Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ και πήρε το πρώτο του πτυχίο στη φιλολογία από το Πανεπιστήμιο της Νίκαιας. Ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο της Εξ-Αν-Προβάνς και το διδακτορικό του για τη σύγχρονη ιστορία του Μεξικού στο Πανεπιστήμιο της Περπινιάν.
Έχει διδάξει στα πανεπιστήμια της Μπανγκόκ, της Πόλης του Μεξικού, της Βοστόνης, του Όστιν και της Αλμπουκέρκης.
Παρά τα πολυάριθμα ταξίδια του, ο Ζ. Μ.Γκ. λε Κλεζιό δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει, από την ηλικία των επτά με οκτώ ετών: ποίηση, παραμύθι, δοκίμιο, διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα. Δεν δημοσίευσε όμως τίποτα πριν το πρώτο του μυθιστόρημα, το 1963, με τον τίτλο «Le proces-verbal» (Η προφορική αγωγή), που κέρδισε το βραβείο Ρενοντό. Έκτοτε έχουν εκδοθεί περισσότερα από τριάντα έργα του, μεταξύ των οποίων τα «Terra Amata», 1967, «Le livre des fuites», 1969, «La guerre», 1970 και «Les geants» 1973. Το 1980 του απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Πολ-Μοράν της Γαλλικής Ακαδημίας, για το μυθιστόρημά του «Le desert» (Η έρημος) και το 2008 τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών.
Το «Περιπλανώμενο Αστέρι» αποτελεί το πόνημα του νομπελίστα Λε Κλέζιο, του «συγγραφέα νέων ξεκινημάτων, ποιητικής περιπέτειας και αισθησιακής έκστασης, εξερευνητή της ανθρωπότητας, πέρα και κάτω από τον κυρίαρχο πολιτισμό», όπως χαρακτηρίστηκε το 2008 από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, ενός συγγραφέα χωρίς πατρίδα όπως έχει δηλώσει ο ίδιος.«Αυτά είναι τα απομνημονεύματά των ημερών που ζήσαμε στον καταυλισμό του Νουρ Σαμς, έτσι όπως αποφάσισα να τα γράψω εγώ η Νετζμά, σε ανάμνηση του Σααντί Αμπού Ταλίμπ, του Μπανταουί και της θείας μας Αάμα Ουρίγια. Σε ανάμνηση επίσης της μητέρας μου, της Φατμά, που δεν την γνώρισα και του πατέρα μου, του Αχμάντ.»
Η Εσθήρ και η Νετζμά είναι υποχρεωμένες να εξοριστούν από τα χώματά τους: η μία γιατί, ως Εβραία, δεν χώρεσε στη χιτλερική Ευρώπη, η άλλη γιατί, ως Παλαιστίνια, βρέθηκε έξω από τις γεωπολιτικές χαράξεις του εκκολαπτόμενου κράτους του Ισραήλ.
Όταν πρωτοσυναντούμε την Εσθήρ , στη διάρκεια του Πολέμου σε ένα χωριό της Νοτιοανατολικής Γαλλίας, όπου καταφεύγουν Εβραίοι από όλη την Ευρώπη, η διαδικασία της ενηλικίωσης έχει ήδη διακοπεί βίαια από την εισβολή της Γκεστάπο και εκείνη η μητέρα της αλλά και πολλοί άλλοι έχουμε μετατραπεί και πάλι σε πρόσφυγες διασχίζοντας τις Άλπεις για να καταφύγουν σε Ιταλικό έδαφος. Ο αντάρτης πατέρας της Εσθήρ έχει χάσει τη ζωή του και η ίδια με τη μητέρα της θα διασωθούν εργαζόμενες σε μια πανσιόν.
Το καλοκαίρι του 1943, σε αυτό το μικρό χωριό που έχει μετατραπεί σε γκέτο για τους Εβραίους, η έφηβος Εσθήρ, ανακαλύπτει τι σημαίνει να είναι κανείς Εβραίος εν καιρώ πολέμου και βιώνει το φόβο, το θάνατο και την ταπείνωση.
Μετά τη λήξη του πολέμου, η Εσθήρ μαζί με τη μητέρα της, επιβιβάζεται σ' ένα υπερφορτωμένο από κόσμο πλοίο, με προορισμό για τη Γη της Επαγγελίας, το νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ, όπου θα ανακαλύψει τη θρησκεία και τη δύναμη της προσευχής.
Φτάνοντας όμως, θα συναντηθεί φευγαλέα με μια την αντιπέρα όχθη της εξορίας, με ένα καραβάνι Παλαιστινίων προσφύγων που κατευθύνονται στον καταυλισμό του Νουρ Σαμς. Από την πομπή αποσπάται μια συνομήλικη κοπελίτσα, η Νετζμά, που ζητά από την Εσθήρ να της γράψει το όνομά της σε ένα τετράδιο.
Η συνάντηση της Εσθήρ με την Νετζμά πραγματοποιείται σαν μέσα σ' όνειρο. Δεν θα ξανασυναντηθούν ποτέ ξανά, θα έχουν ανταλλάξει μονάχα ένα βλέμμα, αλλά η καθεμιά στη δική της εξορία δεν θα πάψει ποτέ να σκέφτεται την άλλη.
Η Νετζμά, αναγκάζεται ως Παλαιστίνια να εγκαταλείψει τον τόπο της και να ακολουθήσει κι εκείνη το μακρύ δρόμο της εξορίας για κάποιο προσφυγικό καταυλισμό και μέσα από το δικό της ταξίδι ο συγγραφέας μας δίνει λυρικές όψεις του ξεριζωμού των γηγενών Παλαιστινίων, με την αλλοτρίωση, την πείνα, τη δίψα και την αρρώστια να κυριαρχούν στον καταυλισμό.
Η εξορία όμως δεν είναι προσωρινή, είναι η βαριά μοίρα που ενώνει μετά την φευγαλέα συνάντηση τη μνήμη των δύο κοριτσιών. Η Νετζμά σώζεται από αυτό το τοπίο θανάτου το θα βρει χάρη στον έρωτα ενός περιπλανώμενου Παλαιστινίου που θα την περισώσει για να καταφύγουν στην Ιορδανία.Η Εσθήρ, για άγνωστους λόγους, θα εγκαταλείπει τη γη των πατέρων της για να καταφύγει στον Καναδά όπου και θα γεννήσει το παιδί της, καρπό του έρωτά της με έναν σύντροφο που έχει δολοφονηθεί στα Υψίπεδα του Γκολάν. Από εκεί, στα 1980 θα επιστρέψει στη Νίκαια για την κηδεία της μητέρας της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου