Vito Acconci - Αυτό που πραγματικά θέλω είναι η επανάσταση

Αυτα ειναι τα λογια του σπουδαίου Vito Acconci (1940 - 2017) σε μια συνέντευξη του στην διαδικτυακή τηλεόραση του San Francisco Museum of Modern Art.


Η μοναξιά και η απώλεια στα έργα του Mark Morrisroe

Περπατώντας άγρια στις αίθουσες του Σχολείου Τέχνης με τα σκισμένα μπλουζάκια του, αποκαλώντας τον εαυτό του Mark Dirt, ήταν ο πρώτος πανκ...


Jacques Henri Lartigue Φωτογραφιζοντας την ευτυχια

Στην Ευρώπη κανένας κριτικός δεν θα τολμούσε να αποδώσει καλλιτεχνική εγκυρότητα σε έννοιες όπως «ελαφρότητα» και «ευτυχία»...


Η συλλογή Bennett
The Bennett Collection of Women Realists

Οι Elaine και Steven Bennett είναι αφοσιωμένο στην προώθηση της καριέρας των γυναικών καλλιτεχνών, αφού «οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται...».


Bill Brandt



Ο Hermann Wilhelm Brandt, γνωστός ως Bill Brandt (Αμβούργο, 2 Μαΐου 1904 - Λονδίνο, 20 Δεκεμβρίου 1983), ήταν Βρετανός φωτογράφος. Είναι ο πιο επιφανής από τους Άγγλους φωτογράφους του εικοστού αιώνα. Η παραγωγή του ήταν πολύπλευρη και ασχολήθηκε με είδη όπως ρεπορτάζ, πορτραίτο και τοπίο, καθώς και το γυμνό για το οποίο έχει γίνει διάσημος. 



O Brandt επισκέφτηκε τον κατά δεκατέσσερα χρόνια μεγαλύτερό του Man Ray που ζούσε στο Παρίσι, και πέρασε κοντά του τρεις μήνες. Η περίοδος αυτή, αν και σύντομη, υπήρξε θεμελιώδους σημασίας για το έργο και την πορεία που ακολούθησε στη συνέχεια, όχι τόσο γιατί ο Ray αφιερώθηκε σε αυτόν ή στην εκπαίδευσή του, όσο γιατί υπήρξε το έναυσμα για την γνωριμία του με έναν εντελώς νέο κόσμο, καθώς ο Man Ray αποτελούσε βασική φιγούρα στα κινήματα τόσο του Νταντά όσο και του Σουρεαλισμού. Ο Brandt παρακολουθούσε τον Man Ray στις πειραματικές εκτυπώσεις του, κυρίως των γυμνών γυναικείων κορμιών που θα αποτελέσουν πηγή έμπνευσης και για τον ίδιο στο μέλλον. Μέσω αυτού επίσης θα γνωρίσει το έργο του σπουδαίου Γάλλου φωτογράφου Eugene Atget, οι φωτογραφίες του οποίου είχαν αρχίσει να έχουν μεγάλη απήχηση στους κύκλους των Σουρεαλιστών λίγο πριν το θάνατό του το 1927 και του οποίου η έκδοση της πρώτης μονογραφίας του (1930) συνέπεσε με τη παραμονή του Brandt στο Παρίσι.



Στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ’30 στο Παρίσι, οι ευκαιρίες για τον Brandt να δει τις φωτογραφίες του να δημοσιεύονται στα έντυπα ήταν πολύ περιορισμένες. Ο Andre Kertesz, η Germaine Krull, ο Henri Cartier- Bresson, η Ilse Bing και πολλοί άλλοι – προεξέχοντος βέβαια του Brassai – αναζητούσαν επίσης θέσεις εργασίας στον εικονογραφημένο τύπο. Έτσι το 1934, τη παραμονή των γενεθλίων του, αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στο Λονδίνο, παρακάμπτοντας τον ανταγωνισμό στο Παρίσι και μεταφέροντας το πνεύμα της πρωτοπορίας στη βρετανική πρωτεύουσα.



Αμέσως μετά τις πρώτες γερμανικές αεροπορικές επιδρομές στο Λονδίνο τον Σεπτέμβριο του 1940, το Βρετανικό Υπουργείο Πληροφοριών ανέθεσε στον Brandt να φωτογραφίσει τη ζωή στα αυτοσχέδια καταφύγια στα οποία ζήτησαν προστασία οι κάτοικοι της πρωτεύουσας. Σε αντίθεση με τις ως τότε νυχτερινές λήψεις του για τις οποίες του αρκούσε το φως του φεγγαριού και των δημοτικών φανοστατών, ο Brandt χρησιμοποίησε τεχνητό φωτισμό για να καταγράψει τους κατάμεστους σταθμούς του μετρό, τα κελάρια των κρασιών, τα υπόγεια των εμπορικών καταστημάτων και τους κρύπτες των ναών που μετατράπηκαν σε καταφύγια. Παράλληλα φωτογράφισε τη ζωή των στρατιωτών στα μετόπισθεν ή τους αγρότες που πάσχιζαν να μεγαλώσουν τη σοδειά τους και τους κατοίκους του Λονδίνου που, παρακινούμενοι από τη κυβέρνηση τους, καλλιεργούσαν σε μικρούς κοινόχρηστους κήπους τα λαχανικά της καθημερινής τροφής τους. Οι φωτογραφίες αυτές τον κατέστησαν γνωστό ως έναν από τους μεγαλύτερους πολεμικούς ρεπόρτερ, χωρίς όμως ποτέ να έχει πλησιάσει στην πρώτη γραμμή.



Το 1944 ξεκίνησε τη συνεργασία του με την αγγλική έκδοση του Harper’s Bazaar πραγματοποιώντας αρχικά μια σειρά από ρεπορτάζ πάνω στη ζωή των αριστοκρατικών οικογενειών της Βρετανίας και αργότερα φωτογραφίες μόδας που ποιοτικά συμβαδίζουν με τα έργα των συγχρόνων του (Tabard, Avedon) αλλά φέρνουν πάντα την αινιγματική σφραγίδα τους στη δουλειά του.



Αν και κατά καιρούς καταπιάστηκε με διάφορα θέματα, η πιο χαρακτηριστική και προβεβλημένη δουλειά του Βrandt, είναι μια σειρά φωτογραφιών με γυναικεία γυμνά. Οι φωτογραφήσεις αυτές ξεκίνησαν από το 1945, οπόταν λόγω της ενασχόλησής του με τη μόδα είχε εύκολη πρόσβαση σε μανεκέν πρόθυμα να ποζάρουν, ως και το 1961. Ανάμεσα στα μοντέλα του ήταν και η  πανέμορφη, δεύτερη σύζυγός του Marjorie Beckett, με την οποία μοίραζαν την ζωή τους ανάμεσα στο Λονδίνο και στο παραλιακό σπίτι τους στη Vence, μια μικρή πόλη της νότιας Γαλλίας κοντά στη Νίκαια.



Από το 1961 και μετά άρχισε να εκθέτει σε διακεκριμένους χώρους: το 1969, για παράδειγμα, παρουσίασε στην πρώτη αναδρομική έκθεση στο MOMA της Νέας Υόρκης, που οργανώθηκε από τον Edward Steichen. Το 1978 ονομάστηκε "Royal Designer for Industry" από τη Royal Society of Arts και τον επόμενο χρόνο, του απονεμήθηκε το Silver Progress Medal από τη  Royal Photographic Society.
Οι φωτογραφίες του έγιναν μέρος σημαντικών συλλογών, όπως εκείνες του Victoria and Albert Museum, του MOMA, του George Eastman House, και της Bibliothèque nationale de France. 















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου