Αν το σχίσμα μεταξύ λογικής και φαντασίας παγιώνεται ήδη στον Διαφωτισμό, εδώ ο Shelley αντιστρέφει την χαρακτηριστική για τον Διαφωτισμό και τις κλασικιστικές ποιητικές ιεραρχία μεταξύ λογικής και φαντασίας, τοποθετώντας τη φαντασία σε ανώτερο βάθρο από τη λογική.
Ο Πέρσι Σέλλεϋ (1792-1822) σημειώνει στο κείμενο που έγραψε το 1821 και δεν δημοσιεύτηκε παρά μετά το θάνατό του, το 1840, με τίτλο Υπεράσπιση της ποίησης (Defense of Poetry):
Δύο δρόμους ακολουθεί ο νους: Τη λογική και τη φαντασία. Με τη λογική θέτει τις σκέψεις του υπό έλεγχο κι ερευνά τον τρόπο που συνδυάζονται μεταξύ τους. Ενώ με τη φαντασία δρα πάνω σ’ αυτές, τις χρωματίζει με το δικό του φως, συνθέτει από τις υπάρχουσες καινούργιες σκέψεις που διατηρούν και στη νέα τους μορφή την ακεραιότητά τους.
Φαντασία δεν είναι παρά το ποιείν ή αλλιώς η αρχή της σύνθεσης. Αντικείμενό της κάθε μορφή του σύμπαντος φυσικού κόσμου, της ύπαρξης καθ’ εαυτής.
Λογική πάλι είναι το λογίζειν ή η αρχή της ανάλυσης. Σκοπός της η μελέτη των σχέσεων μεταξύ των πραγμάτων απλώς ως σχέσεων. Κάτι που την κάνει ν’ αντιμετωπίζει τις σκέψεις ως αλγεβρικές παραστάσεις μάλλον παρά ως ακέραιες μονάδες και να οδηγείται σε γενικά συμπεράσματα.
Λογική είναι η απαρίθμηση ποσοτήτων ήδη γνωστών. Φαντασία η αναγνώριση της αξίας αυτών των ποσοτήτων επί μέρους και ως σύνολο. Η λογική αποτιμά τις διαφορές, ενώ η φαντασία τις ομοιότητες των πραγμάτων.
Είναι μάλιστα η λογική για τη φαντασία ό,τι το εργαλείο για τον τεχνίτη, το σώμα για το πνεύμα, η σκιά για την ύλη.
Ποίηση, με την πλατιά σημασία της λέξης, είναι η έκφραση της φαντασίας, σύμφυτη με την καταγωγή του ανθρώπου. Ένα όργανο είναι ο άνθρωπος, που από μέσα του περνά μια σειρά εξωτερικών εντυπώσεων. Ωσάν αιολική λύρα, που πάνω της οι εναλλαγές του αέρα παράγουν μια διαρκώς μεταβαλλόμενη μελωδία.
Όμως, ο άνθρωπος, καθώς και κάθε άλλο ον που διαθέτει αισθήσεις, έχει την επί πλέον ικανότητα, συντονίζοντας εσωτερικά ερεθίσματα και εντυπώσεις, να δημιουργεί όχι μελωδία μόνον, αλλά αρμονία. Είναι ωσάν η λύρα, με μια καθορισμένη αναλογία ήχων, να μπορούσε να προσαρμόσει τις χορδές της στις κινήσεις αυτού που παίζει. Όπως ο μουσικός μπορεί να εναρμονίσει τη φωνή του στον ήχο της λύρας. (Shelley, 21-22)
Όμως, ο άνθρωπος, καθώς και κάθε άλλο ον που διαθέτει αισθήσεις, έχει την επί πλέον ικανότητα, συντονίζοντας εσωτερικά ερεθίσματα και εντυπώσεις, να δημιουργεί όχι μελωδία μόνον, αλλά αρμονία. Είναι ωσάν η λύρα, με μια καθορισμένη αναλογία ήχων, να μπορούσε να προσαρμόσει τις χορδές της στις κινήσεις αυτού που παίζει. Όπως ο μουσικός μπορεί να εναρμονίσει τη φωνή του στον ήχο της λύρας. (Shelley, 21-22)
Η γλώσσα, το χρώμα, η φόρμα, καθώς και τα θρησκευτικά και πολιτικά ήθη, γίνονται εργαλεία και υλικά της ποίησης. Θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε ποίηση, ταυτίζοντας αιτία και αποτέλεσμα. Πιο συγκεκριμένα, η ποίηση εκφράζει όλες εκείνες τις ισορροπίες της γλώσσας, και μάλιστα της έμμετρης, που μια κυρίαρχη πνευματική δύναμη, κρυμμένη στην αθέατη φύση του ανθρώπου, κινητοποιεί.
Κάτι που πηγάζει από την ίδια τη φύση της γλώσσας. Της γλώσσας που είναι πιο άμεση αναπαράσταση των ενεργειών και των παθών του εσωτερικού μας κόσμου. Και είναι δεκτική σε πολύ περισσότερους, διαφορετικούς και λεπτούς συνδυασμούς, απ’ ό,τι το χρώμα, η φόρμα, η κίνηση· και είναι πιο εύπλαστη και υποκείμενη στον έλεγχο αυτής της νοητικής δύναμης απ’την οποία εκπορεύεται όλη η δημιουργία. Γιατί η γλώσσα παράγεται από τη φαντασία με τρόπο αυθαίρετο. (Shelley, 29-30)
Κάτι που πηγάζει από την ίδια τη φύση της γλώσσας. Της γλώσσας που είναι πιο άμεση αναπαράσταση των ενεργειών και των παθών του εσωτερικού μας κόσμου. Και είναι δεκτική σε πολύ περισσότερους, διαφορετικούς και λεπτούς συνδυασμούς, απ’ ό,τι το χρώμα, η φόρμα, η κίνηση· και είναι πιο εύπλαστη και υποκείμενη στον έλεγχο αυτής της νοητικής δύναμης απ’την οποία εκπορεύεται όλη η δημιουργία. Γιατί η γλώσσα παράγεται από τη φαντασία με τρόπο αυθαίρετο. (Shelley, 29-30)
Όσο υπάρχει ποίηση θα επισκέπτεται τον άνθρωπο ο Θεός. Η ποίηση κάνει τα πάντα αγάπη. Εκθειάζει το ωραίο, προσθέτει ομορφιά στο άσχημο, παντρεύει την αγαλλίαση με τον τρόμο, τη λύπη με την ηδονή, την αιωνιότητα με τη διαρκή μεταβολή. Κάτω από την κυριαρχία της οδηγεί σε ενότητα όλα τα ασυμβίβαστα. Κάθε τι που αγγίζει η ποίηση μετουσιώνεται. Κάθε τι που κινείται μέσα στο φως της ενσαρκώνει το πνεύμα που αυτή του εμπνέει. Με μυστική αλχημεία μετατρέπει σε πόσιμο χρυσό τα δηλητηριώδη νερά που ρέουν από το θάνατο στη ζωή. Η ποίηση αφαιρεί από τα πράγματα το πέπλο της συνήθειας. Αποκαλύπτει την κρυμμένη τους ομορφιά· που αυτή είναι η απώτατη ουσία του κόσμου. (Shelley, 81)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου