Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».
Émile Zola - Νανά
Παρουσιάζοντας ο Ζολά, το 1880, το παγκόσμιο λογοτεχνικό σύμβολο του νατουραλισμού, εξοργισμένος από τον υποκριτικό καθωσπρεπισμό της παρισινής πλουτοκρατίας, αφήνει εμβρόντητο το γαλλικό κοινό. Οι αντιδράσεις είναι αντιθετικές, τις επικρίσεις ακολουθούν ύμνοι, λίβελοι κι αποθεωτικές κριτικές και πολλοί συγγραφείς της εποχής παίρνουν θέση. Ο Φλωμπέρ που διαβάζει το βιβλίο μέσα σε μια μέρα, το χαρακτηρίζει αριστούργημα τοποθετώντας τον συγγραφέα του στο πάνθεον των αθανάτων.
Η ζωή της πόρνης των παρισινών σαλονιών που επιβιώνει με την ανηθικότητά της γίνεται ένας αμείλικτος καθρέφτης της μεγαλοαστικής τάξης και της παραδοσιακής αριστοκρατίας που παρακμάζουν ηθικά και ιδεολογικά. Μέσα από αυτή καταδεικνύεται ένας ολόκληρος στρατός από πόρνες πολυτελείας, τις λεγόμενες κοκότες, που κάνουν περιουσίες φωλιάζοντας σε όλα τα μεγαλοαστικά και καλλιτεχνικά στέκια της εποχής. Απέναντί τους στέκονται οι άντρες αρπακτικά του κέρδους, έτοιμοι να τις κατασπαράξουν. Οι φτωχές γυναίκες παρουσιάζονται σεξουαλικά ακόλαστες ενώ οι εύπορες, κακόψυχες κι επίβουλες.
Ο συγγραφέας καταφέρνει να αποτυπώσει λεπτομερώς μια κοινωνία καταγράφοντας λεπτομερώς σε κάθε σελίδα την υποδεικνύοντας τον έρωτα ως στοιχείο επιβολής και λανθάνουσας εξουσίας. Στην κοινωνία του Ζολά, οι κυρίες της αριστοκρατίας κατασπαταλούν τον οικογενειακό πλούτο αναζητώντας εφήμερους έρωτες ή επιδίδονται σε ομοφυλοφιλικά όργια, ενώ οι καθωσπρέπει κύριοι συντηρούν πόρνες αποκτώντας με αυτό τον τρόπο μεγαλύτερο κύρος. Ο θεσμός της οικογένειας στέκει σε όλες τις σελίδες καταρρακωμένος από σχέσεις εφήμερες που εξυπηρετούν μονάχα το συμφέρον.
Με όλα αυτά βέβαια ο συγγραφέας δεν στοχεύει να χλευάσει την άρχουσα τάξη αλλά να απογυμνώσει την νοσηρότητά της, αφού ως μοναδική της κάθαρση παρουσιάζεται ο καταποντισμός της. Στοιχεία ωραιοποίησης κι εξιδανίκευσης δεν υπάρχουν και περιθώρια ελπίδας δεν διαφαίνονται πουθενά. Μέσα από το οδοιπορικό της Νανάς, πέρα από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, καταδεικνύονται και οι κατώτερες ζώνες της πορνείας του πεζοδρομίου και μάλιστα με συγκλονιστικές περιγραφές. Σε μια ατμόσφαιρα, εκφυλισμένη, εκμαυλισμένη και στραγγαλιστική οι ήρωες κατευθύνονται από μωροφιλοδοξίες και η διαφθορά εξαπλώνεται παντού.
Η Νανά λούζεται, από την αρχή ως το τέλος, στο φως του γκαζιού, με λάμψεις, άλλοτε έντονες και άλλοτε ασθενικές, πάντοτε όμως ικανές να δημιουργήσουν οφθαλμαπάτες που θα εξαπατήσουν, θα μπερδέψουν ή θα φέρουν προ εκπλήξεως τον αναγνώστη. Τον αναγνώστη που βήμα-βήμα και με επιστημονική ακρίβεια παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο η υποκρισία, η αυταρέσκεια, η επιδειξιομανία, η σπατάλη πλούτου και ανθρώπινης δύναμης, η απελπισμένη και τυφλή βουτιά στον κόσμο των ηδονών οδηγούν στο τραγικό τέλος...
Γεννημένη μέσα στη φτώχεια και στη μιζέρια, η Νανά είναι η κόρη της Gervaise και του Coupeau. Η αρχή του μυθιστορήματος βρίσκει την Νανά σε οικονομικές δυσκολίες, μην έχοντας χρήματα για να αναθρέψει το μικρό γιο της Λουί, τον οποίο απέκτησε σε ηλικία μόλις 16 ετών. Αυτό όμως δεν την εμποδίζει από το να διαμένει σε ένα μεγάλο διαμέρισμα, δώρο ενός εραστή της. Η άνοδος της αρχίζει με έναν θεατρικό ρόλο, αυτόν της Ξανθιάς Αφροδίτης σε ένα θέατρο του Παρισιού. Στην πραγματικότητα η Νανά δεν ξέρει ούτε να τραγουδά ούτε κατέχει υποκριτικές ικανότητες, τα κουνήματα της όμως ασκούν ακατανίκητη έλξη στους άντρες, οι οποίοι ονειρεύονται να την κάνουν δική τους.
Ειδικά στην περίπτωση του κόμη Μυφφά, ενός υψηλά ιστάμενου αξιωματικού της αυτοκρατορίας, θρησκόληπτου ανθρώπου, που η Νανά γελοιοποιεί καθόλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος. Άλλα θύματα της ακόλαστης γοητείας της είναι ο ανήλικος Ζωρζ Υγκόν, ο Βαντέβρ, καθώς και ο αδερφός του Ζωρζ, ο Φιλίπ.
Σε κάποια στιγμή όμως ερωτεύεται έναν συνάδελφο ηθοποιό και φεύγει να ζήσει μαζί του σε μια φτωχογειτονιά του Παρισιού, εγκαταλείποντας τις παλιές της συνήθειες να κοιμάται με αριστοκράτες με αντάλλαγμα χρήματα. Στην πορεία όμως ο Φοντάν αποδεικνύεται πολύ τσιγκούνης και βίαιος και η Νανά μη μπορώντας να τον αντέξει καταφεύγει στην αγκαλιά της Σατέν, με την οποία είναι τρελά ερωτευμένη.
Το απόγειο της δόξας της Νανάς έρχεται σε έναν ιππικό αγώνα, στον οποίο είναι παρών ακόμη και ο αυτοκράτορας Ναπολέων Γ΄ και ολόκληρο το Παρίσι, όταν το άλογο το οποίο ονομάσανε Νανά βγαίνει πρώτο. Ένα ντελίριο θαυμασμού για την Νανά ξεσπά και όλο το στάδιο φωνάζει το όνομα της. Έκτοτε ζει με μια εξωφρενική σπατάλη, ενώ αλλάζει κάθε μέρα πλέον εραστές και παράλληλα κοιμάται και με τη Σατέν.
Αργότερα όμως εγκαταλείπει τους εραστές της καταχρεωμένους από την αχόρταγη ματαιοδοξία της, και φεύγει για τη Ρωσία.
Κανείς δεν γνωρίζει που έχει πάει, γυρίζει όμως στο Παρίσι ξανά για να δει τον γιο της, από τον οποίο όμως κολλά ευλογιά και πεθαίνει κοντά σε όλους όσους γνώρισε.
Με την αφήγηση της ζωής της Νανάς, ο συγγραφέας περιγράφει όλη την αθλιότητα και την ασχήμια μέσα στην οποία ζει η ηρωίδα. Ακόμα και ο θάνατός της παρουσιάζεται συμβολικά, καθώς την ώρα που πεθαίνει κηρύσσεται ο γαλλογερμανικός πόλεμος, ενώ είναι σαν να πεθαίνει μαζί της και όλη η διεφθαρμένη κοινωνία που προκάλεσε μια ζωή σαν τη δική της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου