλίφη Χαρούν αλ Ρασίντ (απεβίωσε το 809), τον βεζίρη Γιαχία τον Βαρμακίδη (απεβίωσε το 803) και τον ποιητή Αμπού Νουβάς (απεβίωσε το 814). Μία άλλη ομάδα είναι ένα σύνολο ιστοριών από το μεσαιωνικό Κάιρο, όπου αναφέρονται πρόσωπα και μέρη που χρονολογούνται το 13ο και το 14ο αιώνα.".

Οι κύριες γνωστές αραβικές χειρόγραφες παραδόσεις του έργου είναι δύο: η συριακή και η αιγυπτιακή. Η συριακή παράδοση περιλαμβάνει τα αρχαιότερα χειρόγραφα. Αυτή η έκδοση είναι επίσης πολύ μικρότερη και περιλαμβάνει λιγότερες ιστορίες. Σε έντυπη μορφή εκπροσωπείται από τη λεγόμενη πρώτη έκδοση της Καλκούτας (1814-1818) και κυρίως από την έκδοση του Λέιντεν (1984), η οποία βασίστηκε πάνω απ' όλα στο χειρόγραφο του Γκαλάν. Πιστεύεται ότι είναι η πιο αγνή έκφραση του ύφους των μεσαιωνικών Αραβικών Νυχτών.

Τα κείμενα της αιγυπτιακής παράδοσης προέκυψαν αργότερα και περιέχουν περισσότερες ιστορίες και με πολύ πιο ποικίλο περιεχόμενο. Στη συλλογή έχει ενσωματωθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός αρχικά ανεξάρτητων ιστοριών, οι περισσότερες εκ των οποίων ενσωματώθηκαν αφού γράφτηκε το χειρόγραφο του Γκαλάν. Συμπεριλήφθηκαν στη συλλογή το 18ο και το 19ο αιώνα, ίσως για να επιτευχθεί ο αριθμός των 1.001 νυχτών/ιστοριών. Το τελικό προϊόν αυτής της αναθεώρησης περιέχει 1.001 νύχτες και εκπροσωπείται σε έντυπη μορφή, με μικρές διαφοροποιήσεις, από την έκδοση του Μπουλάκ (1835) και τη δεύτερη έκδοση της Καλκούτας (1839-1842).

Όλες οι υπάρχουσες σημαντικές εκδόσεις των δύο αναθεωρήσεων (της συριακής και της αιγυπτιακής) μοιράζονται έναν μικρό κοινό πυρήνα ιστοριών, μεταξύ των οποίων "Ο Ψαράς και το Τζίνι", "Η Ιστορία του Χαμάλη και των Τριών Κυριών", "Η Ιστορία των Τριών Μήλων" και "Η Ιστορία του Κάμαρ αλ-Ζαμάν".

Έχει γίνει αρκετή συζήτηση σχετικά με το ποια αραβική αναθεώρηση είναι πιο "αυθεντική" και πιο κοντά στην πρωτότυπη. Οι αιγυπτιακές εκδόσεις έχουν τροποποιηθεί σε μεγαλύτερη έκταση και πιο πρόσφατα και οι μελετητές υποψιάζονται ότι αυτό μπορεί να έχει προκληθεί εν μέρει από την ευρωπαϊκή ζήτηση για μία "ολοκληρωμένη έκδοση". Φαίνεται όμως πως αυτού του είδους οι τροποποιήσεις ήταν συνηθισμένες σε όλη την ιστορία της συλλογής και ότι πάντα ενσωματώνονταν σε αυτή και ανεξάρτητες ιστορίες.

Σύγχρονες μεταφράσεις

Η πρώτη ευρωπαϊκή έκδοση (1704-1717) ήταν μετάφραση, στα γαλλικά, από τον Αντουάν Γκαλάν, ενός αραβικού κειμένου της συριακής αναθεώρησης καθώς και άλλων πηγών. Αυτό το 12τομο βιβλίο, Les Mille et une nuits, contes arabes traduits en français ("Χίλιες και μια νύχτες, αραβικές ιστορίες μεταφρασμένες στα γαλλικά"), περιλάμβανε ιστορίες που δεν υπάρχουν στο αρχικό αραβικό χειρόγραφο.

"Το Λυχνάρι του Αλαντίν" και Ο Αλί Μπαμπά και οι Σαράντα Κλέφτες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη μετάφραση του Γκαλάν και δεν υπάρχουν σε κανένα από τα πρωτότυπα χειρόγραφα. Ο ίδιος έγραψε ότι άκουσε τις ιστορίες από έναν Σύριο χριστιανό Μαρωνίτη λόγιο και αφηγητή από το Χαλέπι. Η έκδοση του Γκαλάν ήταν εξαιρετικά δημοφιλής σε όλη την Ευρώπη και οι νεότερες εκδοχές που εκδόθηκαν από τον εκδότη του Γκαλάν έφεραν το όνομα του Γκαλάν χωρίς τη συγκατάθεσή του.

Η πρώτη αυτή ευρωπαϊκή έκδοση του έργου γνώρισε τεράστια επιτυχία, με αποτέλεσμα να μεταφρασθεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες και να συμβάλλει, σε μεγάλο βαθμό, στη δημιουργία ενός ανατολίτικου ρεύματος σε όλη την Ευρώπη. Ωστόσο, αργότερα ο Γκαλάν δέχτηκε έντονη κριτική επειδή παρέφρασε (σχεδόν διασκεύασε) το έργο και μάλιστα μέρος μόνο του πρωτοτύπου, παραλείποντας τμήματα που θεωρήθηκαν άσεμνα, αλλοιώνοντας πολλά ονόματα και προσθέτοντας πολλές λεπτομέρειες δικής του επινόησης.

Καθώς οι μελετητές αναζητούσαν την υποτιθέμενη πλήρη, πρωτότυπη μορφή του έργου, στράφηκαν στα πιο ογκώδη κείμενα της αιγυπτιακής αναθεώρησης, η οποία σύντομα θεωρήθηκε ως η βασική έκδοση.

Οι πρώτες μεταφράσεις αυτού του είδους, όπως αυτές του Έντουαρντ Λέιν (1840 και 1859), ήταν επεξεργασμένες και με περικοπές. Μεταφράσεις χωρίς περικοπές και παραποιήσεις έγιναν πρώτα από τον Τζον Πέιν (1882, 9 τόμοι) και στη συνέχεια από τον Ρίτσαρντ Φράνσις Μπάρτον (1885, 10 τόμοι), με τον τελευταίο -σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις- να βασίζεται στον προηγούμενο και να κατηγορείται για λογοκλοπή.

Λόγω του ερωτικού περιεχομένου ορισμένων ιστοριών (τις οποίες ο Μπάρτον επέκτεινε ακόμα περισσότερο, ιδίως με την προσθήκη εκτεταμένων υποσημειώσεων και παραρτημάτων για τα σεξουαλικά ήθη της Ανατολής) και των αυστηρών βικτοριανών νόμων για το άσεμνο υλικό, και οι δύο μεταφράσεις τυπώθηκαν ως ιδιωτικές εκδόσεις μόνο για συνδρομητές αντί να δημοσιευθούν με τον συνηθισμένο τρόπο. Τους αρχικούς 10 τόμους του Μπάρτον ακολούθησαν άλλοι έξι συμπληρωματικοί, οι οποίοι τυπώθηκαν μεταξύ του 1886 και του 1888. Ωστόσο ο Μπάρτον έχει επικριθεί έντονα για την "αρχαϊκή γλώσσα και το εξωφρενικό ιδίωμα" και την "υπερβολική έμφαση στη σεξουαλικότητα" και μάλιστα έχει κατηγορηθεί για "άκρως προσωπική αναδιατύπωση του κειμένου".

Σημαντική ήταν επίσης η έκδοση του Γάλλου γιατρού Ζοζέφ Σαρλ Μαρντρύς (1898-1904), η οποία μεταφράστηκε και εκδόθηκε στα αγγλικά το 1923. Όπως τα κείμενα του Πέιν και του Μπάρτον, έτσι κι αυτό βασίστηκε στην αιγυπτιακή αναθεώρηση και διατηρεί το ερωτικό υλικό, και μάλιστα επεκτείνοντάς το, αλλά έχει επικριθεί ως ανακριβές.

Μία σημαντική πρόσφατη έκδοση του έργου, η οποία επανέρχεται στη συριακή αναθεώρηση, βασίστηκε σε συριακό χειρόγραφο του 14ου ή 15ου αιώνα που βρίσκεται στην Εθνική βιβλιοθήκη της Γαλλίας και που αρχικά χρησιμοποιήθηκε από τον Γκαλάν. Αυτή η έκδοση, γνωστή ως κείμενο του Λέιντεν, συντάχθηκε στην αραβική γλώσσα το 1984 και ξανά στα αγγλικά το 1990.

Σήμερα είναι ευρέως αποδεκτή η άποψη ότι η συριακή έκδοση είναι η παλαιότερη σωζόμενη εκδοχή, αλλά παραμένει άγνωστο αν προηγείται απ' όλες τις άλλες εκδοχές που πιστεύεται ότι υπήρχαν κατά τη διάρκεια της περιόδου των Μαμελούκων. Παρόλα αυτά, ακόμη και μελετητές που αρνούνται να αποδώσουν στην έκδοση αυτή την αποκλειστική ιδιότητα των "μόνων και πραγματικών Αραβικών Νυχτών", την αναγνωρίζουν ως την καλύτερη πηγή του αρχικού ύφους και της γλωσσικής μορφής του μεσαιωνικού έργου και επαινούν την αγγλική μετάφραση ως "πολύ ευανάγνωστη" και "συνιστάται έντονα γι' αυτόν που επιθυμεί να δοκιμάσει την αυθεντική γεύση αυτών των παραμυθιών". Το 1995 εκδόθηκε ένας συμπληρωματικός δεύτερος τόμος των Αραβικών Νυχτών, αποτελούμενος από δημοφιλή παραμύθια που δεν υπάρχουν στην έκδοση του Λέιντεν.

Το 2008 εκδόθηκε από την Penguin Classics μία νέα αγγλική μετάφραση σε 3 τόμους. Η μετάφραση έγινε από τον Μάλκολμ Λάιονς και την Ούρσουλα Λάιονς με εισαγωγή και σχόλια του Ρόμπερτ Ίργουιν. Αυτή είναι η πρώτη πλήρης μετάφραση της δεύτερης έκδοσης της Καλκούτας (αιγυπτιακή αναθεώρηση) μετά από εκείνη του σερ Ρίτσαρντ Μπάρτον. Περιέχει, εκτός από το τυποποιημένο κείμενο των 1001 Νυχτών, τις λεγόμενες "ορφανές ιστορίες" του Αλαντίν και του Αλί Μπαμπά καθώς και ένα εναλλακτικό τέλος στο Έβδομο Ταξίδι του Σεβάχ από το γαλλικό κείμενο του Αντουάν Γκαλάν.

Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι οι μεταφραστές στην εισαγωγή, "δεν έγινε καμία προσπάθεια για αλλαγές στη μετάφραση, οι οποίες θα ήταν αναγκαίες για να γίνουν διορθώσεις, προσθήκες, επαναλήψεις, χωρίς ανακολουθίες και συγχύσεις που εμφανίζονται σ' αυτό το κείμενο", κι αυτό γιατί ήθελαν το έργο να είναι μία "αναπαράσταση του τι αποτελεί προφορική λογοτεχνία, ελκυστική περισσότερο στο αυτί παρά στο μάτι". Η μετάφραση των Λάιονς περιλαμβάνει όλα τα ποιήματα, που απουσίαζαν σε μερικές μεταφράσεις, αλλά δεν αναπαράγει στα αγγλικά την εσωτερική ομοιοκαταληξία ορισμένων πεζών τμημάτων του αραβικού πρωτότυπου.

Η πρώτη ελληνική εκδοχή του αραβικού έργου, η οποία προέρχεται από μετάφραση της γαλλικής έκδοσης του Γκαλάν, κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο "Φοίνιξ" της Βενετίας κατά το τέλος του 18ου αιώνα. Αν και τη χαρακτηρίζει γλωσσική ακαταστασία και αυθαιρεσίες στην απόδοση των ονομάτων, γνώρισε μεγάλη απήχηση και κυκλοφόρησε επί δύο αιώνες. Αργότερα, η μετάφραση του Κώστα Τρικογλίδη (1910) βασίστηκε στο αραβικό πρωτότυπο, με οδηγό την αγγλική μετάφραση του Μπάρτον.


Οι Χίλιες και Μια Νύχτες στον παγκόσμιο πολιτισμό

Η επιρροή του έργου στην παγκόσμια λογοτεχνία είναι τεράστια. Συγγραφείς τόσο διαφορετικοί, από τον Χένρι Φίλντινγκ μέχρι τον Ναγκίμπ Μαχφούζ, αναφέρθηκαν στις Χίλιες και Μια Νύχτες. Άλλοι συγγραφείς που έχουν επηρεαστεί από το έργο είναι οι Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, Γουόλτερ Σκοτ, Αλέξανδρος Δουμάς (πατέρας), Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν, Λέων Τολστόι, Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς, Χ. Τζ. Γουέλς, Κωνσταντίνος Καβάφης, Ίταλο Καλβίνο, Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ, Μαρσέλ Προυστ κ.α.

Μερικοί χαρακτήρες αυτού του έπους, όπως ο Αλαντίν, ο Σεβάχ και ο Αλί Μπαμπά, έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλείς στο δυτικό πολιτισμό. Μέρος της δημοτικότητάς τους μπορεί να οφείλεται στην αύξηση της ιστορικής και γεωγραφικής γνώσης, έτσι ώστε μέρη που ήταν ελάχιστα γνωστά και ώστε τα θαύματα να είναι αληθοφανή, έπρεπε να καθοριστούν χρονικά ως "μια φορά κι έναν καιρό" και γεωγραφικά ως "πέρα μακριά". Αυτή είναι μία διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα η δράση να τοποθετείται τελικά σ' έναν φανταστικό κόσμο που έχει ελάχιστη σχέση -αν υπάρχει- με πραγματικές εποχές και τοποθεσίες. Πολλά στοιχεία από την περσική και την αραβική μυθολογία είναι πλέον συνηθισμένα στη σύγχρονη φαντασία, όπως τα τζίνι, τα μαγικά χαλιά, οι μαγικές λάμπες, κ.λπ.

Στον αραβικό πολιτισμό

Υπάρχουν πολύ λίγες ενδείξεις ότι οι Χίλιες και Μια Νύχτες ήταν προσφιλείς στον αραβικό κόσμο. Σπάνια αναφέρονται στους καταλόγους της λαϊκής λογοτεχνίας και υπάρχουν λίγα μόνο χειρόγραφα προ του 18ου αιώνα. Η φαντασία είχε χαμηλό πολιτιστικό αντίκτυπο στους μεσαιωνικούς Άραβες σε σχέση με την ποίηση, και τα παραμύθια μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τη ψυχαγωγία γυναικών και παιδιών.

Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Ίργουιν "ακόμα και σήμερα, με την εξαίρεση ορισμένων συγγραφέων και ακαδημαϊκών, οι Χίλιες και Μια Νύχτες αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση στον αραβικό κόσμο. Οι ιστορίες τους συχνά αποδοκιμάζονται ως χυδαίες, απίθανες, παιδαριώδεις και, πάνω απ' όλα, ως κακογραμμένες". Εντούτοις, το έργο έχει αποδειχθεί πηγή έμπνευσης για κάποιους σύγχρονους Αιγύπτιους συγγραφείς όπως ο Ναγκίμπ Μαχφούζ (Μέρες και νύχτες της Αραβίας, 1981).


Ενδεχόμενη πρώτη επίδραση στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία

Αν και η πρώτη γνωστή μετάφραση σε ευρωπαϊκή γλώσσα εμφανίστηκε το 1704, είναι πιθανόν οι Χίλιες και Μια Νύχτες να άρχισαν να ασκούν την επιρροή τους στη δυτική κουλτούρα πολύ νωρίτερα. Χριστιανοί συγγραφείς στη μεσαιωνική Ισπανία μετέφρασαν πολλά έργα από τα αραβικά, κυρίως φιλοσοφικά και μαθηματικά, αλλά και αραβική φαντασία. Η γνώση του έργου, άμεση ή έμμεση, προφανώς εξαπλώθηκε πέρα από την Ισπανία. Θέματα και μοτίβα ανάλογα με τις Χίλιες και Μια Νύχτες βρίσκονται στις Ιστορίες του Καντέρμπουρι του Τζέφρι Τσόσερ και στο Δεκαήμερον του Βοκάκιου. Οι απόηχοι του έργου στο Orlandο furioso του Λοντοβίκο Αριόστο δείχνουν ότι η ιστορία του Σαχριάρ ήταν γνωστή. Τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι οι ιστορίες είχαν εξαπλωθεί στα Βαλκάνια και ότι από τον 17ο αιώνα υπήρχε μία μετάφραση του έργου στη ρουμανική γλώσσα, η οποία βασίστηκε σε μία ελληνική έκδοση της συλλογής.

Η δυτική λογοτεχνία από το 18ο αιώνα και μετά

Η σύγχρονη φήμη της συλλογής προέρχεται από την πρώτη γνωστή ευρωπαϊκή μετάφραση του έργου από τον Αντουάν Γκαλάν το 1704. Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Ίργουιν, ο Γκαλάν "έπαιξε τόσο μεγάλο ρόλο στην ανακάλυψη των ιστοριών, στη μετάδοσή τους στην Ευρώπη και στη διαμόρφωση τού τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κανονική συλλογή, ώστε -με κάποια δόση υπερβολής και παράδοξου- να χαρακτηρίζεται ως ο πραγματικός συγγραφέας του έργου".

Η άμεση επιτυχία της έκδοσης του Γκαλάν στο γαλλικό κοινό μπορεί να συνέβη επειδή συνέπεσε με τη μόδα της εποχής για τα παραμύθια. Η επιτυχία του έργου εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και μέχρι το τέλος του αιώνα υπήρχαν μεταφράσεις της έκδοσης του Γκαλάν στα αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά, ολλανδικά, δανικά, ρωσικά, φλαμανδικά και εβραϊκά.

Η έκδοση του Γκαλάν προκάλεσε ένα κύμα ψευτοανατολίτικων απομιμήσεων. Την ίδια στιγμή, κάποιοι Γάλλοι συγγραφείς άρχισαν να παρωδούν το ύφος και να εξυφαίνουν υπερβολικές ιστορίες με επιφανειακά ανατολίτικα στοιχεία. Τέτοιο παράδειγμα ειρωνικής απομίμησης είναι τα Αδιάκριτα κοσμήματα (1748) του Ντενί Ντιντερό. Συχνά περιείχαν κεκαλυμμένες αναφορές στη σύγχρονη γαλλική κοινωνία. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι το Ζαντίγκ ή Το πεπρωμένο (1748) του Βολταίρου, μία επίθεση στο θρησκευτικό φανατισμό εναντίον ενός αόριστου προϊσλαμικού υπόβαθρου της Μέσης Ανατολής.

Οι αγγλικές εκδόσεις περιείχαν γενικά ένα βαρύ ηθικολογικό στοιχείο, με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της Ιστορίας του Χαλίφη Βατέκ (1786) του Γουίλιαμ Μπέκφορντ, που είχε αποφασιστική επιρροή στην ανάπτυξη του γοτθικού μυθιστορήματος. Το μυθιστόρημα Χειρόγραφο της Σαραγόσα του Πολωνού ευγενούς Γιαν Ποτόκι είναι βαθιά επηρεασμένο από τις Χίλιες και Μια Νύχτες με το ανατολίτικο άρωμά του και τη δαιδαλώδη σειρά ενσωματωμένων ιστοριών.

Οι Χίλιες και Μια Νύχτες ήταν το αγαπημένο βιβλίο πολλών Βρετανών συγγραφέων της Ρομαντικής και Βικτοριανής εποχής. Στα αυτοβιογραφικά γραπτά τους, ο Σάμιουελ Κόλεριτζ και ο Τόμας ντε Κουίνσι αναφέρονται στους εφιάλτες που τους προκαλούσε το βιβλίο όταν ήταν σε νεαρή ηλικία. Ο Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ και ο Άλφρεντ Τένισον έγραψαν επίσης στα ποιήματά τους για την ανάγνωση των παραμυθιών κατά την παιδική τους ηλικία. Ο Κάρολος Ντίκενς ήταν άλλος ένας θαυμαστής του έργου και η ατμόσφαιρα από τις Χίλιες και Μια Νύχτες διαποτίζει την αρχή του τελευταίου μυθιστορήματός του, Το Μυστήριο του Έντουιν Ντρουντ (1870).

Μερικοί συγγραφείς έχουν προσπαθήσει να προσθέσουν μία 1002η ιστορία, συμπεριλαμβανομένου του Θεόφιλου Γκωτιέ (Χιλιοστή δεύτερη νύχτα, 1842) και του Τζόζεφ Ροθ (Die Geschichte von der 1002. Nacht, 1939).

Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε έγραψε το "Χιλιοστό Δεύτερο Παραμύθι της Σεχραζάντ" (1845). Απεικονίζει το όγδοο και τελευταίο ταξίδι του Σεβάχ, μαζί με τα διάφορα μυστήρια που συναντά ο Σεβάχ και το πλήρωμά του. Οι ανωμαλίες στη συνέχεια περιγράφονται στην ιστορία ως υποσημειώσεις. Ενώ ο βασιλιάς είναι αβέβαιος ότι αυτά τα μυστήρια είναι πραγματικά, εκτός από την περίπτωση των ελεφάντων που μεταφέρουν τον κόσμο στην πλάτη μιας χελώνας, υπάρχουν πραγματικά σύγχρονα γεγονότα που έλαβαν χώρα σε διάφορα μέρη κατά τη διάρκεια που ζούσε ο Πόε ή πριν.

Η ιστορία τελειώνει με τον βασιλιά να είναι τόσο δυσαρεστημένος από την ιστορία που του αφηγήθηκε η Σεχραζάντ, ώστε την εκτέλεσε την επόμενη κιόλας μέρα. Σύμφωνα όμως με την εκδοχή του Ρέιμοντ Σμούλιαν στο βιβλίο Ο Γρίφος της Σεχραζάντ (1997), η Σεχραζάντ πριν πάρει τον δρόμο για το ικρίωμα έπεισε τον κύριό της να συνεχίσει να της χαρίζει τη ζωή για όσες νύχτες αυτή θα του έβαζε αινίγματα. Και έτσι, τη χιλιοστή τρίτη νύχτα η ευφυής πριγκίπισσα άρχισε τους γρίφους και τους συνέχισε για πολλές ακόμη νύχτες, ώσπου τον κέρδισε και έζησαν μετά μαζί και ευτυχισμένοι.

Μεταξύ των σύγχρονων συγγραφέων που επηρεάστηκαν από τις Χίλιες και Μια Νύχτες είναι επίσης οι Τζαίημς Τζόυς, Μαρσέλ Προυστ, Χόρχε Λουίς Μπόρχες κ.α.

Κινηματογράφος


Οι ιστορίες από τις Χίλιες και Μια Νύχτες υπήρξαν δημοφιλές θέμα για ταινίες, ξεκινώντας από την ταινία του Ζωρζ Μελιέ Le Palais des Mille et une nuits (1905). Ο κριτικός Ρόμπερτ Ίργουιν ξεχωρίζει δύο εκδόσεις της ταινίας Ο Κλέφτης της Βαγδάτης (την ταινία του 1924 που σκηνοθέτησε ο Ραούλ Γουόλς, και την ταινία του 1940 των Λούντβιχ Μπέργκερ, Μάικλ Πάουελ και Τιμ Γουέλαν) και τις Χίλιες και Μία Νύχτες (1974) του Πιέρ Πάολο Παζολίνι, τις οποίες κατατάσσει "ανάμεσα στα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου".

Υπάρχει επίσης μία γιαπωνέζικη έκδοση κινουμένων σχεδίων με τίτλο Χίλιες και Μια Νύχτες (1969), σκηνοθεσίας του Eiichi Yamamoto. Οι εικόνες και οι ψυχεδελικοί ήχοι της ταινίας αντανακλούν την περίοδο κατά την οποία έγινε η παραγωγή. Θεωρείται επίσης ότι απευθύνεται σε ενήλικο κοινό καθώς υπάρχουν ερωτικές σκηνές μεταξύ ορισμένων χαρακτήρων.

Χίλιες και Μία Νύχτες είναι επίσης ο τίτλος αμερικανικής τηλεοπτικής ταινίας (2000) σκηνοθεσίας του Στιβ Μπάρον καθώς και δημοφιλούς τουρκικής σειράς.

Μουσική

Οι Χίλιες και Μια Νύχτες έχουν εμπνεύσει πολλά μουσικά κομμάτια, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα εξής:

Ο Χαλίφης της Βαγδάτης (1800) του Φρανσουά Μπουαλντιέ

Αμπού Χασάν (1811) του Καρλ Μαρία φον Βέμπερ

Αλί Μπαμπά (1833) του Λουίτζι Κερουμπίνι

Κουρέας της Βαγδάτης (1858) του Πέτερ Κορνέλιους

Σεχραζάντ (1888) του Νικολάι Ρίμσκυ-Κόρσακοφ.

Μαρούφ (1914) του Ανρί Ραμπώ

Αλαντίν (1918-1919) του Καρλ Νίλσεν

Χίλιες και Μια Νύχτες (μπαλέτο, 1979) του Φικρέτ Αμίροφ

Αλαντίν (2001) του Καρλ Ντέιβις

Εκφράσεις

Η έκφραση "παραμύθια της Χαλιμάς" έχει περάσει στην ελληνική γλώσσα και υπονοεί τα μεγάλα λόγια και τις υποσχέσεις που είναι αστήρικτα και δύσκολα πιστεύει κάποιος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου