Η έκθεση με έργα από την γιαπωνέζικη τέχνη shunga, που απεικονίζει τη σεξουαλική πράξη, είναι η πιο τολμηρή που έχει κάνει ποτέ το Βρετανικό Μουσείο. Δύο γυναίκες σε ερωτικό παιχνίδι, ένα ομοίωμα ανδρικού πέους δεμένο γύρω από τη μέση της μίας ενώ η άλλη την παροτρύνει με ανυπομονησία: «Γρήγορα, βαλ’ το μέσα».
Αυτή, η πλέον τολμηρή έκθεση που έχει κάνει ποτέ το Βρετανικό Μουσείο από το 1753, όταν ιδρύθηκε, δεν είναι κατάλληλη για ντροπαλούς ή πουριτανούς —αλλά ούτε και για θεατές ηλικίας κάτω των 16 ετών χωρίς τη συνοδεία ενήλικα, όπως γράφει και η επίσημη οδηγία του μουσείου. Είναι μια έκθεση αφιερωμένη στο γιαπωνέζικο shunga, μια τέχνη που άνθισε ανάμεσα στον 17ο και τα μέσα του 19ου αιώνα.
Σύμφωνα με τον Τιμ Κλαρκ, τον επικεφαλής επιμελητή: «Ελπίζουμε πως όταν το κοινό ξεπεράσει το αρχικό σοκ που προκαλεί το τολμηρό περιεχόμενο και η καθ’ υπερβολήν αναπαράσταση γενητικών οργάνων, θα απολαύσει την αμοιβαία ικανοποίηση που απεικονίζεται, το χιούμορ και, στο τέλος-τέλος, την ανθρώπινη διάσταση των εικόνων αυτών».
Σύμφωνα με τον Κλαρκ αυτή η έκθεση —για την οποία το μουσείο προειδοποιεί πως περιλαμβάνει τολμηρό περιεχόμενο— έπρεπε να είχε γίνει εδώ και καιρό: Παρ’ όλο που το shunga —το οποίο μεταφράζεται κυριολεκτικά ως «απεικόνιση στο μαξιλάρι»— αποτελούσε πολύ μέινστριμ καλλιτεχνικό είδος για πολλούς αιώνες και έχαιρε εκτίμησης από όλες τις τάξεις, ως καλλιτεχνικό είδος έχασε έδαφος τον 20ό αιώνα, όταν η Ιαπωνία άρχισε να εκδυτικοποιείται και να εκσυγχρονίζεται βίαια.
Σε αυτό το χρονικό σημείο, έπαψε να θεωρείται πλέον ως μέρος του ιστού της καθημερινής ζωής και να δίνεται στις νεόκοπες συζύγους ως δώρο που είχε σα σκοπό την εκμάθηση, τον ερεθισμό ή τη διασκέδασή τους και άρχισε «να θεωρείται πορνογραφικό υλικό», λέει ο Κλαρκ. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, τα έργα shunga που είχε στην κατοχή του το Βρετανικό Μουσείο, όπως και όλα τα αντικείμενα τέχνης από διάφορες χώρες του κόσμου τα οποία είχαν τολμηρό χαρακτήρα, ήταν για χρόνια κλεισμένα στο secretum, έναν κλειστό για το κοινό αποθηκευτικό χώρο που καταργήθηκε στα μέσα του 20ού αιώνα και τα περιεχόμενά του διανεμήθηκαν στα αντίστοιχα τμήματα του μουσείου.
Παρά ταύτα, μόλις το 1990 ξεκίνησε η σοβαρή ακαδημαϊκή μελέτη του shunga στην Ιαπωνία, και η έκθεση του Βρετανικού Μουσείου είναι η πιο εκτεταμένη που έχει γίνει ποτέ για το είδος. ‘Οπου και να κοιτάξεις, το βλέμμα σου αιχμαλωτίζουν δίχως περιστροφές τα υπερμεγέθη, κατά κανόνα, γενητικά όργανα των δύο φύλων, σε όλο τους το μεγαλείο. «Επρόκειτο για μία απεικονιστική παράδοση που δεν ήταν προσκολλημένη στον νατουραλισμό και συνεπώς αυτό της επέτρεπε μια επιλεκτική έμφαση», λέει ο Κλαρκ. «Η προσοχή εστιάζεται στην έκφραση ερωτικής ευδαιμονίας στα πρόσωπα — και στις πηγές αυτής της απόλαυσης, στα γενητικά όργανα. Τα άλλα μέλη του σώματος δεν τονίζονται, κι έπειτα είναι τα υπέροχα υφάσματα, οι λάκες, τα εδέσματα και τα ποτά, ώστε να προβάλλεται με τρόπο αρραγή η πολυτέλεια και η ηδονή». Και προσθέτει: «Επρόκειτο για την φαντασιακή εκπλήρωση ερωτικών επιθυμιών ή για την απεικόνιση ενώς ιδεώδους; Πιθανόν και για τα δύο αυτά ταυτόχρονα».
Η ερωτική απόλαυση των θυληκών παρουσιάζεται μέσα από τις εικόνες να είναι το ίδιο σημαντική όσο αυτή των αρσενικών. «Δεν μπαίνει ποτέ σε αμφισβήτηση», λέει ο Κλαρκ. «Θεωρείται δεδομένο ότι οι γυναίκες θα αναζητήσουν την ικανοποίηση». Ούτε είναι η απόλαυση πάντοτε προσδιορισμένη ετεροφυλοφιλικά: συχνά απεικονίζονται ζευγαρώματα ανάμεσα σε άντρες και, πολύ σπανιότερα ομολογουμένως, ανάμεσα σε γυναίκες.
Το shunga υπήρξε όμως και όχημα για λογοτεχνίζουσες παρωδίες· πολλά έργα, όπως και τα κείμενα που τα συνοδεύουν, είναι πνευματώδη και περιπαικτικά, μιλάνε, για παράδειγμα, για τον φόβο που νιώθει ένα ζευγάρι να κατακτήσει την ηδονή, ή κάνουν μακάβρια αστεία, παρουσιάζοντας φέρ’ ειπείν το φάντασμα του πρώην εραστή μιας γυναίκας να κόβει το πέος του ζώντος αντικαταστάτη του στο κρεβάτι της.
Η ανερυθρίαστη αυτή έμφαση στον φαλλό και το αιδοίο σχετίζεται, σύμφωνα με τον Κλαρκ, ορισμένως τουλάχιστον, με τις παραδοσιακές θρησκευτικές δοξασίες των Ιαπώνων. «Οι μύθοι του Σίντο για τη δημιουργία πηγάζουν από πράξεις ερωτικής συνεύρεσης. Η ερωτική πράξη βρίσκεται στον πυρήνα της αφήγησης για την ίδια την ίδρυση της χώρας… οι τοπικές θρησκείες λάτρευαν ανοιχτά τα σεξουαλικά όργανα και την αναπαραγωγική διαδικασία».
Και καταλήγει ο Κλαρκ: «Πάνω απ’ όλα, το shunga είναι σημαντικό ως τέχνη αυτή καθαυτή. Οι μεγαλύτεροι γιαπωνέζοι καλλιτέχνες, όπως ο Hosusai και ο Utamaro, ζωγράφιζαν ερωτικές εικόνες. Το shunga μάς προκαλεί να αμφισβητήσουμε την δυτική παράδοση που διαχώρισε την τέχνη σε “σπουδαία” και “χυδαία”. Η διαφοροποίηση αυτή δεν υπάρχει στη γιαπωνέζικη τέχνη εκείνης της περιόδου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου