Στην εκτενέστατη περιηγητική γραμματεία που αφορά τον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Βόρειας Αφρικής, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Ασίας υπάρχουν παραδείγματα αποσπασματικών ή και περισσότερο συστηματικών προσπαθειών καταγραφής μελωδιών από τους τόπους επίσκεψης των συγγραφέων.
Οι καταγραφές αυτές γίνονταν με το «οικείο» στους συγγραφείς εργαλείο που ήταν το πεντάγραμμο και ο σκοπός ήταν κατά κύριο λόγο η καταγραφή και μεταφορά «δείγματος» ενός μουσικού πολιτισμού πίσω στο ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό. Η πρακτική αυτή μπορεί να ιδωθεί ως ανάλογη με τη συνήθεια συλλογής υλικών αντικειμένων ως τεκμηρίων της επίσκεψης σε έναν ξένο τόπο, ή ως ένα είδος μουσικής δειγματοληψίας ή ακόμα και ως «λάφυρα» από τον τόπο αυτόν. Η συχνότητα με την οποία απαντούνται τέτοια παραδείγματα μουσικών καταγραφών καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε καταγραφής σχετίζονται με τη σχέση και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του συγγραφέα για τη μουσική.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση ενδεικτικών μουσικών καταγραφών με τη χρήση του δυτικού πενταγράμμου που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου εγχειρήματος καταγραφής ενός πολιτισμού είναι αυτή του Βρετανού Edward Lane.
Ενδεικτικά, στο έργο του με τίτλο η Επισκόπηση των τρόπων και των ηθών των σύγχρονων Αιγυπτίων (Manners and Customs of Modern Egyptians), το οποίο βασίστηκε στην εμπειρία της παραμονής του στο Κάιρο και κυκλοφόρησε με τη μορφή βιβλίου στην Αγγλία το 1828, περιλαμβάνονται καταγεγραμμένα μουσικά παραδείγματα που συνοδεύουν το κείμενο.
Το έργο του Edward Lane, κυρίως η Επισκόπηση, έχει χρησιμοποιηθεί και σχολιαστεί εκτενώς από μεγάλο φάσμα επιστημονικών κλάδων που σχετίζονται με τη μελέτη της Μέσης Ανατολής. Για τους ιστορικούς της μουσικής και τους εθνομουσικολόγους το έργο του Lane αποτελεί τομή στη μελέτη της μουσικής στον ισλαμικό πολιτισμό, τόσο λόγω της συμβολής του στη συγκρότηση του κλάδου αυτού, όσο και στον τρόπο προσέγγισης της μουσικής ως αντικειμένου.
Όπως παρατηρεί ο Philip Bohlman (1987) στη μελέτη του με τίτλο «Η ευρωπαϊκή ανακάλυψη της μουσικής στον ισλαμικό κόσμο και το «μη δυτικό» στην ιστορία της μουσικής στον 19ο αιώνα» (The European Discovery of Music in the Islamic World and the «Non-Western» in 19th-Century Music History), ο Lane έστρεψε το ενδιαφέρον του στη συγχρονική παρατήρηση της αραβικής μουσικής και της θέσης της εντός του πλαισίου της καθημερινής ζωής των Αιγυπτίων. Με αυτόν τον
Όπως παρατηρεί ο Philip Bohlman (1987) στη μελέτη του με τίτλο «Η ευρωπαϊκή ανακάλυψη της μουσικής στον ισλαμικό κόσμο και το «μη δυτικό» στην ιστορία της μουσικής στον 19ο αιώνα» (The European Discovery of Music in the Islamic World and the «Non-Western» in 19th-Century Music History), ο Lane έστρεψε το ενδιαφέρον του στη συγχρονική παρατήρηση της αραβικής μουσικής και της θέσης της εντός του πλαισίου της καθημερινής ζωής των Αιγυπτίων. Με αυτόν τον
τρόπο διαφοροποιήθηκε από τον προγενέστερό του Guillaume Villoteau, ο οποίος συνεισέφερε δυο τόμους στο έργο 24 τόμων Description de l’Egypte, πλούσιο σε χαρακτικά μουσικών οργάνων, που συντάχθηκε μεταξύ 1798 και 1801 κατά τη διάρκεια της κατάκτησης της Αιγύπτου από το Ναπολέοντα.
Σε αντίθεση με τον Lane, ο Villoteau εστίαζε αποκλειστικά στην τεχνική διάσταση της μουσικής και στη μουσική θεωρία. Επίσης, ο Lane ανέδειξε τον έντονα εκλεκτικιστικό χαρακτήρα της αραβικής μουσικής ανατρέποντας την υπόθεση της αποκλειστικής επίδρασης της αρχαίας ελληνικής μουσικής στη διαμόρφωσή της. Ο Bohlman αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ο Lane προσέγγισε το αντικείμενό του με την οξύνοια του εθνογράφου» (1987, σ. 150).
Σε αντίθεση με τον Lane, ο Villoteau εστίαζε αποκλειστικά στην τεχνική διάσταση της μουσικής και στη μουσική θεωρία. Επίσης, ο Lane ανέδειξε τον έντονα εκλεκτικιστικό χαρακτήρα της αραβικής μουσικής ανατρέποντας την υπόθεση της αποκλειστικής επίδρασης της αρχαίας ελληνικής μουσικής στη διαμόρφωσή της. Ο Bohlman αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ο Lane προσέγγισε το αντικείμενό του με την οξύνοια του εθνογράφου» (1987, σ. 150).
Ο Ruhi Ayangil σημειώνει πως ο σχολιασμός των Ευρωπαίων περιηγητών, κατά την προσπάθειά τους να εκτελέσουν τη μουσική που κατέγραφαν με δυτική σημειογραφία αποτελεί ένα αξιόλογο συγκριτικό σχόλιο για τη σχέση της ευρωπαϊκής μουσικής με την οθωμανική μουσική (2008, σ. 413).
Τα σχόλια των Charles Fonton (1725-1793) και Antuan Murat για την αδυναμία να αποδοθεί με ακρίβεια η οθωμανική μουσική μέσω της χρήσης της δυτικής σημειογραφίας αποτελούν τεκμήρια της διαπολιτισμικής επαφής μεταξύ του ευρωπαϊκού και του οθωμανικού κόσμου, αλλά και της πολιτισμικής ετερότητας των δύο αυτών κόσμων.
Σε κάθε περίπτωση, οι μουσικές καταγραφές και τα σχόλια των διαφόρων Ευρωπαίων περιηγητών ή προξενικών υπαλλήλων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (Aksoy 2003· Ayangil, 2008, σ. 412) και σε άλλες περιοχές του ισλαμικού κόσμου (Bohlman, 1987) αποτελούν πολύτιμα τεκμήρια τόσο για τη μελέτη των συγκεκριμένων μουσικών παραδόσεων που καταγράφουν –αυτό γίνεται ακόμα πιο κατανοητό εάν λάβουμε υπόψιν την απουσία μουσικής εγγραματοσύνης σε αυτές τις παραδόσεις– όσο και για την ιστορία της ανάπτυξης του επιστημονικού κλάδου της συγκριτικής μουσικολογίας και αργότερα της εθνομουσικολογίας στην Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου