Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Μιναρέδες

Ένα από τα σταθερά και δεσπόζοντα στοιχεία στην εικόνα των περισσότερων αστικών κέντρων της Μέσης Ανατολής είναι οι μιναρέδες.

Οι πύργοι αυτοί, οι οποίοι διαφοροποιούνται από τόπο σε τόπο ως προς τη μορφή τους, εμφανίζονται είτε ως συνδεδεμένα μέλη ενός τεμένους είτε ως παρακείμενα στοιχεία αυτού σε κοντινά σημεία.

Ο μιναρές είναι ταυτισμένος με τη λειτουργική υποστήριξη του καλέσματος σε προσευχή (adhān), το οποίο εκφωνούσε ο μουεζίνης (αρ. mu‘adhdhin · τουρ. müezzin) από την κορυφή του προκειμένου να ακουστεί από την κοινότητα των πιστών στις συνθήκες των πιο διευρυμένων μορφών κατοίκησης όπως τα αστικά κέντρα.

Λόγω αυτής της σχέσης μεταξύ του μιναρέ και του καλέσματος σε προσευχή, για αρκετά χρόνια η ιστορική εξέλιξη του μιναρέ ως στοιχείου της ισλαμικής αρχιτεκτονικής θεωρούνταν παράλληλη με αυτήν του καλέσματος σε προσευχή, και μελετώνταν υπό αυτό το πρίσμα (Bloom 1991: 57).

Αν και ο μιναρές αναδείχθηκε τελικά σε «μόνιμο στοιχείο του ισλαμικού τοπίου» (Ettinghausen, Grabar & Jenkins-Madina, 2001, σ. 21), ιστορικά η ταύτισή του με το ηχοτοπίο των «ισλαμικών πόλεων», και ειδικότερα με αυτό των τζαμιών, δεν ήταν πάντα απόλυτη (Bloom, 1991, σ. 57). Η ιστορική εξέλιξη της σχέσης του καλέσματος σε προσευχή με τον μιναρέ χαρακτηρίζεται από ενδιαφέρουσες ταυτίσεις και ασυνέχειες οι οποίες αντανακλώνται και στη σχέση μεταξύ του ηχητικού και του οπτικού και υλικού πολιτισμού του ισλαμικού κόσμου.

Το κάλεσμα σε προσευχή (αρ. Adhān / τουρ. ezan)

•  Allāh akbar - Ο Θεός είναι ο μέγιστος.
•  As̲h̲hadu an lā ilāh illa ‘llāh - Ομολογώ ότι δεν υπάρχει [έτερος] θεός πλην του [ενός και μοναδικού] Θεού.
•  As̲h̲hadu anna Muḥammad rasūl Allāh - Ομολογώ ότι ο Μωάμεθ είναι ο αγγελιοφόρος του Θεού. 
•  Ḥayya ʿala ‘l-ṣalāt - Ελάτε να προσευχηθείτε.
•  Ḥayya ʿala ‘l-falāḥ - Ελάτε να ευτυχήσετε (ευημερήσετε).
•  Allāh akbar - Ο Θεός είναι ο μέγιστος.
•  Lā ilāh illa ‘llāh - Δεν υπάρχει [έτερος] θεός πλην του [ενός και μοναδικού] Θεού. 

Το κάλεσμα σε προσευχή ανήκει στον πυρήνα των ηχητικών πρακτικών του Ισλάμ που εντάσσονται στο ιερό/θρησκευτικό πλαίσιο και διαφοροποιούνται νοηματικά/σημασιολογικά από τη μουσική (al-Faruqi, 1987).

Οι απαρχές του adhān ανάγονται στην εποχή του προφήτη Μωάμεθ, τον 7ο αιώνα, οπότε και διαμορφώνονταν οι ισλαμικές τελετουργικές πρακτικές. Από εκείνη την εποχή έως και σήμερα, το adhān εκφωνείται δημόσια και δυνατά, κι έχει την πολύ συγκεκριμένη λειτουργία να καλεί τους πιστούς να τελέσουν την προσευχή (ṣalāt) (Neubauer & Doubleday).

Την εποχή του προφήτη Μωάμεθ το adhān εκφωνούνταν από το επίπεδο του εδάφους ή από τη στέγη ενός κτηρίου που βρισκόταν κοντά στον χώρο τέλεσης της προσευχής, έτσι ώστε να μπορεί να ακούγεται.

Το adhān εκφωνείται πέντε φορές την ημέρα, και ενώ το κείμενό του είναι κοινό σε όλα τα δόγματα/ρεύματα του Ισλάμ, υπάρχουν μικρές διαφοροποιήσεις μεταξύ του σουνιτικού και του σιιτικού πλαισίου ως προς την επανάληψη συγκεκριμένων φράσεων. Όσον αναφορά το μελωδικό περιεχόμενό του, αυτό διαφοροποιείται τοπικά (Neubauer & Doubleday). Εκτός από τη δημόσια εκφώνηση του adhān πριν την προσευχή, εκφωνείται μια φορά ακόμα και εντός του τεμένους οδηγώντας στο πρώτο salāt (γονυκλισία/ μετάνοια) το οποίο ξεκινά με το πρώτο κεφάλαιο του Κορανίου, αλ-Φάτιχα (Juynboll, 1986, σσ. 187-188). Το adhān και κάποιοι ύμνοι αποτελούν και το μοναδικό «μουσικό» ρεπερτόριο στο πλαίσιο του τζαμιού.

Ο πρώτος στη μακρά γενεαλογία μουεζίνηδων ήταν ένας Αιθίοπας δούλος, ο Bilāl. Ο Bilāl απελευθερώθηκε από τον χαλίφη Abu Bakr (623-624) και ασπάστηκε το Ισλάμ. Εκτός από πρώτος μουεζίνης, ο Bilāl υπήρξε από τους πρώτους οπαδούς του προφήτη Μωάμεθ. Λόγω της κοινωνικής και εθνοτικής του καταγωγής, η δεύτερή του ιδιότητα θεωρείται σημαντική για την ιστορία του Ισλάμ, καθώς αποτελεί ένδειξη ισότητας (Μακρής, 2004, σ. 258).

Αν και η ακριβής χρονική στιγμή και ο τόπος όπου οι μιναρέδες εμφανίστηκαν ως αρχιτεκτονικά στοιχεία των τεμενών παραμένουν αμφιλεγόμενα στην ιστορία της ισλαμικής τέχνης, οι μιναρέδες εξαπλώνονται σε όλη την ισλαμική επικράτεια. Μορφολογικά αφομοίωσαν σε γενικές γραμμές τις τοπικές κατασκευαστικές παραδόσεις πύργων (Ettinghausen, Grabar & Jenkins-Madina, 2001, σσ. 21-22).

Ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της πολυμορφίας αποτελούν οι ελικοειδείς πύργοι των τεμενών της Σαμάρας στο Ιράκ, γνωστοί ως malwiya. Η μορφή τους πιθανολογείται ότι αποτέλεσε συνειδητά πρότυπο στην κατασκευή παρόμοιου τύπου πύργου στο τζαμί του Ahmad Ibn Tulun (879) στο Κάιρο και άρα μια εξαίρεση του παραπάνω κανόνα προσαρμογής στην τοπική μορφολογία (Bloom, 1991, σ. 57).

Η σιιτική αντίληψη για το κάλεσμα σε προσευχή, σύμφωνα με την οποία το adhān δεν πρέπει να εκφωνείται από σημείο υψηλότερο της στέγης του τεμένους, οδήγησε στην απουσία, κατά κανόνα, μιναρέδων από τα τζαμιά των Φατιμιδών οι οποίοι ήταν ισμαϊλήτες στο δόγμα (Bloom, 1991, σ. 57).

Μια ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική εξέλιξη που προκύπτει από τη λειτουργική σχέση της αρχιτεκτονικής με το ισλαμικό τελετουργικό της προσευχής είναι το müezzin mahfili.

Πρόκειται για μια υπερυψωμένη εξέδρα που βρίσκεται στο κέντρο του εσωτερικού των μεγάλων τζαμιών –κυρίως αυτών του οθωμανικού κόσμου– και από την οροφή της ο μουεζίνης επαναλαμβάνει τα λεγόμενα του ιμάμη προκειμένου να είναι ακουστά και από όσους πιστούς βρίσκονται σε απομακρυσμένη θέση από το μιχράμπ (Akın, 1995).

Οι συνέπειες της χρήσης των müezzin mahfili κατά την προσευχή, τόσο στο ακουστικό επίπεδο όσο και σε αυτό που αφορά τις ιδιότητες και τον ρόλο του μουεζίνη, αποτελούν ένα ξεχωριστό αντικείμενο μελέτης με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Καθ’ όλη την ιστορική πορεία τους, πέραν της όποιας λειτουργικής διάστασης, οι μιναρέδες απέκτησαν συμβολικές σημασίες στη βάση πολλαπλών συνδηλώσεων. Ο Oleg Grabar (1980), στο πλαίσιο μιας σημειωτικής ερμηνείας, κάνει διάκριση μεταξύ του μιναρέ ως σημείου που δηλώνει τη λειτουργία του (π.χ. πύργος απ’ όπου εκφωνείται το κάλεσμα σε προσευχή) και ως σύμβολο διαφόρων πτυχών του Ισλάμ (Grabar, 1980, σ. 28).

Στις κυρίαρχες συμβολικές σημασίες των μιναρέδων περιλαμβάνεται η δήλωση της παρουσίας και της ορατότητας του Ισλάμ, η οποία απευθύνεται τόσο στους μουσουλμάνους όσο και στους μη μουσουλμάνους, καθώς και ο συμβολισμός γενικότερα του ιερού για τους μουσουλμάνους (Ettinghausen, Grabar & JenkinsMadina, 2001, σσ. 21-22).

Κατ’ αναλογία με τις οπτικές αξίες των μιναρέδων, το κάλεσμα σε προσευχή και η ακουστική του πρόσληψη είναι αλληλένδετα με τις διαφορετικές πολιτισμικές προσλαμβάνουσες των ακροατών. Ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για την καθημερινή εμπειρία του καλέσματος σε προσευχή προέρχονται από την εθνογραφική μελέτη μουσουλμανικών κοινωνιών.

Η ανθρωπολόγος Carol Delaney, στη μελέτη της για τις ισλαμικές καθημερινές πρακτικές στην τουρκική ύπαιθρο, αναφέρει ότι για τον πιστό μουσουλμάνο ο ήχος του adhān είναι συνυφασμένος με αυτή τη «σωματική γνώση» της επιτέλεσης του καθήκοντος της προσευχής, και όλη αυτή η εμπειρία δομεί και ελέγχει τις καθημερινές δραστηριότητές του (Delaney, 1990, σ. 516). Επιπρόσθετα, η Delaney υποστηρίζει ότι για τους μουσουλμάνους που τελούν το καθημερινό τελετουργικό της προσευχής ο χωρισμός της ημέρας από τον ήχο του adhān, με τα ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα προοδευτικά να μικραίνουν σε χρόνο καθώς η μέρα περνά, αντιστοιχεί στα στάδια της ανθρώπινης ζωής (Delaney, 1991, σ. 293· Πρβλ. Μακρής, 2004, σ. 259).

Σε αυτή την εκ των έσω (emic) πρόσληψη του ήχου του adhān μπορεί να αντιπαραβληθεί η πλούσια γραμματεία περιηγητικών αναφορών στην εμπειρία του ακούσματος του καλέσματος σε προσευχή από όλο σχεδόν τον ισλαμικό κόσμο. Τη γραμματεία αυτή, που έχει αναδείξει το adhān σε λογοτεχνικό τόπο, οφείλει κανείς να προσεγγίσει λαμβάνοντας υπόψη μια σειρά περιορισμών και ζητημάτων που σχετίζονται με το φαινόμενου του οριενταλισμού (Kallimopoulou κ.ά, 2013, σσ. 51-55).

Από την παραπάνω σχηματική επισκόπηση της σχέσης μεταξύ των μιναρέδων και του καλέσματος σε προσευχή αναδεικνύονται τα ιστορικά σημεία επαφής και διαφοροποίησης των δύο. Η καθολική παρουσία και λειτουργία του ιερού ηχοτοπίου του adhān δεν ταυτίζεται απόλυτα με την ιστορική εξέλιξη του μιναρέ ενώ τα δύο επίπεδα, το ηχητικό και το οπτικό, λειτουργούν και ανεξάρτητα μεταξύ τους κατά ιστορικές φάσεις.

Η αναφορά παραπάνω στη σιιτική αντίληψη του καλέσματος σε προσευχή αποτελεί ενδεικτικό παράδειγμα. Στους μεσαίους χρόνους της ιστορίας του ισλαμικού κόσμου κατά τους οποίους παγιώνεται η σχέση των μιναρέδων με την εκφώνηση του adhān, οι μιναρέδες αποτελούν πλούσιο πεδίο ιστορικών τεκμηρίων για τον ηχητικό και ακουστικό πολιτισμό του Ισλάμ.

Ανατρέχοντας στο πεδίο της αρχαιολογίας, μπορούμε να θέσουμε ερωτήματα αντίστοιχα με αυτά που θέσαμε στην περίπτωση των αρχαιολογικών ευρημάτων και στην πλούσια αρχιτεκτονική παράδοση των μιναρέδων διερευνώντας τη σχέση μεταξύ υλικού και ηχητικού πολιτισμού στο Ισλάμ. Συνεπώς, έχει ενδιαφέρον να διερευνηθεί ποια ακριβώς είναι η σχέση των διαδόχων του Bilāl με αυτούς τους πύργους. Σε τι συνίσταται η καθημερινή εμπειρία της εκφώνησης του adhān από τον μιναρέ; Πώς επηρεάζουν την εμπειρία αυτή οι τοπικές μορφολογικές παραλλαγές των μιναρέδων;

Επιπροσθέτως, διαφαίνεται η πολύπλοκη σχέση μεταξύ της οπτικής και ηχητικής πρόσληψης στον ισλαμικό πολιτισμό. Τόσο από την πλευρά της ιστορίας της τέχνης (Grabar, 1980, σσ. 29, 32) αλλά και από αυτήν της εθνομουσικολογίας και της ανθρωπολογίας (Hirschkind, 2006) έχει τονιστεί ο ακουστικός (και άρα και ηχητικός) χαρακτήρας του ισλαμικού πολιτισμού.

Η προνομιακή θέση της ακοής όμως δεν συνεπάγεται απαραίτητα την αυτόνομη λειτουργία της. Διευρύνοντας τα παραπάνω ερωτήματα, μπορούμε να αναρωτηθούμε κατά πόσο η οπτική σημείωση και οι διαφορετικοί συμβολισμοί του μιναρέ ταυτίζονται με τις ανάλογες νοηματοδοτήσεις του ήχου του καλέσματος σε προσευχή. «Βλέπει» άραγε κανείς τους μιναρέδες στο άκουσμα του adhān και μέσα από ποιες διαδικασίες πολιτισμικής νοηματοδότησης προκύπτει κάτι τέτοιο;

Αυτού του τύπου η προσέγγιση προσφέρεται ως ενδιαφέρον παράδειγμα μελέτης της μουσικής, όχι μόνο σε σχέση με τις διάφορες οπτικές εκφράσεις ενός πολιτισμού αλλά και ως παράδειγμα μελέτης του ήχου και της μουσικής «ως οπτικό πολιτισμό» (Killick, 2014, σ. 82).

➤ Η Νύχτα της Δύναμης (Laylat al-Qadr)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου